Στην πολιτική συζήτηση των τελευταίων χρόνων και στο όνομα μιας στείρας αντιπαράθεσης, φανατισμού, στη χώρα μας κυριάρχησαν ερμηνείες ή προσεγγίσεις της κρίσης που σχεδόν απόλυτα περιόριζαν τα αίτιά της ως εσωτερικό πρόβλημα των παθογενειών της Ελλάδας.
Σήμερα, δεύτερο εξάμηνο του 2012, όλο και περισσότερο δυναμώνουν οι φωνές στο εσωτερικό της χώρας που με «έκπληξη» διαπιστώνουν ότι το πρόβλημα είναι ευρωπαϊκό και αφορά το μοντέλο ανάπτυξης, στην πολιτική και οικονομική δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με τη διαπίστωση αυτή σε καμία περίπτωση δεν επιθυμώ να παραγνωρίσω το γεγονός ότι η κρίση εκδηλώθηκε πρώτα στην Ελλάδα, επειδή οι παθογένειές της στο οικονομικό, διαχειριστικό, διοικητικό και παραγωγικό μοντέλο ήταν αυτές που την έκαναν εύκολο στόχο για κερδοσκοπία.
Παρά το γεγονός λοιπόν ότι οι τότε πολιτικολογούντες στη χώρα μας αναγκάστηκαν να «σπάσουν» πολλά μολύβια/πένες, να «καταπιούν» τη γλώσσα τους αλλάζοντας την φωνή, ακόμα και σήμερα, ενώ παραδέχονται ότι το πρόβλημα της πολύπλευρης κρίσης είναι ευρωπαϊκό αρνούνται να προσδιορίσουν ότι στην κρίση αυτή συγκρούονται διαφορετικές επιδιώξεις. Το παρασιτικό κερδοσκοπικό, χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο με την πραγματική οικονομία. Άρα και οι πολιτικοί τους εκφραστές, τα συντηρητικά με τα προοδευτικά κόμματα.
Είναι προφανές ότι, για την έξοδο από την κρίση, όταν τα εργαλεία είναι μονεταριστικά και αφορούν μόνο τις δημοσιονομικές ρυθμίσεις και οι δήθεν «μεταρρυθμίσεις» γίνονται άλλοθι ανακατανομής μεριδίων αγοράς υπέρ των ολίγων, τότε ενισχύουν την κερδοσκοπία θυσιάζοντας τη συνοχή, τον άνθρωπο, τα δικαιώματά του, την παραγωγή, τον ανταγωνισμό, την πραγματική οικονομία. Με απλά λόγια, πολλαπλασιάζουν τις αδικίες και τους αποκλεισμούς, περιθωριοποιούν τη χώρα!
Στην αναμέτρηση αυτή που γίνεται στην Ευρώπη και στην Ελλάδα είναι πλέον καθαρό ότι πρέπει να αλλάξει η στόχευση, δηλαδή η πολιτική.
Το αίτημα για τη χώρα μας αλλά και την Ευρώπη πρέπει να αφορά την ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης, δηλαδή την πραγματική οικονομία, και αυτό προφανώς είναι ένα πολιτικό θέμα, άρα και το περιεχόμενο της νέας διαπραγμάτευσης είναι πολιτικό και πρέπει να γίνει με τα πολιτικά κέντρα των αποφάσεων της Ευρώπης.
Το σχέδιο μιας νέας διαπραγμάτευσης είναι προφανές ότι μεταξύ των άλλων πρέπει να συγκρούεται με ό,τι στοχεύει στην διάλυση της παραγωγικής βάσης, την κατασπατάληση των πόρων, τη φοροδιαφυγή, την παραοικονομία, την κερδοσκοπία, τη λαφυραγώγηση κ.λπ.
Η διαπραγμάτευση, η επιδίωξη μιας προοδευτικής συμφωνίας, ενός σύγχρονου συμβολαίου μέσα στην Ευρώπη, οφείλει να έχει αναφορά σε δύο τουλάχιστον πυλώνες:
Ο ένας πρέπει μεταξύ των άλλων να στοχεύει στην στήριξη των κλάδων παραγωγής με υψηλή προστιθέμενη αξία! Είτε αφορούν την καινοτομία είτε την παραγωγή, τις υπηρεσίες, την αξιοποίηση φυσικών πόρων, τη βιώσιμη ανάπτυξη, τις διαμεταφορές κ.λπ. Σε κάθε περίπτωση να αντιμετωπίζονται στρεβλώσεις της αγοράς, οι μονοπωλιακές συμπεριφορές, τα καρτέλ σε στρατηγικούς τομείς...
Ο άλλος πυλώνας πρέπει ταυτόχρονα να υποστηρίζει την προάσπιση, με εξυγίανση και χωρίς εκπτώσεις, τα δίκτυα κοινωνικής προστασίας, τα δημόσια αγαθά και τη διεύρυνση των προσβάσεων χωρίς αποκλεισμούς για όλους.
Δυστυχώς οι παρασιτικές δυνάμεις χρησιμοποιούν την κρίση στη αντίθετη κατεύθυνση, χρησιμοποιούν το δημόσιο χρέος και το δημόσιο έλλειμμα με στόχο τη μεγέθυνση της κερδοσκοπίας, τη λαφυραγώγηση του δημοσίου πλούτου, των υποδομών κ.λπ. αδιαφορούν για τον διχασμό της Ευρώπης και την κοινωνική εξαθλίωση που παράγει. Η υπέρβαση/ανατροπή αυτής της πολιτικής που υπηρετούν οι συντηρητικές δυνάμεις στην Ευρώπη και στην Ελλάδα εκφράζεται ως διαπραγμάτευση και αλλαγή πολιτικής μέσα στην Ευρώπη, για ένα κοινωνικό μοντέλο ανάπτυξης με ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας και διεύρυνση της παραγωγικής βάσης. Αυτή είναι η σύγχρονη προοδευτική πολιτική και κοινωνική αντίληψη με βάση την κλίμακα Αριστερά - Δεξιά, πρόοδος - συντήρηση. Εκδοχές σε μονομερείς αποχωρήσεις ενισχύουν τον παρασιτισμό, την κερδοσκοπία και δεν συνιστούν προοδευτική/αριστερή πολιτική.
Αυτή η διεκδίκηση για αλλαγή πολιτικής απαιτεί χρόνο εφαρμογής, μόνιμο πολιτικό σχέδιο διαπραγμάτευσης στα κέντρα της Ευρώπης, συμμαχίες, πόρους για την ανάπτυξη και δίκαιο καταμερισμό των επιπτώσεων της κρίσης.
Τα προηγούμενα είναι ενδεικτικές αποδείξεις ότι η κρίση είναι πολιτική, άρα και η διαχείριση της εξόδου πρέπει να ξαναγίνει πολιτική.
Στην αντίθεση που περιέγραψα, ο ρόλος μιας ελληνικής Αριστεράς της εμπροσθοφυλακής πρέπει να γίνει προσθετική δύναμη της αριστεράς της Ευρώπης που ζητάει την ανατροπή των πολιτικών του παρασιτισμού και της στήριξης της πραγματικής οικονομίας.
Σε αυτό το εγχείρημα οι σοσιαλιστές έχουν ευθύνη και υποχρέωση να γίνουν κορμός αυτής της επιλογής που θα καταλήγει σε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για την πολιτική Ευρώπη της ανάπτυξης και της δικαιοσύνης. Τα κόμματα στην Ελλάδα θα κριθούν πάνω σ' αυτή την αντίθεση και θα αξιολογηθούν για τον λόγο ύπαρξής τους!
* Ο Χάρης Τσιόκας είναι πρώην βουλευτής του ΠΑΣΟΚ
Σήμερα, δεύτερο εξάμηνο του 2012, όλο και περισσότερο δυναμώνουν οι φωνές στο εσωτερικό της χώρας που με «έκπληξη» διαπιστώνουν ότι το πρόβλημα είναι ευρωπαϊκό και αφορά το μοντέλο ανάπτυξης, στην πολιτική και οικονομική δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με τη διαπίστωση αυτή σε καμία περίπτωση δεν επιθυμώ να παραγνωρίσω το γεγονός ότι η κρίση εκδηλώθηκε πρώτα στην Ελλάδα, επειδή οι παθογένειές της στο οικονομικό, διαχειριστικό, διοικητικό και παραγωγικό μοντέλο ήταν αυτές που την έκαναν εύκολο στόχο για κερδοσκοπία.
Παρά το γεγονός λοιπόν ότι οι τότε πολιτικολογούντες στη χώρα μας αναγκάστηκαν να «σπάσουν» πολλά μολύβια/πένες, να «καταπιούν» τη γλώσσα τους αλλάζοντας την φωνή, ακόμα και σήμερα, ενώ παραδέχονται ότι το πρόβλημα της πολύπλευρης κρίσης είναι ευρωπαϊκό αρνούνται να προσδιορίσουν ότι στην κρίση αυτή συγκρούονται διαφορετικές επιδιώξεις. Το παρασιτικό κερδοσκοπικό, χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο με την πραγματική οικονομία. Άρα και οι πολιτικοί τους εκφραστές, τα συντηρητικά με τα προοδευτικά κόμματα.
Είναι προφανές ότι, για την έξοδο από την κρίση, όταν τα εργαλεία είναι μονεταριστικά και αφορούν μόνο τις δημοσιονομικές ρυθμίσεις και οι δήθεν «μεταρρυθμίσεις» γίνονται άλλοθι ανακατανομής μεριδίων αγοράς υπέρ των ολίγων, τότε ενισχύουν την κερδοσκοπία θυσιάζοντας τη συνοχή, τον άνθρωπο, τα δικαιώματά του, την παραγωγή, τον ανταγωνισμό, την πραγματική οικονομία. Με απλά λόγια, πολλαπλασιάζουν τις αδικίες και τους αποκλεισμούς, περιθωριοποιούν τη χώρα!
Στην αναμέτρηση αυτή που γίνεται στην Ευρώπη και στην Ελλάδα είναι πλέον καθαρό ότι πρέπει να αλλάξει η στόχευση, δηλαδή η πολιτική.
Το αίτημα για τη χώρα μας αλλά και την Ευρώπη πρέπει να αφορά την ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης, δηλαδή την πραγματική οικονομία, και αυτό προφανώς είναι ένα πολιτικό θέμα, άρα και το περιεχόμενο της νέας διαπραγμάτευσης είναι πολιτικό και πρέπει να γίνει με τα πολιτικά κέντρα των αποφάσεων της Ευρώπης.
Το σχέδιο μιας νέας διαπραγμάτευσης είναι προφανές ότι μεταξύ των άλλων πρέπει να συγκρούεται με ό,τι στοχεύει στην διάλυση της παραγωγικής βάσης, την κατασπατάληση των πόρων, τη φοροδιαφυγή, την παραοικονομία, την κερδοσκοπία, τη λαφυραγώγηση κ.λπ.
Η διαπραγμάτευση, η επιδίωξη μιας προοδευτικής συμφωνίας, ενός σύγχρονου συμβολαίου μέσα στην Ευρώπη, οφείλει να έχει αναφορά σε δύο τουλάχιστον πυλώνες:
Ο ένας πρέπει μεταξύ των άλλων να στοχεύει στην στήριξη των κλάδων παραγωγής με υψηλή προστιθέμενη αξία! Είτε αφορούν την καινοτομία είτε την παραγωγή, τις υπηρεσίες, την αξιοποίηση φυσικών πόρων, τη βιώσιμη ανάπτυξη, τις διαμεταφορές κ.λπ. Σε κάθε περίπτωση να αντιμετωπίζονται στρεβλώσεις της αγοράς, οι μονοπωλιακές συμπεριφορές, τα καρτέλ σε στρατηγικούς τομείς...
Ο άλλος πυλώνας πρέπει ταυτόχρονα να υποστηρίζει την προάσπιση, με εξυγίανση και χωρίς εκπτώσεις, τα δίκτυα κοινωνικής προστασίας, τα δημόσια αγαθά και τη διεύρυνση των προσβάσεων χωρίς αποκλεισμούς για όλους.
Δυστυχώς οι παρασιτικές δυνάμεις χρησιμοποιούν την κρίση στη αντίθετη κατεύθυνση, χρησιμοποιούν το δημόσιο χρέος και το δημόσιο έλλειμμα με στόχο τη μεγέθυνση της κερδοσκοπίας, τη λαφυραγώγηση του δημοσίου πλούτου, των υποδομών κ.λπ. αδιαφορούν για τον διχασμό της Ευρώπης και την κοινωνική εξαθλίωση που παράγει. Η υπέρβαση/ανατροπή αυτής της πολιτικής που υπηρετούν οι συντηρητικές δυνάμεις στην Ευρώπη και στην Ελλάδα εκφράζεται ως διαπραγμάτευση και αλλαγή πολιτικής μέσα στην Ευρώπη, για ένα κοινωνικό μοντέλο ανάπτυξης με ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας και διεύρυνση της παραγωγικής βάσης. Αυτή είναι η σύγχρονη προοδευτική πολιτική και κοινωνική αντίληψη με βάση την κλίμακα Αριστερά - Δεξιά, πρόοδος - συντήρηση. Εκδοχές σε μονομερείς αποχωρήσεις ενισχύουν τον παρασιτισμό, την κερδοσκοπία και δεν συνιστούν προοδευτική/αριστερή πολιτική.
Αυτή η διεκδίκηση για αλλαγή πολιτικής απαιτεί χρόνο εφαρμογής, μόνιμο πολιτικό σχέδιο διαπραγμάτευσης στα κέντρα της Ευρώπης, συμμαχίες, πόρους για την ανάπτυξη και δίκαιο καταμερισμό των επιπτώσεων της κρίσης.
Τα προηγούμενα είναι ενδεικτικές αποδείξεις ότι η κρίση είναι πολιτική, άρα και η διαχείριση της εξόδου πρέπει να ξαναγίνει πολιτική.
Στην αντίθεση που περιέγραψα, ο ρόλος μιας ελληνικής Αριστεράς της εμπροσθοφυλακής πρέπει να γίνει προσθετική δύναμη της αριστεράς της Ευρώπης που ζητάει την ανατροπή των πολιτικών του παρασιτισμού και της στήριξης της πραγματικής οικονομίας.
Σε αυτό το εγχείρημα οι σοσιαλιστές έχουν ευθύνη και υποχρέωση να γίνουν κορμός αυτής της επιλογής που θα καταλήγει σε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για την πολιτική Ευρώπη της ανάπτυξης και της δικαιοσύνης. Τα κόμματα στην Ελλάδα θα κριθούν πάνω σ' αυτή την αντίθεση και θα αξιολογηθούν για τον λόγο ύπαρξής τους!
* Ο Χάρης Τσιόκας είναι πρώην βουλευτής του ΠΑΣΟΚ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου