Οι πολιτισμοί των αρχαίων Ελλήνων και των νεωτερικών ευρωπαίων ήταν ατομοκεντρικοί, με την έννοια ότι στη φάση της ανόδου τους είχαν ως ανθρωπολογικό πρότυπο το υπεύθυνο άτομο, τον πολίτη. Με την πάροδο του χρόνου και καθώς το διαβουλευόμενο σώμα των πολιτών φαινόταν να γίνεται η «πηγή» της νομιμότητας, το άτομο άρχισε να αποκτά την αλλόκοτη ιδέα ότι η θεμελίωση της Πολιτείας είναι συμβατική-σχετική. «Κοινωνικό συμβόλαιο», για παράδειγμα. Ότι στην πραγματικότητα η πόλις δεν «ανήκει στους θεούς και τους ήρωες», όπως πιστευόταν πριν και στερεότυπα επαναλαμβανόταν στα προοίμια των βουλευτικών αποφάσεων (θύσαντες και ομώσαντες τοις θεοίς και τοις ηρωσι τοις κατέχουσι την πόλιν εδοξε τή Βουλή και τώ Δήμω). Ότι, με άλλα λόγια, η Πολιτεία δεν θεμελιώνεται στο ιερό, στην ιερή βία, όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα. Η κυριαρχία, από ένα σημείο και πέρα, της μηδενιστικής επιπολαιότητας συμπίπτει, στους ατομοκεντρικούς πολιτισμούς, με την ανάπτυξη συνθηκών ανθρωπολογικής αποσύνθεσης, συνθηκών στις οποίες θα αναφερθούμε διεξοδικά σ’ αυτό το βιβλίο.
Όταν η εξατομίκευση ολοκληρώνεται και η διάκριση θείου και ανθρωπίνου εξατμίζεται, τότε η ατομοκεντρική κοινωνία κατολισθαινει προς το «κάτω όριο», το «σημείο μηδέν» του πολιτισμού, την άλληλοσφαγή. Ενσκήπτει τότε και πάλι ο θυσιαστικός πατέρας-πόλεμος, κι αν καταφέρει να λειτουργήσει αποτελεσματικά, μπορεί να αποτρέψει την αυτοκαταστροφή της κοινότητας. Στις συνθήκες αυτές έχουμε, κατά κανόνα, υποστροφή σε μορφές κολεκτιβισμού ολοκληρωτικότερες των καταγωγικών, όπως έχει δείξει ο 20ος αιώνας. Μπορεί, στις συνθήκες αυτές, να τεθεί ζήτημα υπέρβασης του ανθρωπολογικού διπόλου ατομικισμού / κολεκτιβισμού, όπως συνέβη στην ύστερη αρχαιότητα, για να λάβει ως απάντηση τον χριστιανισμό. Τίθεται επίσης και σήμερα, στην εποχή του μεταμοντέρνου μηδενισμού.
Η υπέρβαση του ανθρωπολογικού δίπολου δεν είναι απλώς όνειρο ή ευσεβής πόθος. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη παράδοση το ανθρωπολογικό δίπολο μπορεί να υπερβαθεί και να εμφανιστεί ένας τρίτος τύπος ανθρώπου: το Πρόσωπο. Κατ’ αρχήν το Πρόσωπο είναι το άτομο, το οποίο έχει τεθεί έξω από την εξουσία του θυσιαστικού μηχανισμού. Έχοντας απαλλαγεί από τη βία μέσα του έχει ελευθερωθεί και από τη βία έξω του: ήρθε ο άρχων του κόσμου τούτου κι έφυγε άπρακτος, γιατί δεν βρήκε μέσα μου τίποτα να πιαστεί. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί το Πρόσωπο να «πάρει επάνω» του το συλλογικό μίασμα (τις «αμαρτίες του κόσμου»), επιτρέποντας στην κοινότητα να θεμελιώσει την ενότητά της στη δική του μαρτυρία-μαρτύριο (θυσία-αυτοθυσία). Πρότυπο-αρχέτυπο του ανθρωπολογικού αυτού τύπου είναι ο Εσταυρωμένος. Η ανθρωπολογία του Σταυρού προσφέρει μια άλλη βάση για την ατομικότητα: την Αγάπη. Κατά σύμπτωση μόνο σ’ αυτή τη βάση είναι δυνατή και η απόλυτη-ακατάλυτη ατομικότητα, την οποία εις μάτην προσπαθεί να αποκτήσει το άτομο κατά τη διαμορφωτική-ανοδική του φάση. Η ανθρωπολογία του Σταυρού εισάγει, επίσης, μιαν άλλη αντίληψη για τη δύναμη: η αληθινή δύναμη είναι η αυτοθυσιαστική αγάπη.
Από το βιβλίο «Πέρα από το Άτομο», εκδ. Αρμός, Αθήνα 2003, σελ. 52-53
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου