Τα πολιτικά πράγματα της Γαλλίας άλλαξαν δραματικά τον Μάιο και τον Ιούνιο. Πρώτον, μετά από 17 χρόνια κεντροδεξιών προέδρων, εξελέγη ένας σοσιαλιστής, ο Φρανσουά Ολάντ. Στη συνέχεια, ένα μήνα αργότερα, η εθνοσυνέλευση απέκτησε, μετά από 10 χρόνια δεξιάς κυριαρχίας, κεντροαριστερή πλειοψηφία.
Στο μεταξύ η Γερουσία, ένα κάστρο του συντηρητισμού από τον μεσοπόλεμο και εντεύθεν, απέκτησε σοσιαλιστική πλειοψηφία στα τέλη του 2011. Οι σοσιαλιστές ελέγχουν επίσης τις 20 από τις 22 περιφερειακές κυβερνήσεις, τους περισσότερους νόμους και την πλειονότητα των πόλεων με πληθυσμό άνω των 30.000 κατοίκων. Κοντολογής είμαστε μάρτυρες μιας συγκέντρωσης εξουσίας χωρίς προηγούμενο στη γαλλική ιστορία.
Όλα αυτά συνέβησαν πολύ ειρηνικά, χωρίς θριαμβολογίες, πολλώ δε μάλλον ενθουσιασμό. Όντως, το ποσοστό αποχής για μια προεδρική εκλογή δεν ήταν ποτέ υψηλότερο απ' αυτό της αναμέτρησης Ολάντ και Σαρκοζί.
Η βαθιά πολιτική αλλαγή στη Γαλλία αντανακλά την επιμονή της οικονομικής κρίσης που άρχισε το 2008. Οι Γάλλοι ψηφοφόροι δεν ψήφισαν για ένα όνειρο. Το πρόγραμμα του Σοσιαλιστικού Κόμματος και οι υποσχέσεις της προεκλογικής καμπάνιας του υπολείπονταν σημαντικά σε φιλοδοξία συγκρινόμενα με το 1981, όταν εξελέγη ο Φ. Μιτεράν.
Έτσι η προεκλογική εκστρατεία ήταν ήσυχη, σχεδόν διστακτική. Πραγματικά, οι περισσότεροι υποψήφιοι, ιδίως οι Σαρκοζί και Ολάντ, υπήρξαν ίσως υπερβολικα προσεκτικοί: Δεν δόθηκε έμφαση στην παρούσα κρίση και τις πιθανές μελλοντικές απειλές, πράγμα που σημαίνει ότι θα είναι ίσως δύσκολο για τον Ολάντ να επικαλεσθεί εντολή για οδυνηρές μεταρρυθμίσεις που ενδεχομένως θα πρέπει να προτείνει.
Και τώρα δεν υπάρχει διαφυγή από τη δύσκολη πραγματικότητα ότι το έλλειμμα παραμένει ογκώδες, μεγαλύτερο από το 4% του ΑΕΠ το 2011. Εκτός από τη δημιουργία 60 χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας στην εκπαίδευση (ύστερα από τις αμφιλεγόμενες περικοπές πέρυσι) και την αποκατάσταση του δικαιώματος συνταξιοδότησης στα 60 (ύστερα από την υπαναχώρηση του Σαρκοζί) για σχεδόν 200 χιλιάδες εργαζόμενους, η διοίκηση Ολάντ δεν έχει χώρο για ελιγμούς και στον προϋπολογισμό του 2013 θα πρέπει να ληφθούν σκληρά οικονομικά μέτρα.
Ακόμα περισσότερο, η ταχεία επιδείνωση του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών εκτοξεύει το ήδη υπερβολικό χρέος, ενώ η ανεργία αυξάνεται. Ακατάλληλο για τις σύγχρονες αγορές το γαλλικό φορολογικό σύστημα, πράγμα που αντανακλάται σε μια ανησυχητική αύξηση στις χρεωκοπίες μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Υπ' αυτές τις συνθήκες η Γαλλία χρειάζεται επειγόντως να επαναφέρει και να διατηρήσει την οικονομική αναπτυξη και θα έπρεπε να συντονίσει τις πολιτικές της με αυτές των άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Άλλωστε, οι περισσότερες από τις 17 χώρες της Ευρωζώνης υποφέρουν από το διογκωμένο χρέος τους και επείγονται να βρουν δημοσιονομικά υπεύθυνους τρόπους για να προαγάγουν την ανάπτυξη.
Δυστυχώς, οι θεσμοί της Ευρωζώνης στερούνται των εξουσιών που θα υπερασπιστούν αποτελεσματικά τη νομισματική ένωση. Το ελληνικό χρέος δεν αντιπροσωπεύει παρά το 2% του ευρωπαϊκού ακαθάριστου προϊόντος. Αν η ΕΚΤ είχε την αρμοδιότητα να αναπτύξει επαρκή όπλα όταν πρωτοξέσπασε η ελληνική κρίση, η απειλή θα είχε διαρκέσει ένα δίωρο. Αντιθέτως, χρειάστηκαν 3 εβδομάδες για να δοθεί στην ΕΚΤ μερική μόνο εξουσιοδότηση για να δράσει, με αποτέλεσμα να επικρατήσει η σπέκουλα και να επεκταθεί στο πορτογαλικό, το ισπανικό και το ιταλικό χρέος, με αποτέλεσμα τη διακινδύνευση της ίδιας της επιβίωσης του ευρώ.
Η άρση του κινδύνου μιας εσωτερικής κατάρρευσης του ευρώ -η οποία, με δεδομένες τις τεράστιες παγκόσμιες ανισορροπίες, το αμόκ στην αγορά παραγώγων και την κολοσσιαία κλίμακα του αμερικανικού ελλείμματος, θα μπορούσε να λειτουργήσει καταλυτικά για μείζονα διεθνή κατάρρευση- προϋποθέτει δύο ριζικές αλλαγές στην Ευρώπη. Η πρώτη είναι πολιτική και αφορά την κυριαρχία. Η Ευρώπη έχει καταφέρει να χάσει αυτόν τον στόχο επί μισό αιώνα. Σήμερα δεν έχει άλλη επιλογή.
Η δεύτερη πρόκληση έχει να κάνει με το οικονομικό δόγμα. Αν οι αγορές αυτοδιορθώνονται, αυτό συμβαίνει μόνον όταν οι χρεωκοπίες τιμωρούνται. Αλλά τα κράτη και οι δημόσιες υπηρεσίες δεν μπορούν να χρεωκοπήσουν χωρίς να προκαλέσουν επώδυνα αποτελέσματα σε ολόκληρους λαούς. Η Ευρώπη χρειάζεται επειγόντως ένα οικονομικό δόγμα το οποίο, παρά τα σημερινά ελλείμματα, να διατηρεί τη χρηματοδότηση επενδύσεων και έρευνας που ευνοούν την ανάπτυξη. Στο σημείο αυτό οι ηγέτες της Γερμανίας θα πρέπει να πεισθούν.
Ο Ολάντ με την υποστήριξη της Ισπανίας και της Ιταλίας πέτυχε ένα μικρό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση στη Σύνοδο του Ιουνίου, η οποία τελικά υιοθέτησε την ιδέα της τραπεζικής ένωσης. Είναι μόνο η αρχή, αλλά από κάπου έπρεπε να ξεκινήσει. Έτσι πρέπει να κάνει και η Γαλλία, της οποίας οι μεγάλες ανησυχίες μπορούν να αντιμετωπισθούν μόνο μέσα στην Ε.Ε. και μόνο εφόσον η Ε.Ε. φέρει σε πέρας τις αναγκαίες πολιτικές και οικονομικές αλλαγές που έχουν ανάγκη τα μέλη της.
Δημοσιευμένο στο Project Syndicate
(O Μ. Ροκάρ έχει διατελέσει πρωθυπουργός στη Γαλλία από το 1988 μέχρι το 1991 και αναβάθμισε το κράτος πρόνοιας)
Μετάφραση: Aναστασία Γιάμαλη
Στο μεταξύ η Γερουσία, ένα κάστρο του συντηρητισμού από τον μεσοπόλεμο και εντεύθεν, απέκτησε σοσιαλιστική πλειοψηφία στα τέλη του 2011. Οι σοσιαλιστές ελέγχουν επίσης τις 20 από τις 22 περιφερειακές κυβερνήσεις, τους περισσότερους νόμους και την πλειονότητα των πόλεων με πληθυσμό άνω των 30.000 κατοίκων. Κοντολογής είμαστε μάρτυρες μιας συγκέντρωσης εξουσίας χωρίς προηγούμενο στη γαλλική ιστορία.
Όλα αυτά συνέβησαν πολύ ειρηνικά, χωρίς θριαμβολογίες, πολλώ δε μάλλον ενθουσιασμό. Όντως, το ποσοστό αποχής για μια προεδρική εκλογή δεν ήταν ποτέ υψηλότερο απ' αυτό της αναμέτρησης Ολάντ και Σαρκοζί.
Η βαθιά πολιτική αλλαγή στη Γαλλία αντανακλά την επιμονή της οικονομικής κρίσης που άρχισε το 2008. Οι Γάλλοι ψηφοφόροι δεν ψήφισαν για ένα όνειρο. Το πρόγραμμα του Σοσιαλιστικού Κόμματος και οι υποσχέσεις της προεκλογικής καμπάνιας του υπολείπονταν σημαντικά σε φιλοδοξία συγκρινόμενα με το 1981, όταν εξελέγη ο Φ. Μιτεράν.
Έτσι η προεκλογική εκστρατεία ήταν ήσυχη, σχεδόν διστακτική. Πραγματικά, οι περισσότεροι υποψήφιοι, ιδίως οι Σαρκοζί και Ολάντ, υπήρξαν ίσως υπερβολικα προσεκτικοί: Δεν δόθηκε έμφαση στην παρούσα κρίση και τις πιθανές μελλοντικές απειλές, πράγμα που σημαίνει ότι θα είναι ίσως δύσκολο για τον Ολάντ να επικαλεσθεί εντολή για οδυνηρές μεταρρυθμίσεις που ενδεχομένως θα πρέπει να προτείνει.
Και τώρα δεν υπάρχει διαφυγή από τη δύσκολη πραγματικότητα ότι το έλλειμμα παραμένει ογκώδες, μεγαλύτερο από το 4% του ΑΕΠ το 2011. Εκτός από τη δημιουργία 60 χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας στην εκπαίδευση (ύστερα από τις αμφιλεγόμενες περικοπές πέρυσι) και την αποκατάσταση του δικαιώματος συνταξιοδότησης στα 60 (ύστερα από την υπαναχώρηση του Σαρκοζί) για σχεδόν 200 χιλιάδες εργαζόμενους, η διοίκηση Ολάντ δεν έχει χώρο για ελιγμούς και στον προϋπολογισμό του 2013 θα πρέπει να ληφθούν σκληρά οικονομικά μέτρα.
Ακόμα περισσότερο, η ταχεία επιδείνωση του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών εκτοξεύει το ήδη υπερβολικό χρέος, ενώ η ανεργία αυξάνεται. Ακατάλληλο για τις σύγχρονες αγορές το γαλλικό φορολογικό σύστημα, πράγμα που αντανακλάται σε μια ανησυχητική αύξηση στις χρεωκοπίες μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Υπ' αυτές τις συνθήκες η Γαλλία χρειάζεται επειγόντως να επαναφέρει και να διατηρήσει την οικονομική αναπτυξη και θα έπρεπε να συντονίσει τις πολιτικές της με αυτές των άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Άλλωστε, οι περισσότερες από τις 17 χώρες της Ευρωζώνης υποφέρουν από το διογκωμένο χρέος τους και επείγονται να βρουν δημοσιονομικά υπεύθυνους τρόπους για να προαγάγουν την ανάπτυξη.
Δυστυχώς, οι θεσμοί της Ευρωζώνης στερούνται των εξουσιών που θα υπερασπιστούν αποτελεσματικά τη νομισματική ένωση. Το ελληνικό χρέος δεν αντιπροσωπεύει παρά το 2% του ευρωπαϊκού ακαθάριστου προϊόντος. Αν η ΕΚΤ είχε την αρμοδιότητα να αναπτύξει επαρκή όπλα όταν πρωτοξέσπασε η ελληνική κρίση, η απειλή θα είχε διαρκέσει ένα δίωρο. Αντιθέτως, χρειάστηκαν 3 εβδομάδες για να δοθεί στην ΕΚΤ μερική μόνο εξουσιοδότηση για να δράσει, με αποτέλεσμα να επικρατήσει η σπέκουλα και να επεκταθεί στο πορτογαλικό, το ισπανικό και το ιταλικό χρέος, με αποτέλεσμα τη διακινδύνευση της ίδιας της επιβίωσης του ευρώ.
Η άρση του κινδύνου μιας εσωτερικής κατάρρευσης του ευρώ -η οποία, με δεδομένες τις τεράστιες παγκόσμιες ανισορροπίες, το αμόκ στην αγορά παραγώγων και την κολοσσιαία κλίμακα του αμερικανικού ελλείμματος, θα μπορούσε να λειτουργήσει καταλυτικά για μείζονα διεθνή κατάρρευση- προϋποθέτει δύο ριζικές αλλαγές στην Ευρώπη. Η πρώτη είναι πολιτική και αφορά την κυριαρχία. Η Ευρώπη έχει καταφέρει να χάσει αυτόν τον στόχο επί μισό αιώνα. Σήμερα δεν έχει άλλη επιλογή.
Η δεύτερη πρόκληση έχει να κάνει με το οικονομικό δόγμα. Αν οι αγορές αυτοδιορθώνονται, αυτό συμβαίνει μόνον όταν οι χρεωκοπίες τιμωρούνται. Αλλά τα κράτη και οι δημόσιες υπηρεσίες δεν μπορούν να χρεωκοπήσουν χωρίς να προκαλέσουν επώδυνα αποτελέσματα σε ολόκληρους λαούς. Η Ευρώπη χρειάζεται επειγόντως ένα οικονομικό δόγμα το οποίο, παρά τα σημερινά ελλείμματα, να διατηρεί τη χρηματοδότηση επενδύσεων και έρευνας που ευνοούν την ανάπτυξη. Στο σημείο αυτό οι ηγέτες της Γερμανίας θα πρέπει να πεισθούν.
Ο Ολάντ με την υποστήριξη της Ισπανίας και της Ιταλίας πέτυχε ένα μικρό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση στη Σύνοδο του Ιουνίου, η οποία τελικά υιοθέτησε την ιδέα της τραπεζικής ένωσης. Είναι μόνο η αρχή, αλλά από κάπου έπρεπε να ξεκινήσει. Έτσι πρέπει να κάνει και η Γαλλία, της οποίας οι μεγάλες ανησυχίες μπορούν να αντιμετωπισθούν μόνο μέσα στην Ε.Ε. και μόνο εφόσον η Ε.Ε. φέρει σε πέρας τις αναγκαίες πολιτικές και οικονομικές αλλαγές που έχουν ανάγκη τα μέλη της.
Δημοσιευμένο στο Project Syndicate
(O Μ. Ροκάρ έχει διατελέσει πρωθυπουργός στη Γαλλία από το 1988 μέχρι το 1991 και αναβάθμισε το κράτος πρόνοιας)
Μετάφραση: Aναστασία Γιάμαλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου