Σπύρος Μπαρμπάτσαλος
Ο κος Κώστας είχε επαναλάβει την ιστορία πολλές φορές. Δεν μπορούσε να το χωνέψει. Πριν 30 χρόνια όταν δραστηριοποιούταν στο χώρο του κοσμήματος, είχε ένα νεαρό στη δουλειά, που το ζήλευε! Ήταν σπάνιο ταλέντο στην κατασκευή κοσμημάτων. « Έβλεπε» λοιπόν ότι ο Βασίλης θα δημιουργούσε αριστουργήματα!
Η ύφεση των αρχών του 80’ υποχρέωσε τον κο Κώστα να ζητήσει από τους υπαλλήλους να εργάζονται με το «κομμάτι», γιατί αλλιώς δε «βγαίναν» τα έξοδα και ο ίδιος δεν είχε απόθεμα ώστε να συντηρεί μια ζημιογόνα δραστηριότητα. Ο Βασίλης δεν το δέχτηκε και αποχώρησε. Μετά από κάποιους μήνες τον συναντά σε μία πλατεία . Κουβέντα στην κουβέντα ο Βασίλης τον ενημερώνει ότι πια έλυσε το πρόβλημά του, γιατί κάποιος βουλευτής κατάφερε και το διόρισε στο δήμο ως … κηπουρό! Εύκολη δουλειά, καλό μισθό, και σε όχι πολλά χρόνια σύνταξη! «Σώθηκα» του είπε!
Αυτό, που από τότε δεν μπορεί να χωνέψει ο κος Κώστας είναι πως χάθηκε ένα τέτοιο ταλέντο. Δεν είναι δυνατόν, επαναλαμβάνει! Χάθηκαν μαζί του αριστουργήματα!
Οι φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών δικαιούνται 3 γεύματα δωρεάν την ημέρα. Το φαγητό είναι ικανοποιητικό, αλλά σήμερα έχουν κάνει κατάληψη στο εστιατόριο. Ο λόγος ; Η κάρτα της δωρεάν σίτισης παραδίδεται από τα κεντρικά γραφεία του Πανεπιστημίου, που βρίσκονται στο κέντρο της πόλης και οι φοιτητές υποχρεώνονται σε βόλτα … μισής ώρας! Και αυτός ήταν λόγος κατάληψης!
Οι παραπάνω ιστοριούλες, όπου ο καθένας μας έχει να παρουσιάσει αρκετές, αναδεικνύουν μία καθοριστική αλήθεια. Ότι οι Έλληνες, ένα σημαντικό ποσοστό ώστε να υπάρξει «επαρκές» αποτέλεσμα, αδυνατούν να αντιληφθούν πώς να δημιουργήσουν «υπεραξίες» στη ζωή τους. Μπορεί να έχουν ταλέντα, όπως ο Βασίλης, μπορεί να γίνονται καλοί επιστήμονες, όπως οι φοιτητές, αλλά προσεγγίζουν την «αμοιβή» όχι με το πώς θα δουλέψουν, πως θα παράγουν, αλλά με το πώς θα την διεκδικήσουν.
Δεκαετίες τώρα έχουμε, με νεφελώδη τρόπο, στο μυαλό μας έννοιες όπως κέρδος, δικαιώματα, υποχρεώσεις, διεκδικήσεις. Αποτέλεσμα, έχουμε εμφανή τα συμπτώματα, ότι πάσχουμε από «επιχειρηματική ανορέξια». Αδυνατούμε να προσεγγίσουμε και να διαχειριστούμε την «επιχειρηματικότητα» και τις επενδύσεις ορθολογικά, με αποτέλεσμα να υποπίπτουμε διαρκώς είτε σε «βουλιμικά», είτε σε «ανορεκτικά» επεισόδια.
Το 99’ «παίζοντας» όλη μας την περιουσία και όχι μόνο, στο Χρηματιστήριο, «βουλιμικό» επεισόδιο, «πολεμώντας» την όποια εν δυνάμει επένδυση, με γραφειοκρατία και διαφθορά, «ανορεκτικό» επεισόδιο!
Στη Μεταπολίτευση δημιουργήθηκαν και εδραιώθηκαν δύο μηχανισμοί, ας τους αναφέρουμε ως κεντροδεξιός μηχανισμός και κεντροαριστερός μηχανισμός, με ευρεία επιρροή στο πολιτικό σύστημα και όχι μόνο, οι οποίοι κατάφεραν να «κουρεύουν» την ισχύ των δημοκρατικών εξουσιών. Στη νομοθετική εξουσία μάλιστα μπορεί και να «μετρηθεί» το ποσοστό παρέμβασής τους, μιάς και οι «φωτογραφικές» διατάξεις όπως και οι περίφημες τροπολογίες βρίσκονται εκτυπωμένες στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως και είναι δυνατόν να διερευνηθούν από εμπειρογνώμονες.
Η θριαμβευτική είσοδός μας μάλιστα στα μεγάλα σαλόνια της Ευρώπης, συνοδεύτηκε από πακτωλό κεφαλαίων, τα οποία με τη μορφή επιδοτήσεων ή χαμηλότοκων δανείων στη συνέχεια, δυσχέραιναν την όποια νηφάλια φωνή προσπαθούσε να αρθρώσει συνετό οικονομικό λόγο, ότι δεν είναι δυνατόν για πάντα να ζούμε με ελλείμματα. Η σύγχυση των εννοιών διευρύνθηκε, πολλά «δικαιώματα» των πολιτών απέκτησαν μία απίθανα παράλογη υπόσταση στα τραγικά νομιμοφανή επιδόματα των Δημοσίων υπαλλήλων, όπως «επίδομα έγκαιρης προσέλευσης», πολλά εκ των οποίων δίδονται, με διάφορους τρόπους, μέχρι και σήμερα.
Και οι εταίροι μας, οι καθώς πρέπει χώρες της Ένωσης, αυτές που πρώτα μας δίνουν τις επιδοτήσεις και τώρα μας δανείζουν, όσο ακόμη, για να συντηρούμαστε;
Μοιάζουν με ένα ζευγάρι, που αποφασίζουν ότι κάποια στιγμή στο μέλλον θα παντρευτούν, ενώ αρχίζουν να δίνουν χρήματα σ΄ ένα παιδί , που στη συνέχεια θα υιοθετήσουν. Και μένουν εκεί. Κάνουν το τυπικό καθήκον τους και το αφήνουν μόνο του. Δεν φροντίζουν να μάθουν αν, ενώ του δίνουν χρήματα για σπουδές, πηγαίνει σχολείο ή σε πιο σχολείο πηγαίνει. Μα το παιδί έχει ανάγκη να τους γνωρίσει, ν΄ αποκτήσει πρότυπα, να του αφιερώσουν χρόνο. Πως αποδέχονται οι Ευρωπαίοι την κατάσταση στα Ελληνικά πανεπιστήμια; Μας κατηγορούν για φοροδιαφυγή, όταν στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, που παράγει τους ανώτερους Φοροτεχνικούς συνυπάρχουν με αντιεξουσιαστές και λαθρομετανάστες που πωλούν μαϊμού εμπορεύματα. Με τι παραστάσεις αυτά τα παιδιά θα στελεχώσουν τους φοροεισπρακτικούς μηχανισμούς. Πως το δέχονται αυτό χρόνια τώρα οι Βρυξέλλες;
Ζούμε σε μια ενωμένη Ευρώπη δεκαετίες τώρα και γνωρίζουμε ελάχιστα η μία χώρα για την άλλη. Για να γνωρίσει ένας Έλληνας την προσφορά του Χέγκελ στη Γερμανία και τη Μεταρρύθμιση, του Χόμπς στην Αγγλία, του Ρουσσώ στη Γαλλία με το κοινωνικό συμβόλαιο πρέπει να ανατρέξει σε εγχειρίδια Φιλοσοφίας! Οι Έλληνες ακούν ότι οι Γερμανοί «αγαπούν» τους Αρχαίους Έλληνες αγνοούν όμως το γιατί, την επίδραση που αυτοί είχαν στο Γερμανικό Ιδεαλισμό και κατά συνέπεια στο σύγχρονο Γερμανικό κράτος. Εκπλήττονται όμως οι Γερμανοί αξιωματούχοι για την ευκολία με την οποία οι Έλληνες πολιτικοί, αμφισβητούν τις υπογεγραμμένες συμφωνίες των προκατόχων τους!
Τι έχουν οι Έλληνες στο μυαλό τους για τους Γερμανούς του σήμερα; Κατασκευάζουν όμορφα και αξιόπιστα αυτοκίνητα, έρχονται για διακοπές στα νησιά, έδιναν επιδοτήσεις για 20 χρόνια και «λάδωναν» τους πολιτικούς για τις αγορές οπλικών συστημάτων.
Τίποτα για το πώς κατορθώνουν να παράγουν αυτά τα τόσο αξιόπιστα προϊόντα, πια είναι η εκπαίδευσή τους, πως προσαρμόζονται στην παγκοσμιοποίηση και τόσα άλλα στοιχεία, που είναι ενδεχομένως ένας μπούσουλας, ένας οδηγός, ώστε να ξεπεράσουμε εγγενείς μας παθογένειες.
Η μόνη μας ελπίδα μας είναι η πολυθρύλητη ανάπτυξη. Οι Έλληνες στην έννοια «ανάπτυξη» στο μυαλό τους έχουν κάποιας μορφής, καλυμμένης η μη, επιδότησης. Να γυρίσουμε στα παλιά καλά χρόνια. Οι Γερμανοί ανάπτυξη θεωρούν ζώνες ελεύθερου εμπορίου, ώστε να παράγονται προϊόντα χωρίς να υπόκεινται στο ευμετάβλητο φορολογικό καθεστώς της χώρας και με ελαστικές συνθήκες εργασίας. Καμία σχέση το ένα από το άλλο!
Πως τώρα αυτές οι 2 χώρες θα μπορέσουν να συνυπάρξουν σε μία Ένωση, νομισματική πολιτική οτιδήποτε, όταν επί 30 χρόνια δε φρόντισαν να χρησιμοποιούν λέξεις με κοινό εννοιολογικό περιεχόμενο;
Πως περιμένουν άραγε οι ιθύνοντες στις Βρυξέλλες να ψηφίσουμε με «λογική», όταν δε φρόντισαν τουλάχιστον όλα αυτά τα χρόνια να αναδειχθούν οι παθογένειες αυτών των δύσμορφων «μηχανισμών», που προανέφερα, αλλά τώρα πέφτουμε από τα σύννεφα, ως να αδυνατούμε να καταλάβουμε, πως ένα κόμμα από 5% εκτινάχτηκε στο 25%;
Τέλος θα ήθελα να απευθυνθώ στους, ακαδημαϊκούς κυρίως, θιασώτες της δραχμής επισημαίνοντας δύο σημεία. Γνωρίζοντες τους «μηχανισμούς» από «πρώτο» χέρι, καθώς στα Πανεπιστήμια είναι πανταχού παρόντες, η μεταφορά σε εθνικό νόμισμα δεν τους προσφέρει τη δύναμη για τη συνέχιση της κυριαρχίας τους;
Με το «ανήκομεν εις την Δύσιν» συνδέσαμε την τύχη μας, υποτίθεται, ευθέως ανάλογα με τους μεγαλύτερους εμπορικούς μας εταίρους. Αποχωρώντας από την νομισματική ένωση, αν πάμε καλά τότε ποιος θα συγκρατήσει τους Πορτογάλους να μην κάνουν το ίδιο, έχοντας ένα πετυχημένο παράδειγμα; Αν αποχωρώντας καταστραφούμε τελείως τότε κανένας άλλος λαός δε θα θέλει να έχει την πορεία μας. Συνδέουμε έτσι την τύχη μας με αντιστρόφως ανάλογο λόγο πια με τους μεγαλύτερους οικονομικούς μας εταίρους.
Δεν είναι μια παράλογη κίνηση;
πηγή: Αντίφωνο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου