Στη σημερινή δύσκολη συγκυρία οφείλουμε όλοι -πολιτικό σύστημα, Αυτοδιοίκηση, κοινωνικοί φορείς, πολίτες- να είμαστε τουλάχιστον ειλικρινείς.
Σε μια περίοδο παρατεταμένης και ανεξέλεγκτης ύφεσης (που επίσημα πλέον ομολογείται ότι θα διατηρηθεί μέχρι το 2016), με εκρηκτική ανεργία που πλησιάζει το 30% και με σχεδιαζόμενα νέα μέτρα περικοπής μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών που εξαντλούν τις αντοχές της κοινωνίας, η επαγγελία της ανάπτυξης από την πλευρά των κυβερνώντων αποτελεί πολιτική απάτη ολκής. Ανάλογη με την αδιαμφισβήτητη πια προεκλογική απάτη της «επαναδιαπραγμάτευσης».
Φαίνεται ότι μόνο η κυβέρνηση δεν μπορεί να καταλάβει αυτό που συνειδητοποιεί και ο τελευταίος πολίτης αυτού του τόπου. Ότι δηλαδή δεν έχει κανένα νόημα η συζήτηση για την ανάπτυξη σε μια χώρα που η κοινωνία έχει ουσιαστικά χρεωκοπήσει. Σε μια χώρα που λεηλατούνται συστηματικά τρία χρόνια τώρα το εισόδημα, τα δικαιώματα και η αξιοπρέπεια των ανθρώπων της.
Γιατί, προφανώς, χρεωκοπία δεν είναι μόνο η κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και η αρνητική αξιολόγηση της χώρας από τους γνωστούς «οίκους» της διεθνούς τοκογλυφίας, αλλά κυρίως η στάση πληρωμών προς τους εργαζόμενους και την αγορά, η κατάρρευση της δημόσιας περίθαλψης και της δημόσιας εκπαίδευσης, η εξάπλωση της «κηλίδας» της ανεργίας, της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, η καλπάζουσα ανθρωπιστική κρίση των συσσιτίων, των αστέγων και των αυτοκτονιών, η συρρίκνωση των δικαιωμάτων και ελευθεριών στο όνομα της «ασφάλειας», η υποχώρηση τελικά της ίδιας της Δημοκρατίας.
Δείχνουν οι «συγκυβερνώντες» να μην αντιλαμβάνονται ότι πολύ απλά κοροϊδεύει όποιος δίνει «όρκους πίστης» στην ανάπτυξη αλλά ταυτόχρονα προωθεί την οικονομική εξαθλίωση των εργαζομένων και την καθίζηση της αγοραστικής τους δύναμης, τη διάλυση της μικρομεσαίας επιχείρησης και την έκρηξη της ανεργίας, την κατάλυση κάθε έννοιας εργατικού δικαίου και κοινωνικού κράτους, την εμπορευματοποίηση όλων των δημόσιων αγαθών (Υγεία, Παιδεία, ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες κ.λπ.), τη διάλυση του ΕΣΥ και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, την οικονομική χρεωκοπία της Αυτοδιοίκησης, τη συγχώνευση - κατάργηση σημαντικών ερευνητικών Ινστιτούτων (ΙΓΜΕ), την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και την παράδοση σε ιδιωτικά συμφέροντα όλων των βασικών αναπτυξιακών «εργαλείων» όπως οι υποδομές (λιμάνια, αεροδρόμια, αυτοκινητόδρομοι, σιδηροδρομικό δίκτυο), η Αγροτική Τράπεζα και οι δημόσιες επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας (ΕΛΒΟ, Ναυπηγεία κ.λπ.).
Ακριβώς λοιπόν για όλους τους παραπάνω λόγους, η πρώτιστη προτεραιότητα σήμερα δεν είναι η επαγγελία μιας «ανέφικτης ανάπτυξης» αλλά η ριζική αλλαγή πορείας, ο άμεσος απεγκλωβισμός από τον μνημονιακό «βρόγχο» και τις διαλυτικές για την κοινωνία «δεσμεύσεις» απέναντι στην τρόικα. Αφού διασφαλιστεί η ανάσχεση του καταστροφικού φαύλου κύκλου σκληρών μέτρων -ύφεσης, απόκλισης στόχων- νέων μέτρων, το επόμενο βήμα είναι ένα καλά επεξεργασμένο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης και αναδιοργάνωσης σε νέες βάσεις των πάντων: της οικονομίας, του τραπεζικού συστήματος, του κράτους και της δημόσιας διοίκησης, του συνδικαλιστικού και συνεταιριστικού κινήματος, του πολιτικού συστήματος, των δημοκρατικών θεσμών.
Γιατί προφανώς η απάντηση στο σημερινό τέλμα δεν είναι η επιστροφή στο «φαύλο» παρελθόν ούτε η «νοσταλγία» ενός σαθρού μοντέλου λειτουργίας της οικονομίας και του κράτους που ευνοούσε την «ασυλία» του πλούτου, την παραοικονομία, την απαξίωση της παραγωγικής και έντιμης εργασίας, τη συναλλαγή, την ανομία και την εκτεταμένη διαφθορά.
Στην πραγματικότητα, στη χώρα μας δεν είχαμε ένα υπερτροφικό κράτος -όπως μας λένε οι νεοφιλελεύθεροι-, αλλά ένα ανίσχυρο κράτος που διαπλεκόταν και υπηρετούσε πανίσχυρα ιδιωτικά συμφέροντα, πάντα με την «ευγενική συνεισφορά» ενός σημαντικού μέρους του πολιτικού προσωπικού που είχε αναγάγει σε επιστήμη τον προκλητικό πλουτισμό, την προσωπική ιδιοτέλεια, τις πελατειακές σχέσεις και την ευνοιοκρατία!
Οι μόνοι λοιπόν που δεν δικαιούνται να «κλαψουρίζουν» για το σημερινό χάλι, ούτε βεβαίως μπορούν να πείσουν για τις «κατόπιν εορτής» (κοινώς party) μεταρρυθμιστικές τους προθέσεις, είναι οι πολιτικές δυνάμεις και τα ηγετικά τους στελέχη που εξέθρεψαν, ανέχτηκαν και συγκάλυψαν αυτή την αθλιότητα.
Σήμερα, δεν αρκούν οι καλές προθέσεις, οι ευχές και οι όρκοι στο καλό του τόπου. Το μείζον πρόβλημα είναι η πολιτική αξιοπιστία και η πολιτική επάρκεια στην προώθηση ενός νέου σχεδίου επιβίωσης και προοπτικής για την οικονομία, την κοινωνία και τη χώρα.
Αρκετά με τη φιλολογία της ανάπτυξης, τους «πυλώνες» και τους «άξονές» της. Ιδέες και υλοποιήσιμες προτάσεις για την περιοχή μας υπάρχουν. Έχουν κατατεθεί κατʼ επανάληψιν από επιστημονικούς φορείς (ΓΕΩΤΕΕ, ΤΕΕ), Επιμελητήρια, Ινστιτούτα (ΙΓΜΕ), Πανεπιστημιακά Ιδρύματα. Αυτό που λείπει είναι η σωστή πολιτική ιεράρχηση και η αξιοποίησή τους με κριτήριο όχι την «απορροφησιμότητα» των ευρωπαϊκών κονδυλίων αλλά τις νέες κοινωνικές ανάγκες που έχει δημιουργήσει η κρίση, την προστασία του περιβάλλοντος, της δημόσιας περιουσίας, της υγείας και της ποιότητας ζωής των ανθρώπων.
Η Κρήτη, το Ρέθυμνο, ο τόπος μας, αξίζουν καλύτερης τύχης. Έχουν ανθρώπους δημιουργικούς, ανήσυχους, που σε ένα άλλο πολιτικό περιβάλλον δικαιοσύνης και αξιοκρατίας θα μπορούσαν να κάνουν θαύματα.
Οφείλουμε να βάλουμε οριστικό τέλος στον παραγοντισμό, στην πελατειακή λογική, στην επικράτηση των μικρών και μεγάλων συμφερόντων έναντι του κοινωνικού οφέλους. Να διεκδικήσουμε ξανά το αξιοβίωτο του λαού μας, με αναστοχασμό, με επιστροφή στις αξίες του ανθρωπισμού, της ισότητας, της συλλογικότητας, της κοινωνικής υπευθυνότητας και αλληλεγγύης, με σεβασμό των αναγκών και των δικαιωμάτων όλων των πολιτών που ζουν και εργάζονται στον τόπο μας.
* Ο Ανδρέας Ξανθός είναι βουλευτής Ρεθύμνου του ΣΥΡΙΖΑ Ενωτικό Κοινωνικό Μέτωπο
Σημ.: Το κείμενο βασίστηκε στην παρέμβαση του Α. Ξανθού στο 27ο Αναπτυξιακό Συνέδριο Μυλοποταμιτών (Κρυονέρι, 18.8.2012)
Σε μια περίοδο παρατεταμένης και ανεξέλεγκτης ύφεσης (που επίσημα πλέον ομολογείται ότι θα διατηρηθεί μέχρι το 2016), με εκρηκτική ανεργία που πλησιάζει το 30% και με σχεδιαζόμενα νέα μέτρα περικοπής μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών που εξαντλούν τις αντοχές της κοινωνίας, η επαγγελία της ανάπτυξης από την πλευρά των κυβερνώντων αποτελεί πολιτική απάτη ολκής. Ανάλογη με την αδιαμφισβήτητη πια προεκλογική απάτη της «επαναδιαπραγμάτευσης».
Φαίνεται ότι μόνο η κυβέρνηση δεν μπορεί να καταλάβει αυτό που συνειδητοποιεί και ο τελευταίος πολίτης αυτού του τόπου. Ότι δηλαδή δεν έχει κανένα νόημα η συζήτηση για την ανάπτυξη σε μια χώρα που η κοινωνία έχει ουσιαστικά χρεωκοπήσει. Σε μια χώρα που λεηλατούνται συστηματικά τρία χρόνια τώρα το εισόδημα, τα δικαιώματα και η αξιοπρέπεια των ανθρώπων της.
Γιατί, προφανώς, χρεωκοπία δεν είναι μόνο η κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και η αρνητική αξιολόγηση της χώρας από τους γνωστούς «οίκους» της διεθνούς τοκογλυφίας, αλλά κυρίως η στάση πληρωμών προς τους εργαζόμενους και την αγορά, η κατάρρευση της δημόσιας περίθαλψης και της δημόσιας εκπαίδευσης, η εξάπλωση της «κηλίδας» της ανεργίας, της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, η καλπάζουσα ανθρωπιστική κρίση των συσσιτίων, των αστέγων και των αυτοκτονιών, η συρρίκνωση των δικαιωμάτων και ελευθεριών στο όνομα της «ασφάλειας», η υποχώρηση τελικά της ίδιας της Δημοκρατίας.
Δείχνουν οι «συγκυβερνώντες» να μην αντιλαμβάνονται ότι πολύ απλά κοροϊδεύει όποιος δίνει «όρκους πίστης» στην ανάπτυξη αλλά ταυτόχρονα προωθεί την οικονομική εξαθλίωση των εργαζομένων και την καθίζηση της αγοραστικής τους δύναμης, τη διάλυση της μικρομεσαίας επιχείρησης και την έκρηξη της ανεργίας, την κατάλυση κάθε έννοιας εργατικού δικαίου και κοινωνικού κράτους, την εμπορευματοποίηση όλων των δημόσιων αγαθών (Υγεία, Παιδεία, ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες κ.λπ.), τη διάλυση του ΕΣΥ και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, την οικονομική χρεωκοπία της Αυτοδιοίκησης, τη συγχώνευση - κατάργηση σημαντικών ερευνητικών Ινστιτούτων (ΙΓΜΕ), την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και την παράδοση σε ιδιωτικά συμφέροντα όλων των βασικών αναπτυξιακών «εργαλείων» όπως οι υποδομές (λιμάνια, αεροδρόμια, αυτοκινητόδρομοι, σιδηροδρομικό δίκτυο), η Αγροτική Τράπεζα και οι δημόσιες επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας (ΕΛΒΟ, Ναυπηγεία κ.λπ.).
Ακριβώς λοιπόν για όλους τους παραπάνω λόγους, η πρώτιστη προτεραιότητα σήμερα δεν είναι η επαγγελία μιας «ανέφικτης ανάπτυξης» αλλά η ριζική αλλαγή πορείας, ο άμεσος απεγκλωβισμός από τον μνημονιακό «βρόγχο» και τις διαλυτικές για την κοινωνία «δεσμεύσεις» απέναντι στην τρόικα. Αφού διασφαλιστεί η ανάσχεση του καταστροφικού φαύλου κύκλου σκληρών μέτρων -ύφεσης, απόκλισης στόχων- νέων μέτρων, το επόμενο βήμα είναι ένα καλά επεξεργασμένο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης και αναδιοργάνωσης σε νέες βάσεις των πάντων: της οικονομίας, του τραπεζικού συστήματος, του κράτους και της δημόσιας διοίκησης, του συνδικαλιστικού και συνεταιριστικού κινήματος, του πολιτικού συστήματος, των δημοκρατικών θεσμών.
Γιατί προφανώς η απάντηση στο σημερινό τέλμα δεν είναι η επιστροφή στο «φαύλο» παρελθόν ούτε η «νοσταλγία» ενός σαθρού μοντέλου λειτουργίας της οικονομίας και του κράτους που ευνοούσε την «ασυλία» του πλούτου, την παραοικονομία, την απαξίωση της παραγωγικής και έντιμης εργασίας, τη συναλλαγή, την ανομία και την εκτεταμένη διαφθορά.
Στην πραγματικότητα, στη χώρα μας δεν είχαμε ένα υπερτροφικό κράτος -όπως μας λένε οι νεοφιλελεύθεροι-, αλλά ένα ανίσχυρο κράτος που διαπλεκόταν και υπηρετούσε πανίσχυρα ιδιωτικά συμφέροντα, πάντα με την «ευγενική συνεισφορά» ενός σημαντικού μέρους του πολιτικού προσωπικού που είχε αναγάγει σε επιστήμη τον προκλητικό πλουτισμό, την προσωπική ιδιοτέλεια, τις πελατειακές σχέσεις και την ευνοιοκρατία!
Οι μόνοι λοιπόν που δεν δικαιούνται να «κλαψουρίζουν» για το σημερινό χάλι, ούτε βεβαίως μπορούν να πείσουν για τις «κατόπιν εορτής» (κοινώς party) μεταρρυθμιστικές τους προθέσεις, είναι οι πολιτικές δυνάμεις και τα ηγετικά τους στελέχη που εξέθρεψαν, ανέχτηκαν και συγκάλυψαν αυτή την αθλιότητα.
Σήμερα, δεν αρκούν οι καλές προθέσεις, οι ευχές και οι όρκοι στο καλό του τόπου. Το μείζον πρόβλημα είναι η πολιτική αξιοπιστία και η πολιτική επάρκεια στην προώθηση ενός νέου σχεδίου επιβίωσης και προοπτικής για την οικονομία, την κοινωνία και τη χώρα.
Αρκετά με τη φιλολογία της ανάπτυξης, τους «πυλώνες» και τους «άξονές» της. Ιδέες και υλοποιήσιμες προτάσεις για την περιοχή μας υπάρχουν. Έχουν κατατεθεί κατʼ επανάληψιν από επιστημονικούς φορείς (ΓΕΩΤΕΕ, ΤΕΕ), Επιμελητήρια, Ινστιτούτα (ΙΓΜΕ), Πανεπιστημιακά Ιδρύματα. Αυτό που λείπει είναι η σωστή πολιτική ιεράρχηση και η αξιοποίησή τους με κριτήριο όχι την «απορροφησιμότητα» των ευρωπαϊκών κονδυλίων αλλά τις νέες κοινωνικές ανάγκες που έχει δημιουργήσει η κρίση, την προστασία του περιβάλλοντος, της δημόσιας περιουσίας, της υγείας και της ποιότητας ζωής των ανθρώπων.
Η Κρήτη, το Ρέθυμνο, ο τόπος μας, αξίζουν καλύτερης τύχης. Έχουν ανθρώπους δημιουργικούς, ανήσυχους, που σε ένα άλλο πολιτικό περιβάλλον δικαιοσύνης και αξιοκρατίας θα μπορούσαν να κάνουν θαύματα.
Οφείλουμε να βάλουμε οριστικό τέλος στον παραγοντισμό, στην πελατειακή λογική, στην επικράτηση των μικρών και μεγάλων συμφερόντων έναντι του κοινωνικού οφέλους. Να διεκδικήσουμε ξανά το αξιοβίωτο του λαού μας, με αναστοχασμό, με επιστροφή στις αξίες του ανθρωπισμού, της ισότητας, της συλλογικότητας, της κοινωνικής υπευθυνότητας και αλληλεγγύης, με σεβασμό των αναγκών και των δικαιωμάτων όλων των πολιτών που ζουν και εργάζονται στον τόπο μας.
* Ο Ανδρέας Ξανθός είναι βουλευτής Ρεθύμνου του ΣΥΡΙΖΑ Ενωτικό Κοινωνικό Μέτωπο
Σημ.: Το κείμενο βασίστηκε στην παρέμβαση του Α. Ξανθού στο 27ο Αναπτυξιακό Συνέδριο Μυλοποταμιτών (Κρυονέρι, 18.8.2012)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου