Σε όλους εμάς τους αγωνιστές της Εθνικής ΕΑΜικής Αντίστασης η 27η Σεπτεμβρίου 1941, ημερομηνία ίδρυσης του ΕΑΜ, αυτής της νέας Φιλικής Εταιρείας, είναι ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη μας. Το ΕΑΜ ήταν η πρώτη αντιστασιακή οργάνωση σε Πανελλαδική κλίμακα που με την ιδρυτική διακήρυξή του για το ξεκίνημα του πατριωτικού αγώνα κατά του κατακτητή και τη δημιουργία μεταπελευθερωτικά μιας κοινωνικά δίκαιης πολιτείας συγκίνησε τον ελληνικό λαό. Γι' αυτό και το αγκάλιασε και σε σύντομο χρονικό διάστημα έγινε ένα μεγάλο παλλαϊκό κίνημα. Έγινε η σπονδυλική στήλη της Εθνικής Αντίστασης και ο δημιουργός του αντιστασιακού Έπους. Και στις μέρες της απελευθέρωσης ασκούσε την κρατική εξουσία σ' ολόκληρη σχεδόν την Ελλάδα.
Μας συγκινεί ιδιαίτερα αυτή η ημερομηνία γιατί σηματοδοτεί και το ξεκίνημα της μεγάλης αλλαγής στη ζωή μας. ΕΑΜ, τα τρία αυτά λαμπερά γράμματα γίνηκαν φάρος - οδηγός στην κατοπινή πορεία μας. Το ΕΑΜ μας δίδαξε αγάπη για την πατρίδα και ότι ο αγώνας για τη λευτεριά και την κοινωνική δικαιοσύνη είναι χρέος του κάθε Έλληνα πατριώτη. Μας δίδαξε ακόμη, ανθρωπιά και συντροφικότητα. Και τα φλογερά νιάτα της πατρίδας μας που διψάγανε για λευτεριά γιατί είχανε ζήσει το ανελεύθερο καθεστώς της φασιστικής δικτατορίας Γλύξμπουργκ - Μεταξά και ζούσανε τώρα σε μια άλλη, ακόμη χειρότερη σκλαβιά, ανταποκριθήκανε στο κάλεσμά του και με τον νεανικό ενθουσιασμό τους μπήκανε στον αγώνα. Η επιθυμία τους να συμμετάσχουν στον αντιστασιακό αγώνα κατά ενός ανελέητου κατακτητή που με βαρβαρότητα αντιμετώπιζε τον αγώνα μας και η βάρβαρη συμπεριφορά του ήταν καθημερινό φαινόμενο που το ζούσε ο λαός οδήγησε τις οικογένειες που είχαν παιδιά, για να τα προφυλάξουν, σε μια συντηρητική αναδίπλωση και τότε τα νιάτα ήλθαν σε σύγκρουση με το οικογενειακό κατεστημένο, όχι τόσο τα αγόρια, που είχανε μια σχετική ελευθερία, αλλά τα κορίτσια, που είχανε πολύ αυστηρούς οικογενειακούς περιορισμούς. Αγνοήσανε την απαγόρευσή τους και μπήκανε ορμητικά στον αγώνα. Το σπάσιμο των δεσμών της οικογενειοκρατίας ήταν μια επανάσταση που κάνανε τα νιάτα ενάντια στο κατεστημένο. Η ισότητα των δύο φύλων που αργότερα κατοχυρώθηκε και νομικά με μια ιστορική διακήρυξη του Εθνική Συμβουλίου στους Κορυσχάδες αποτελεί μια μεγάλη ΕΑΜική κατάκτηση.
Στη διάρκεια του αντιστασιακού αγώνα κατά του πιο βάρβαρου κατακτητή σε μας τους αγωνιστές γινότανε σιγά - σιγά μια αλλαγή. Έγινε μια μετάλλαξη μέσα μας. Αντιμετωπίζαμε με διαφορετική νοοτροπία τους συνεχείς κινδύνους στον αγώνα. Καθημερινό φαινόμενο για τον κάθε αγωνιστή ο κίνδυνος ακόμη και για τη ζωή του. Αυτή η μετάλλαξη γίνηκε φανερή σε πανελλαδική έκταση στις θυελλώδεις και ιστορικές λαϊκές κινητοποιήσεις που προγραμμάτισε και πραγματοποίησε το ΕΑΜ σε όλες τις μεγάλες πόλεις στις 24.3.1943 και στις 21.7.1943. Η πρώτη για τη ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης των Ελλήνων για να σταλούν εργάτες στη Γερμανία και η δεύτερη για τη ματαίωση της καθόδου των Βουλγάρων προς την υπόλοιπη Μακεδονία. Οι πιο συγκλονιστικές διαδηλώσεις γίνηκαν στην Αθήνα. Πολλά ήτανε τα θύματα που θρηνήσαμε. Όμως παρά την άγρια τρομοκρατία ο λαός αψήφισε τον κίνδυνο και η λαϊκή συμμετοχή πρωτοφανής. Κάτι που δεν είχε γίνει σε καμιά χώρα της γερμανοκρατούμενης Ευρώπης. Αυτός ο πρωτοφανής λαϊκός ξεσηκωμός τρόμαξε τους κατακτητές και την κατοχική κυβέρνηση, υποχρεώθηκαν σε αναδίπλωση και ματαίωση των σχεδίων. Ήταν από τις μεγαλύτερες ΕΑΜικές επιτυχίες. Γι' αυτήν την αλλαγή της νοοτροπίας του κόσμου της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης, εκτιμώντας το τι έγινε σ' αυτές τις ιστορικές διαδηλώσεις, στις οποίες έδωσα κι εγώ το παρών, έγραψα στο βιβλίο μου "Γιατί χάθηκε η νίκη". Για να γίνει αντιληπτό και από τους αναγνώστες του άρθρου μου αυτό που αναφέρω, μιας και δεν ζήσανε αυτή την πρωτόγνωρη πατριωτική έξαρση, θα μεταφέρω εδώ αυτά που γράφω στο ειδικό κεφάλαιο για τον λαϊκό αγωνιστή:
Ο λαϊκός αγωνιστής
Και ο πιο καλόπιστος αναγνώστης μπορεί να διερωτηθεί, διαβάζοντας γι' αυτές τις πρωτοφανείς σε όγκο και σε παλμό αλλά και τρομερά επικίνδυνες διαδηλώσεις του άμαχου πληθυσμού στη φωλιά του άγριου θεριού, όπως ήταν οι Γερμανοί, πώς οι άνθρωποι αυτοί, οι εκατοντάδες χιλιάδες, αποφάσιζαν και λάμβαναν μέρος σ' αυτές τις διαδηλώσεις; Δεν βλέπανε τον άμεσο κίνδυνο που διατρέχανε; Δεν γνωρίζανε ότι οι Γερμανοί ήταν αδίστακτοι και ότι στρέφανε με ευκολία τα φονικά τους όπλα κατά των άοπλων διαδηλωτών; Δεν τους τρόμαξε η κτηνώδης συμπεριφορά των κατακτητών, όταν στην πλατεία Συντάγματος ένα τανκ κινήθηκε κατά των διαδηλωτών και συνέθλιψε δύο νέους;
Η απάντησή μου θα δοθεί σε πρώτο πρόσωπο, γιατί βρισκόμουνα κι εγώ ανάμεσά τους. Όλα τα βλέπαμε, τα ζούσαμε και γνωρίζαμε πολύ καλά τους αδίστακτους κατακτητές. Όμως μας είχε συνεπάρει το εθνικό μας χρέος προς τη σκλαβωμένη πατρίδα μας και τον λαό μας, που δεινοπαθούσε. Διαισθανόμασταν τι σήμαινε να σταλούν οι Έλληνες εργάτες στη Γερμανία. Έκλεινε η πόρτα της επιστροφής. Ξέραμε τι περίμενε τον λαό της βόρειας Ελλάδας με την επέκταση της βουλγαρικής κατοχής. Όμως η αλληλεγγύη μας ήταν απεριόριστη.
Όλοι ξέραμε καλά τον μεγάλο κίνδυνο που διατρέχαμε. Ήταν ορατός. Τον ζούσαμε καθημερινά, γιατί είχε γίνει αχώριστη συντροφιά μας. Ήτανε καθημερινά τα μηνύματα που παίρναμε ότι κάποιος σύντροφός μας δεν ξαναγύρισε στο σπίτι του. Και τότε κάποιος άλλος από εμάς τον αντικαθιστούσε στο πόστο που είχε στην οργάνωση. Ο αγώνας συνεχιζόταν... Όποιος όμως, χρησιμοποιήσει τα σημερινά κριτήρια για να εκτιμήσει αυτές τις λαϊκές εξάρσεις της εποχής εκείνης, σίγουρα θα λαθέψει.
Η ψυχοσύνθεση των αγωνιστών ήταν πολύ διαφορετική. Ζούσαμε όλοι μας με την προσμονή ενός καλύτερου κόσμου, μιας κοινωνίας ελεύθερης, απαλλαγμένης από τη βία και τις αδικίες. Κοινωνία όχι των λίγων προνομιούχων, αλλά των πολλών απλών ανθρώπων. Για να γίνει πράξη το όραμα αυτό, αγωνιζόμασταν όλοι μας. Ο συνδυασμός του αγώνα μας με το όραμα και η πίστη μας ότι αυτό μπορούμε να το πετύχουμε, μας δημιούργησαν μια άλλη ψυχοσύνθεση: Να βλέπουμε τον κίνδυνο, αλλά να μην δειλιάζουμε. Να δαμάζουμε τον φόβο μας και να έχουμε συμβιβαστεί με τη σκέψη ότι στον αγώνα μας αυτό τα πάντα μπορούν να μας συμβούν. Οι ηρωικές πράξεις των απλών ανθρώπων ήταν το πιο συνηθισμένο φαινόμενο. Σήμερα, αν συμβεί κάτι παρόμοιο, θα το θεωρήσουμε καταπληκτικό. Τότε ήταν για μας τρόπος ζωής. Ήταν η καθημερινότητα. Το θεωρούσαμε κάτι το πολύ φυσικό.
Για να δώσω μια παραστατική εικόνα της εποχής εκείνης, που δείχνει όλο το μεγαλείο της λαϊκής έξαρσης και το πνεύμα αυτοθυσίας και αυταπάρνησης των αγωνιστών, θα αναφερθώ σε δύο περιστατικά που τα έχω ζήσει και έχουν χαραχτεί στη μνήμη μου. Συνέβησαν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1944, τότε που ήμουν κρατούμενος των Γερμανών στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Στο άντρο τον Ες-Ες, στην οδό Μέρλιν, εκεί που βασάνιζαν απάνθρωπα τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και μετά τους οδηγούσαν στο Χαϊδάρι, βασάνισαν απάνθρωπα και τον λογοτέχνη και αγωνιστή Γιώργη Λαμπρινό. Στο Χαϊδάρι τον κουβάλησαν σε φορείο και τον άφησαν σε έναν χώρο που κατ' ευφημισμό τον έλεγαν αναρρωτήριο. Εκεί πρόσφεραν ιατρικές υπηρεσίες μερικοί γιατροί - κρατούμενοι και κάνανε ό,τι τους ήταν μπορετό για να απαλύνουν τον δυσβάσταχτο πόνο των βασανιζόμενων αγωνιστών.
Πρώτος ανάμεσα στους γιατρούς ένας υπέροχος άνθρωπος και αγωνιστής, με σπάνιο ήθος και ανθρωπιά, ώστε όσοι τον γνώρισαν να το θεωρούν τιμούν τους και να κολακεύονται: Ήταν ο Αντώνης ο Φλούτζης, που τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στις φυλακές και τις εξορίες. Όταν διαπίστωσε ότι η ζωή του Λαμπρινού διέτρεχε άμεσο κίνδυνο, γιατί όχι μόνο ο πυρετός δεν υποχωρούσε, αλλά άρχισαν να πυορροούν και οι πληγές του και δεν είχε τα απαραίτητα φάρμακα, τότε έστειλε σήμα κινδύνου και ζήτησε να βρεθούν όσο το δυνατόν συντομότερα.
Η ειδοποίηση έφτασε εκεί που έπρεπε, στην αθέατη ηγεσία των κρατουμένων. Από εκεί διοχετεύτηκε σε ορισμένους κρατούμενους απόλυτης εμπιστοσύνης που συμμετείχαν στις εξωτερικές αγγαρείες, σ' αυτές που παίρνανε καθημερινά διάφορες γερμανικές υπηρεσίες για δουλειές έξω από το στρατόπεδο. Παίρνανε τους κρατούμενους το πρωί και τους γύριζαν το βράδυ. Στον τόπο εργασίας υπήρχε δυνατότητα επικοινωνίας με τους δικούς μας, γιατί οι επιτηρητές στρατιώτες δεν ήταν καθαρόαιμοι Γερμανοί αλλά βίαια επιστρατευμένοι αλλοεθνείς, που μας συμπονούσαν και μας φέρονταν πολύ καλά. Με λίγα τσιγάρα που τους δίναμε, είχαμε άνετη επικοινωνία με τους δικούς μας. Δώσαμε παραγγελία και 'κείνοι, χωρίς αργοπορία, βρήκαν και φέρανε τα φάρμακα. Αυτό ήταν πολύ εύκολο. Το δύσκολο και επικίνδυνο ήταν να μπούμε μέσα.
Οι δεσμοφύλακες του Χαϊδαρίου, άνθρωποι των Ες-Ες, ήταν αμείλικτοι, όταν διαπιστώνανε ότι ο κρατούμενος ήρθε σε επαφή με κάποιον. Και το να βρεθεί πάνω του φάρμακο ή κάτι άλλο σήμαινε επικοινωνία. Τι συνέπειες θα είχε για τον κρατούμενο, αν σε ενδεχόμενο έλεγχο -γίνονταν εξονυχιστικοί έλεγχοι σε ακανόνιστα χρονικά διαστήματα κατά την ώρα της επιστροφής- του βρίσκανε αποδείξεις επικοινωνίας; Θάνατος. Τον στέλνανε στην απομόνωση, στο Νο 15, και στην πρώτη εκτέλεση ήταν μέσα. Είχε συμβεί κάτι παρόμοιο κι αυτό το γνωρίζαμε πολύ καλά. Όμως, παρ' όλα αυτά, τα φάρμακα τα μεταφέραμε στο στρατόπεδο και τα παραδώσαμε στον Αντώνη τον Φλουτζή. Αψηφήσαμε τον τρομερό κίνδυνο. Ο Λαμπρινός σώθηκε και επέζησε. Δυστυχώς όμως όχι για πολύ. Σκοτώθηκε στη διάρκεια του εμφυλίου και έτσι έχασε η χώρα μας έναν ταλαντούχο λογοτέχνη.
Το δεύτερο περιστατικό συνέβηκε το τρίτο δεκαήμερο του Ιουλίου. Πήραν από κοντά μας πενήντα πέντε συγκρατούμενούς μας, που οι περισσότεροί τους ήταν ΕΠΟΝίτες από το Κερατσίνι. Τους έπιασε, μετά από προδοσία ελληνόφωνων χαφιέδων, η Ειδική Ασφάλεια και τους παρέδωσε στους Γερμανούς. Κι εκείνοι από το Χαϊδάρι, που ήταν το στρατόπεδο των αδίκαστων θανατοποινιτών, γιατί από 'κεί παίρνανε τους αγωνιστές για τις ομαδικές εκτελέσεις, τους πήραν κι αυτούς μια μέρα και τους κρεμάσανε στο Χαρβάτι, το σημερινό Πικέρμι.
Περιττό να αναφέρω ότι απ' αυτούς τους προδότες όχι μόνο δεν δικάστηκε κανένας, αλλά έγιναν και οι στυλοβάτες του μεταδεκεμβριανού κράτους. Και το χειρότερο που έκαναν είναι ότι οι ίδιοι αυτοί καταδότες και υπεύθυνοι της σφαγής των ΕΠΟΝιτών κυνήγησαν μετά τα Δεκεμβριανά και τους συγγενείς των θυμάτων.
Την ώρα που ξεκινούσαν τα φορτηγά αυτοκίνητα με τους μελλοθάνατους, για να τους μεταφέρουν στον τόπο της εκτέλεσης, τα παιδιά αυτά όρθια τραγούδαγαν τον Εθνικό Ύμνο, ενώ οι Γερμανοί συνοδοί τα χτυπούσαν, και δίνανε κουράγιο σε μας, που με βουρκωμένα μάτια στεκόμασταν σαν απολιθωμένοι στις θέσεις μας. Και πριν βγουν έξω τα αυτοκίνητα να τους φωνάζουν "καλή λευτεριά", ενώ αυτά τα παιδιά τα οδηγούσαν στο εκτελεστικό απόσπασμα. Με ποια ανθρώπινα μέτρα να αποτολμήσεις να περιγράψεις τις συγκλονιστικές αυτές στιγμές, τον άφταστο αυτόν ηρωισμό τους; Πώς, με ποιο τρόπο και με ποια λόγια να μιλήσεις γι' αυτό το μεγαλείο τους; Όχι, με τίποτε δεν περιγράφονται τέτοιες στιγμές. Το μεγαλείο τους στέκει πολύ πιο πάνω από τα ανθρώπινα.
Η ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση έθρεψε στα σπλάχνα της, γέννησε, γαλούχησε και ανέδειξε μυριάδες αγωνιστές, που δεν συναντιούνται εύκολα. Την ηρωική εκείνη εποχή τα πάντα ήταν πάνω από τα συνηθισμένα. Ξεπερνούσαν τα καθιερωμένα. Οι άφταστοι ηρωισμοί των απλών ανώνυμων αγωνιστών ήταν καθημερινό φαινόμενο. Γι' αυτό και αποτολμώ να υποστηρίξω ότι όποιος δεν ευτύχησε να βρεθεί ανάμεσα σ' αυτόν τον κόσμο, όποιος δεν αγωνίστηκε μαζί του και δεν έζησε τον ίδιο κίνδυνο, θα σταθεί ανήμπορος να καταλάβει τα όσα προανέφερα.
Μας συγκινεί ιδιαίτερα αυτή η ημερομηνία γιατί σηματοδοτεί και το ξεκίνημα της μεγάλης αλλαγής στη ζωή μας. ΕΑΜ, τα τρία αυτά λαμπερά γράμματα γίνηκαν φάρος - οδηγός στην κατοπινή πορεία μας. Το ΕΑΜ μας δίδαξε αγάπη για την πατρίδα και ότι ο αγώνας για τη λευτεριά και την κοινωνική δικαιοσύνη είναι χρέος του κάθε Έλληνα πατριώτη. Μας δίδαξε ακόμη, ανθρωπιά και συντροφικότητα. Και τα φλογερά νιάτα της πατρίδας μας που διψάγανε για λευτεριά γιατί είχανε ζήσει το ανελεύθερο καθεστώς της φασιστικής δικτατορίας Γλύξμπουργκ - Μεταξά και ζούσανε τώρα σε μια άλλη, ακόμη χειρότερη σκλαβιά, ανταποκριθήκανε στο κάλεσμά του και με τον νεανικό ενθουσιασμό τους μπήκανε στον αγώνα. Η επιθυμία τους να συμμετάσχουν στον αντιστασιακό αγώνα κατά ενός ανελέητου κατακτητή που με βαρβαρότητα αντιμετώπιζε τον αγώνα μας και η βάρβαρη συμπεριφορά του ήταν καθημερινό φαινόμενο που το ζούσε ο λαός οδήγησε τις οικογένειες που είχαν παιδιά, για να τα προφυλάξουν, σε μια συντηρητική αναδίπλωση και τότε τα νιάτα ήλθαν σε σύγκρουση με το οικογενειακό κατεστημένο, όχι τόσο τα αγόρια, που είχανε μια σχετική ελευθερία, αλλά τα κορίτσια, που είχανε πολύ αυστηρούς οικογενειακούς περιορισμούς. Αγνοήσανε την απαγόρευσή τους και μπήκανε ορμητικά στον αγώνα. Το σπάσιμο των δεσμών της οικογενειοκρατίας ήταν μια επανάσταση που κάνανε τα νιάτα ενάντια στο κατεστημένο. Η ισότητα των δύο φύλων που αργότερα κατοχυρώθηκε και νομικά με μια ιστορική διακήρυξη του Εθνική Συμβουλίου στους Κορυσχάδες αποτελεί μια μεγάλη ΕΑΜική κατάκτηση.
Στη διάρκεια του αντιστασιακού αγώνα κατά του πιο βάρβαρου κατακτητή σε μας τους αγωνιστές γινότανε σιγά - σιγά μια αλλαγή. Έγινε μια μετάλλαξη μέσα μας. Αντιμετωπίζαμε με διαφορετική νοοτροπία τους συνεχείς κινδύνους στον αγώνα. Καθημερινό φαινόμενο για τον κάθε αγωνιστή ο κίνδυνος ακόμη και για τη ζωή του. Αυτή η μετάλλαξη γίνηκε φανερή σε πανελλαδική έκταση στις θυελλώδεις και ιστορικές λαϊκές κινητοποιήσεις που προγραμμάτισε και πραγματοποίησε το ΕΑΜ σε όλες τις μεγάλες πόλεις στις 24.3.1943 και στις 21.7.1943. Η πρώτη για τη ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης των Ελλήνων για να σταλούν εργάτες στη Γερμανία και η δεύτερη για τη ματαίωση της καθόδου των Βουλγάρων προς την υπόλοιπη Μακεδονία. Οι πιο συγκλονιστικές διαδηλώσεις γίνηκαν στην Αθήνα. Πολλά ήτανε τα θύματα που θρηνήσαμε. Όμως παρά την άγρια τρομοκρατία ο λαός αψήφισε τον κίνδυνο και η λαϊκή συμμετοχή πρωτοφανής. Κάτι που δεν είχε γίνει σε καμιά χώρα της γερμανοκρατούμενης Ευρώπης. Αυτός ο πρωτοφανής λαϊκός ξεσηκωμός τρόμαξε τους κατακτητές και την κατοχική κυβέρνηση, υποχρεώθηκαν σε αναδίπλωση και ματαίωση των σχεδίων. Ήταν από τις μεγαλύτερες ΕΑΜικές επιτυχίες. Γι' αυτήν την αλλαγή της νοοτροπίας του κόσμου της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης, εκτιμώντας το τι έγινε σ' αυτές τις ιστορικές διαδηλώσεις, στις οποίες έδωσα κι εγώ το παρών, έγραψα στο βιβλίο μου "Γιατί χάθηκε η νίκη". Για να γίνει αντιληπτό και από τους αναγνώστες του άρθρου μου αυτό που αναφέρω, μιας και δεν ζήσανε αυτή την πρωτόγνωρη πατριωτική έξαρση, θα μεταφέρω εδώ αυτά που γράφω στο ειδικό κεφάλαιο για τον λαϊκό αγωνιστή:
Ο λαϊκός αγωνιστής
Και ο πιο καλόπιστος αναγνώστης μπορεί να διερωτηθεί, διαβάζοντας γι' αυτές τις πρωτοφανείς σε όγκο και σε παλμό αλλά και τρομερά επικίνδυνες διαδηλώσεις του άμαχου πληθυσμού στη φωλιά του άγριου θεριού, όπως ήταν οι Γερμανοί, πώς οι άνθρωποι αυτοί, οι εκατοντάδες χιλιάδες, αποφάσιζαν και λάμβαναν μέρος σ' αυτές τις διαδηλώσεις; Δεν βλέπανε τον άμεσο κίνδυνο που διατρέχανε; Δεν γνωρίζανε ότι οι Γερμανοί ήταν αδίστακτοι και ότι στρέφανε με ευκολία τα φονικά τους όπλα κατά των άοπλων διαδηλωτών; Δεν τους τρόμαξε η κτηνώδης συμπεριφορά των κατακτητών, όταν στην πλατεία Συντάγματος ένα τανκ κινήθηκε κατά των διαδηλωτών και συνέθλιψε δύο νέους;
Η απάντησή μου θα δοθεί σε πρώτο πρόσωπο, γιατί βρισκόμουνα κι εγώ ανάμεσά τους. Όλα τα βλέπαμε, τα ζούσαμε και γνωρίζαμε πολύ καλά τους αδίστακτους κατακτητές. Όμως μας είχε συνεπάρει το εθνικό μας χρέος προς τη σκλαβωμένη πατρίδα μας και τον λαό μας, που δεινοπαθούσε. Διαισθανόμασταν τι σήμαινε να σταλούν οι Έλληνες εργάτες στη Γερμανία. Έκλεινε η πόρτα της επιστροφής. Ξέραμε τι περίμενε τον λαό της βόρειας Ελλάδας με την επέκταση της βουλγαρικής κατοχής. Όμως η αλληλεγγύη μας ήταν απεριόριστη.
Όλοι ξέραμε καλά τον μεγάλο κίνδυνο που διατρέχαμε. Ήταν ορατός. Τον ζούσαμε καθημερινά, γιατί είχε γίνει αχώριστη συντροφιά μας. Ήτανε καθημερινά τα μηνύματα που παίρναμε ότι κάποιος σύντροφός μας δεν ξαναγύρισε στο σπίτι του. Και τότε κάποιος άλλος από εμάς τον αντικαθιστούσε στο πόστο που είχε στην οργάνωση. Ο αγώνας συνεχιζόταν... Όποιος όμως, χρησιμοποιήσει τα σημερινά κριτήρια για να εκτιμήσει αυτές τις λαϊκές εξάρσεις της εποχής εκείνης, σίγουρα θα λαθέψει.
Η ψυχοσύνθεση των αγωνιστών ήταν πολύ διαφορετική. Ζούσαμε όλοι μας με την προσμονή ενός καλύτερου κόσμου, μιας κοινωνίας ελεύθερης, απαλλαγμένης από τη βία και τις αδικίες. Κοινωνία όχι των λίγων προνομιούχων, αλλά των πολλών απλών ανθρώπων. Για να γίνει πράξη το όραμα αυτό, αγωνιζόμασταν όλοι μας. Ο συνδυασμός του αγώνα μας με το όραμα και η πίστη μας ότι αυτό μπορούμε να το πετύχουμε, μας δημιούργησαν μια άλλη ψυχοσύνθεση: Να βλέπουμε τον κίνδυνο, αλλά να μην δειλιάζουμε. Να δαμάζουμε τον φόβο μας και να έχουμε συμβιβαστεί με τη σκέψη ότι στον αγώνα μας αυτό τα πάντα μπορούν να μας συμβούν. Οι ηρωικές πράξεις των απλών ανθρώπων ήταν το πιο συνηθισμένο φαινόμενο. Σήμερα, αν συμβεί κάτι παρόμοιο, θα το θεωρήσουμε καταπληκτικό. Τότε ήταν για μας τρόπος ζωής. Ήταν η καθημερινότητα. Το θεωρούσαμε κάτι το πολύ φυσικό.
Για να δώσω μια παραστατική εικόνα της εποχής εκείνης, που δείχνει όλο το μεγαλείο της λαϊκής έξαρσης και το πνεύμα αυτοθυσίας και αυταπάρνησης των αγωνιστών, θα αναφερθώ σε δύο περιστατικά που τα έχω ζήσει και έχουν χαραχτεί στη μνήμη μου. Συνέβησαν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1944, τότε που ήμουν κρατούμενος των Γερμανών στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Στο άντρο τον Ες-Ες, στην οδό Μέρλιν, εκεί που βασάνιζαν απάνθρωπα τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και μετά τους οδηγούσαν στο Χαϊδάρι, βασάνισαν απάνθρωπα και τον λογοτέχνη και αγωνιστή Γιώργη Λαμπρινό. Στο Χαϊδάρι τον κουβάλησαν σε φορείο και τον άφησαν σε έναν χώρο που κατ' ευφημισμό τον έλεγαν αναρρωτήριο. Εκεί πρόσφεραν ιατρικές υπηρεσίες μερικοί γιατροί - κρατούμενοι και κάνανε ό,τι τους ήταν μπορετό για να απαλύνουν τον δυσβάσταχτο πόνο των βασανιζόμενων αγωνιστών.
Πρώτος ανάμεσα στους γιατρούς ένας υπέροχος άνθρωπος και αγωνιστής, με σπάνιο ήθος και ανθρωπιά, ώστε όσοι τον γνώρισαν να το θεωρούν τιμούν τους και να κολακεύονται: Ήταν ο Αντώνης ο Φλούτζης, που τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στις φυλακές και τις εξορίες. Όταν διαπίστωσε ότι η ζωή του Λαμπρινού διέτρεχε άμεσο κίνδυνο, γιατί όχι μόνο ο πυρετός δεν υποχωρούσε, αλλά άρχισαν να πυορροούν και οι πληγές του και δεν είχε τα απαραίτητα φάρμακα, τότε έστειλε σήμα κινδύνου και ζήτησε να βρεθούν όσο το δυνατόν συντομότερα.
Η ειδοποίηση έφτασε εκεί που έπρεπε, στην αθέατη ηγεσία των κρατουμένων. Από εκεί διοχετεύτηκε σε ορισμένους κρατούμενους απόλυτης εμπιστοσύνης που συμμετείχαν στις εξωτερικές αγγαρείες, σ' αυτές που παίρνανε καθημερινά διάφορες γερμανικές υπηρεσίες για δουλειές έξω από το στρατόπεδο. Παίρνανε τους κρατούμενους το πρωί και τους γύριζαν το βράδυ. Στον τόπο εργασίας υπήρχε δυνατότητα επικοινωνίας με τους δικούς μας, γιατί οι επιτηρητές στρατιώτες δεν ήταν καθαρόαιμοι Γερμανοί αλλά βίαια επιστρατευμένοι αλλοεθνείς, που μας συμπονούσαν και μας φέρονταν πολύ καλά. Με λίγα τσιγάρα που τους δίναμε, είχαμε άνετη επικοινωνία με τους δικούς μας. Δώσαμε παραγγελία και 'κείνοι, χωρίς αργοπορία, βρήκαν και φέρανε τα φάρμακα. Αυτό ήταν πολύ εύκολο. Το δύσκολο και επικίνδυνο ήταν να μπούμε μέσα.
Οι δεσμοφύλακες του Χαϊδαρίου, άνθρωποι των Ες-Ες, ήταν αμείλικτοι, όταν διαπιστώνανε ότι ο κρατούμενος ήρθε σε επαφή με κάποιον. Και το να βρεθεί πάνω του φάρμακο ή κάτι άλλο σήμαινε επικοινωνία. Τι συνέπειες θα είχε για τον κρατούμενο, αν σε ενδεχόμενο έλεγχο -γίνονταν εξονυχιστικοί έλεγχοι σε ακανόνιστα χρονικά διαστήματα κατά την ώρα της επιστροφής- του βρίσκανε αποδείξεις επικοινωνίας; Θάνατος. Τον στέλνανε στην απομόνωση, στο Νο 15, και στην πρώτη εκτέλεση ήταν μέσα. Είχε συμβεί κάτι παρόμοιο κι αυτό το γνωρίζαμε πολύ καλά. Όμως, παρ' όλα αυτά, τα φάρμακα τα μεταφέραμε στο στρατόπεδο και τα παραδώσαμε στον Αντώνη τον Φλουτζή. Αψηφήσαμε τον τρομερό κίνδυνο. Ο Λαμπρινός σώθηκε και επέζησε. Δυστυχώς όμως όχι για πολύ. Σκοτώθηκε στη διάρκεια του εμφυλίου και έτσι έχασε η χώρα μας έναν ταλαντούχο λογοτέχνη.
Το δεύτερο περιστατικό συνέβηκε το τρίτο δεκαήμερο του Ιουλίου. Πήραν από κοντά μας πενήντα πέντε συγκρατούμενούς μας, που οι περισσότεροί τους ήταν ΕΠΟΝίτες από το Κερατσίνι. Τους έπιασε, μετά από προδοσία ελληνόφωνων χαφιέδων, η Ειδική Ασφάλεια και τους παρέδωσε στους Γερμανούς. Κι εκείνοι από το Χαϊδάρι, που ήταν το στρατόπεδο των αδίκαστων θανατοποινιτών, γιατί από 'κεί παίρνανε τους αγωνιστές για τις ομαδικές εκτελέσεις, τους πήραν κι αυτούς μια μέρα και τους κρεμάσανε στο Χαρβάτι, το σημερινό Πικέρμι.
Περιττό να αναφέρω ότι απ' αυτούς τους προδότες όχι μόνο δεν δικάστηκε κανένας, αλλά έγιναν και οι στυλοβάτες του μεταδεκεμβριανού κράτους. Και το χειρότερο που έκαναν είναι ότι οι ίδιοι αυτοί καταδότες και υπεύθυνοι της σφαγής των ΕΠΟΝιτών κυνήγησαν μετά τα Δεκεμβριανά και τους συγγενείς των θυμάτων.
Την ώρα που ξεκινούσαν τα φορτηγά αυτοκίνητα με τους μελλοθάνατους, για να τους μεταφέρουν στον τόπο της εκτέλεσης, τα παιδιά αυτά όρθια τραγούδαγαν τον Εθνικό Ύμνο, ενώ οι Γερμανοί συνοδοί τα χτυπούσαν, και δίνανε κουράγιο σε μας, που με βουρκωμένα μάτια στεκόμασταν σαν απολιθωμένοι στις θέσεις μας. Και πριν βγουν έξω τα αυτοκίνητα να τους φωνάζουν "καλή λευτεριά", ενώ αυτά τα παιδιά τα οδηγούσαν στο εκτελεστικό απόσπασμα. Με ποια ανθρώπινα μέτρα να αποτολμήσεις να περιγράψεις τις συγκλονιστικές αυτές στιγμές, τον άφταστο αυτόν ηρωισμό τους; Πώς, με ποιο τρόπο και με ποια λόγια να μιλήσεις γι' αυτό το μεγαλείο τους; Όχι, με τίποτε δεν περιγράφονται τέτοιες στιγμές. Το μεγαλείο τους στέκει πολύ πιο πάνω από τα ανθρώπινα.
Η ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση έθρεψε στα σπλάχνα της, γέννησε, γαλούχησε και ανέδειξε μυριάδες αγωνιστές, που δεν συναντιούνται εύκολα. Την ηρωική εκείνη εποχή τα πάντα ήταν πάνω από τα συνηθισμένα. Ξεπερνούσαν τα καθιερωμένα. Οι άφταστοι ηρωισμοί των απλών ανώνυμων αγωνιστών ήταν καθημερινό φαινόμενο. Γι' αυτό και αποτολμώ να υποστηρίξω ότι όποιος δεν ευτύχησε να βρεθεί ανάμεσα σ' αυτόν τον κόσμο, όποιος δεν αγωνίστηκε μαζί του και δεν έζησε τον ίδιο κίνδυνο, θα σταθεί ανήμπορος να καταλάβει τα όσα προανέφερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου