της Μαρίας Καραμεσίνη*
Πίνακας 1: Ισπανία - Βασικοί οικονομικοί δείκτες
*Προβλέψεις.
Πηγή: European Economy, Statistical Annex, Spring 2012.
Η Ισπανία εφάρμοσε σαφώς ηπιότερη πολιτική λιτότητας από αυτήν της Ελλάδας και η οικονομία της περιήλθε σε στασιμότητα, αλλά όχι σε ύφεση, τη διετία 2010-11, χωρίς αυτό να εμποδίσει την επιδείνωση της ανεργίας από 20% τον Μάιο του 2010 στο 24,6% τον Μάιο του 2012. Ο προϋπολογισμός του 2010 μείωσε τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων κατά 5%, ενώ αυτός του 2011 τους πάγωσε, όπως και τις συντάξεις, εισήγαγε τον κανόνα 1 πρόσληψη έναντι 10 αποχωρήσεων στον δημόσιο τομέα και μείωσε τη δημόσια κατανάλωση κατά 19% και τις δημόσιες επενδύσεις κατά 37%. Μετά την υπέρβαση του στόχου του δημοσίου ελλείμματος για το 2011 κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες (8,5% έναντι 6% του ΑΕΠ), ο προϋπολογισμός του 2012 θεωρείται ο πιο αυστηρός από την επάνοδο στη δημοκρατία το 1975. Προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη δραστική μείωση του ελλείμματος των αυτόνομων περιφερειών, που είναι αρμόδιες για την παροχή εκπαίδευσης, υγείας και κοινωνικής φροντίδας από 3,9% σε 1,3% του ΑΕΠ, ασκώντας πίεση για περαιτέρω περικοπές και ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών. Για παράδειγμα, οι περικοπές στην εκπαίδευση προβλέπεται να υλοποιηθούν με την κατάργηση θέσεων συμβασιούχων εκπαιδευτικών και την αύξηση των εβδομαδιαίων διδακτικών ωρών των μόνιμων εκπαιδευτικών από 18 σε 20 στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και από 23 σε 25 στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Τέλος, από τα μέσα του 2010, δεν πραγματοποιήθηκε καμία μεταρρύθμιση στη φορολογία εισοδήματος και πλούτου, με αποτέλεσμα μισθωτοί και συνταξιούχοι να συνεχίζουν να πληρώνουν 80% του φόρου εισοδήματος ενώ το εισοδηματικό του μερίδιό τους στο ΑΕΠ είναι 50% και η φοροδιαφυγή εκτιμάται σε 20% του ΑΕΠ. Η απουσία μεταρρύθμισης είναι κοινωνικά προκλητική, δεδομένου ότι οι φορολογικοί συντελεστές στα προσωπικά εισοδήματα και στις επιχειρήσεις είχαν μειωθεί δραστικά τη δεκαετία του 2000 ενώ, το 2010, η κυβέρνηση Θαπατέρο κατήργησε όλες τις φοροαπαλλαγές των μισθωτών και αύξησε τους έμμεσους φόρους (ΦΠΑ) για να μειώσει το έλλειμμα.
Οι ομοιότητες της ισπανικής με την ελληνική περίπτωση είναι πολύ μεγαλύτερες ως προς τις «διαρθρωτικές αλλαγές» στο συνταξιοδοτικό σύστημα και -κυρίως- στην αγορά εργασίας, που υπηρετούν τους ίδιους στόχους και στις δύο χώρες. Η τελευταία μεταρρύθμιση των συντάξεων στην Ισπανία (Φεβρουάριος 2011) αύξησε την ηλικία συνταξιοδότησης από τα 65 στα 67 έτη, την ηλικία πρόωρης συνταξιοδότησης από τα 61 στα 63 έτη και την περίοδο εισφορών για πλήρη σύνταξη από 35 σε 37 έτη, ενώ η βάση υπολογισμού του ύψους της σύνταξης θα είναι πλέον οι μισθοί της τελευταίας 25ετίας και όχι 15ετίας.
Οι αλλαγές στην αγορά εργασίας ήταν αλλεπάλληλες (Σεπτέμβριος 2010, Ιούνιος 2011, Φεβρουάριος 2012) και έγιναν στο όνομα της καταπολέμησης της ανεργίας. Παρόλο που το κύριο αίτιο εκτίναξης της τελευταίας από 8% το 2007 στο 20% το 2010 ήταν η κατάρρευση των κατασκευών και της μεταποίησης, μετά το σπάσιμο της φούσκας των ακινήτων, και η άμεση απόλυση του μεγάλου όγκου των προσωρινά απασχολούμενων, αυτή αποδόθηκε στο υψηλό κόστος εργασίας και την υπερβολική προστασία της απασχόλησης των μόνιμα εργαζόμενων, που βρίσκονταν στο στόχαστρο όλων των μεταρρυθμίσεων της ισπανικής αγοράς εργασίας τις δύο προηγούμενες δεκαετίες.
Οι διαρθρωτικές αλλαγές των δύο προηγούμενων ετών περιλαμβάνουν (α) τη μεγάλη μείωση του ύψους της αποζημίωσης σε περίπτωση μη δικαιολογημένης απόλυσης - αναιτιολόγητης, αυτόματης και χωρίς προειδοποίηση (β) την επιδότηση κατά 40% από το κράτος της αποζημίωσης για δικαιολογημένη απόλυση, που ήδη συνεπάγεται μειωμένη αποζημίωση σε σχέση με τη μη δικαιολογημένη (γ) τη θεώρηση ως δικαιολογημένων των άμεσων απολύσεων σε επιχειρήσεις που υφίστανται ή προβλέπουν ζημιές ή ο τζίρος ή τα έσοδά τους μειώνονται επί εννέα συνεχόμενους μήνες (δ) την κατάργηση της υποχρεωτικής διαβούλευσης με το συνδικάτο σε περίπτωση ομαδικών απολύσεων, όπως και της διοικητικής έγκρισης των τελευταίων (ε) τη θέσπιση ειδικής σύμβασης αορίστου χρόνου για τις επιχειρήσεις με λιγότερους από 50 εργαζόμενους και για την πρόσληψη ανέργων έως 30 και άνω των 45 ετών, με δοκιμαστική περίοδο ενός έτους και μειωμένες εργοδοτικές εισφορές (στ) την επέκταση των επιχειρήσεων προσωρινής απασχόλησης σε όλους τους κλάδους της οικονομίας (ζ) την υπερωριακή απασχόληση των μερικά απασχολούμενων (η) την υπερίσχυση των όρων των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των διατάξεων όλων των άλλων ειδών συλλογικών συμβάσεων σε περίπτωση συρροής (η) τη δυνατότητα των επιχειρήσεων που τα έσοδα ή ο τζίρος τους μειώνονται επί έξι συνεχόμενους μήνες να μην εφαρμόσουν μονομερώς τους όρους κλαδικών συλλογικών συμβάσεων για διάστημα μέχρι τρία έτη (θ) τη δυνατότητα του εργοδότη να μεταφέρει το προσωπικό σε επαγγελματικές κατηγορίες ή θέσεις εργασίας χαμηλότερων εκπαιδευτικών προσόντων για τεχνικούς ή οργανωτικούς λόγους με ανάλογη μείωση μισθού (κ) τον περιορισμό της μετενέργειας των συλλογικών συμβάσεων στα δύο έτη, με υποχρεωτική διαιτησία στο τέλος της περιόδου εάν τα μέρη δεν έχουν διαπραγματευτεί ή υπογράψει νέα σύμβαση. Ένας πραγματικός Αρμαγεδδών μέτρων που περιορίζουν τα εργασιακά δικαιώματα και αλλάζουν το σύστημα συλλογικής διαπραγμάτευσης.
Συμπερασματικά, εν όψει του κινδύνου διάλυσης της Ευρωζώνης και αξιοποιώντας τη συμμαχία με τους Μόντι και Ολάντ, ο Ραχόι πέτυχε στην τελευταία σύνοδο κορυφής την αναχρηματοδότηση του ισπανικού τραπεζικού συστήματος με ευρωπαϊκούς πόρους χωρίς επιβάρυνση του δημόσιου ελλείμματος και του χρέους της χώρας του. Αμέσως μετά, σε έναν διαγκωνισμό με τον Μόντι για την παροχή όρκου πίστης στη δημοσιονομική πειθαρχία, προς στήριξη της Μέρκελ και εξασφάλιση της έγκρισης από τα εθνικά κοινοβούλια της Ευρωζώνης των αποφάσεων της συνόδου για τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς στήριξης, ο Ραχόι ανακοίνωσε την επιτάχυνση της εφαρμογής του ισπανικού προγράμματος σταθεροποίησης, με στόχο τη μείωση του ελλείμματος από 8,5% το 2011 στο 3,3% το 2013, παρά τις προβλέψεις για ύφεση και άνοδο της ανεργίας τη διετία 2012-3.
Έτσι, αν και χωρίς Μνημόνιο, η κυβέρνηση Ραχόι, όπως και η προκάτοχός της, οδηγεί τον ισπανικό λαό στην περαιτέρω απώλεια των κοινωνικών του κατακτήσεων, με την ευλογία των εγχώριων κυρίαρχων τάξεων της χώρας του. Ανάλογα πράττει και η κυβέρνηση Μόντι στην Ιταλία, που ξεσήκωσε τα συνδικάτα ανακοινώνοντας τη μείωση της απασχόλησης στον δημόσιο τομέα κατά 100 χιλιάδες άτομα. Γενικότερα, ο διαγκωνισμός των κυβερνήσεων της περιφέρειας της Ευρωζώνης για τα πρωτεία της «καλής μαθήτριας» του νεοφιλελευθερισμού βλάπτει σοβαρά την υγεία και το μέλλον των λαών τους.
* Η Μ. Καραμεσίνη διδάσκει Οικονομικά της Εργασίας και της Κοινωνικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Με τη σημαντική απόφαση της τελευταίας ευρωπαϊκής συνόδου κορυφής για την απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των ισπανικών τραπεζών από τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς στήριξης χωρίς επιβάρυνση του δημοσίου ελλείμματος και χρέους της χώρας, ο ισπανικός λαός αναμφίβολα απέφυγε τα χειρότερα. Πόσο όμως μπορεί να ελπίζει στην αλλαγή των πολιτικών συστηματικής συρρίκνωσης των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων του που ξεκίνησαν τον Μάιο του 2010 (όταν υπογραφόταν το ελληνικό Μνημόνιο), με τη στροφή του Θαπατέρο στη δημοσιονομική λιτότητα και τις «διαρθρωτικές αλλαγές», και κορυφώθηκαν μετά την εκλογική νίκη του Ραχόι τον περασμένο Νοέμβριο; Καθόλου, όπως φαίνεται και από την πρόσφατη απόφαση της κυβέρνησης της Βαλένθια να απολύσει το 45% των εργαζομένων στις δημόσιες επιχειρήσεις του τοπικού κράτους. Εξάλλου, καμία νύξη δεν έγινε για μελλοντική ρύθμιση του υπέρογκου ιδιωτικού χρέους (220% του ΑΕΠ), με την ευκαιρία της εξαγγελθείσας διάσωσης των ισπανικών τραπεζών με ευρωπαϊκούς πόρους.
Αυτό που πρόκειται να συμβεί είναι η συνέχιση της «μνημονιακής πολιτικής χωρίς Μνημόνιο», που οι ισπανικές κυβερνήσεις ακολουθούν επιμελώς τα δύο τελευταία χρόνια, ως «καλές μαθήτριες» του κυρίαρχου μονεταριστικού και φιλελεύθερου δόγματος στην Ευρωζώνη. Μάλιστα, τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο Θαπατέρο προχώρησε σε αναθεώρηση του Συντάγματος, που όρισε την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους ως πρώτη προτεραιότητα της δημοσιονομικής πολιτικής, το πλαφόν ελλείμματος στο 0,4% του ΑΕΠ και την υποχρέωση του κράτους να επιτύχει την απαιτούμενη μείωση έως το 2018.Πίνακας 1: Ισπανία - Βασικοί οικονομικοί δείκτες
ΑΕΠ (% μεταβολή) | Ποσοστό (%) ανεργίας | Δημόσιο έλλειμμα (% ΑΕΠ) | Δημόσιο χρέος (% ΑΕΠ) | |
2007 | 3,5 | 8,3 | 1,9 | 36,2 |
2008 | 0,9 | 11,3 | -4,5 | 40,2 |
2009 | -3,7 | 18,0 | -11,2 | 53,9 |
2010 | -0,1 | 20,1 | -9,3 | 61,2 |
2011 | 0,7 | 21,7 | -8,5 | 68,5 |
2012* | -1,8 | 24,4 | -6,4 | 80,9 |
Πηγή: European Economy, Statistical Annex, Spring 2012.
Η Ισπανία εφάρμοσε σαφώς ηπιότερη πολιτική λιτότητας από αυτήν της Ελλάδας και η οικονομία της περιήλθε σε στασιμότητα, αλλά όχι σε ύφεση, τη διετία 2010-11, χωρίς αυτό να εμποδίσει την επιδείνωση της ανεργίας από 20% τον Μάιο του 2010 στο 24,6% τον Μάιο του 2012. Ο προϋπολογισμός του 2010 μείωσε τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων κατά 5%, ενώ αυτός του 2011 τους πάγωσε, όπως και τις συντάξεις, εισήγαγε τον κανόνα 1 πρόσληψη έναντι 10 αποχωρήσεων στον δημόσιο τομέα και μείωσε τη δημόσια κατανάλωση κατά 19% και τις δημόσιες επενδύσεις κατά 37%. Μετά την υπέρβαση του στόχου του δημοσίου ελλείμματος για το 2011 κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες (8,5% έναντι 6% του ΑΕΠ), ο προϋπολογισμός του 2012 θεωρείται ο πιο αυστηρός από την επάνοδο στη δημοκρατία το 1975. Προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη δραστική μείωση του ελλείμματος των αυτόνομων περιφερειών, που είναι αρμόδιες για την παροχή εκπαίδευσης, υγείας και κοινωνικής φροντίδας από 3,9% σε 1,3% του ΑΕΠ, ασκώντας πίεση για περαιτέρω περικοπές και ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών. Για παράδειγμα, οι περικοπές στην εκπαίδευση προβλέπεται να υλοποιηθούν με την κατάργηση θέσεων συμβασιούχων εκπαιδευτικών και την αύξηση των εβδομαδιαίων διδακτικών ωρών των μόνιμων εκπαιδευτικών από 18 σε 20 στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και από 23 σε 25 στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Τέλος, από τα μέσα του 2010, δεν πραγματοποιήθηκε καμία μεταρρύθμιση στη φορολογία εισοδήματος και πλούτου, με αποτέλεσμα μισθωτοί και συνταξιούχοι να συνεχίζουν να πληρώνουν 80% του φόρου εισοδήματος ενώ το εισοδηματικό του μερίδιό τους στο ΑΕΠ είναι 50% και η φοροδιαφυγή εκτιμάται σε 20% του ΑΕΠ. Η απουσία μεταρρύθμισης είναι κοινωνικά προκλητική, δεδομένου ότι οι φορολογικοί συντελεστές στα προσωπικά εισοδήματα και στις επιχειρήσεις είχαν μειωθεί δραστικά τη δεκαετία του 2000 ενώ, το 2010, η κυβέρνηση Θαπατέρο κατήργησε όλες τις φοροαπαλλαγές των μισθωτών και αύξησε τους έμμεσους φόρους (ΦΠΑ) για να μειώσει το έλλειμμα.
Οι ομοιότητες της ισπανικής με την ελληνική περίπτωση είναι πολύ μεγαλύτερες ως προς τις «διαρθρωτικές αλλαγές» στο συνταξιοδοτικό σύστημα και -κυρίως- στην αγορά εργασίας, που υπηρετούν τους ίδιους στόχους και στις δύο χώρες. Η τελευταία μεταρρύθμιση των συντάξεων στην Ισπανία (Φεβρουάριος 2011) αύξησε την ηλικία συνταξιοδότησης από τα 65 στα 67 έτη, την ηλικία πρόωρης συνταξιοδότησης από τα 61 στα 63 έτη και την περίοδο εισφορών για πλήρη σύνταξη από 35 σε 37 έτη, ενώ η βάση υπολογισμού του ύψους της σύνταξης θα είναι πλέον οι μισθοί της τελευταίας 25ετίας και όχι 15ετίας.
Οι αλλαγές στην αγορά εργασίας ήταν αλλεπάλληλες (Σεπτέμβριος 2010, Ιούνιος 2011, Φεβρουάριος 2012) και έγιναν στο όνομα της καταπολέμησης της ανεργίας. Παρόλο που το κύριο αίτιο εκτίναξης της τελευταίας από 8% το 2007 στο 20% το 2010 ήταν η κατάρρευση των κατασκευών και της μεταποίησης, μετά το σπάσιμο της φούσκας των ακινήτων, και η άμεση απόλυση του μεγάλου όγκου των προσωρινά απασχολούμενων, αυτή αποδόθηκε στο υψηλό κόστος εργασίας και την υπερβολική προστασία της απασχόλησης των μόνιμα εργαζόμενων, που βρίσκονταν στο στόχαστρο όλων των μεταρρυθμίσεων της ισπανικής αγοράς εργασίας τις δύο προηγούμενες δεκαετίες.
Οι διαρθρωτικές αλλαγές των δύο προηγούμενων ετών περιλαμβάνουν (α) τη μεγάλη μείωση του ύψους της αποζημίωσης σε περίπτωση μη δικαιολογημένης απόλυσης - αναιτιολόγητης, αυτόματης και χωρίς προειδοποίηση (β) την επιδότηση κατά 40% από το κράτος της αποζημίωσης για δικαιολογημένη απόλυση, που ήδη συνεπάγεται μειωμένη αποζημίωση σε σχέση με τη μη δικαιολογημένη (γ) τη θεώρηση ως δικαιολογημένων των άμεσων απολύσεων σε επιχειρήσεις που υφίστανται ή προβλέπουν ζημιές ή ο τζίρος ή τα έσοδά τους μειώνονται επί εννέα συνεχόμενους μήνες (δ) την κατάργηση της υποχρεωτικής διαβούλευσης με το συνδικάτο σε περίπτωση ομαδικών απολύσεων, όπως και της διοικητικής έγκρισης των τελευταίων (ε) τη θέσπιση ειδικής σύμβασης αορίστου χρόνου για τις επιχειρήσεις με λιγότερους από 50 εργαζόμενους και για την πρόσληψη ανέργων έως 30 και άνω των 45 ετών, με δοκιμαστική περίοδο ενός έτους και μειωμένες εργοδοτικές εισφορές (στ) την επέκταση των επιχειρήσεων προσωρινής απασχόλησης σε όλους τους κλάδους της οικονομίας (ζ) την υπερωριακή απασχόληση των μερικά απασχολούμενων (η) την υπερίσχυση των όρων των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των διατάξεων όλων των άλλων ειδών συλλογικών συμβάσεων σε περίπτωση συρροής (η) τη δυνατότητα των επιχειρήσεων που τα έσοδα ή ο τζίρος τους μειώνονται επί έξι συνεχόμενους μήνες να μην εφαρμόσουν μονομερώς τους όρους κλαδικών συλλογικών συμβάσεων για διάστημα μέχρι τρία έτη (θ) τη δυνατότητα του εργοδότη να μεταφέρει το προσωπικό σε επαγγελματικές κατηγορίες ή θέσεις εργασίας χαμηλότερων εκπαιδευτικών προσόντων για τεχνικούς ή οργανωτικούς λόγους με ανάλογη μείωση μισθού (κ) τον περιορισμό της μετενέργειας των συλλογικών συμβάσεων στα δύο έτη, με υποχρεωτική διαιτησία στο τέλος της περιόδου εάν τα μέρη δεν έχουν διαπραγματευτεί ή υπογράψει νέα σύμβαση. Ένας πραγματικός Αρμαγεδδών μέτρων που περιορίζουν τα εργασιακά δικαιώματα και αλλάζουν το σύστημα συλλογικής διαπραγμάτευσης.
Συμπερασματικά, εν όψει του κινδύνου διάλυσης της Ευρωζώνης και αξιοποιώντας τη συμμαχία με τους Μόντι και Ολάντ, ο Ραχόι πέτυχε στην τελευταία σύνοδο κορυφής την αναχρηματοδότηση του ισπανικού τραπεζικού συστήματος με ευρωπαϊκούς πόρους χωρίς επιβάρυνση του δημόσιου ελλείμματος και του χρέους της χώρας του. Αμέσως μετά, σε έναν διαγκωνισμό με τον Μόντι για την παροχή όρκου πίστης στη δημοσιονομική πειθαρχία, προς στήριξη της Μέρκελ και εξασφάλιση της έγκρισης από τα εθνικά κοινοβούλια της Ευρωζώνης των αποφάσεων της συνόδου για τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς στήριξης, ο Ραχόι ανακοίνωσε την επιτάχυνση της εφαρμογής του ισπανικού προγράμματος σταθεροποίησης, με στόχο τη μείωση του ελλείμματος από 8,5% το 2011 στο 3,3% το 2013, παρά τις προβλέψεις για ύφεση και άνοδο της ανεργίας τη διετία 2012-3.
Έτσι, αν και χωρίς Μνημόνιο, η κυβέρνηση Ραχόι, όπως και η προκάτοχός της, οδηγεί τον ισπανικό λαό στην περαιτέρω απώλεια των κοινωνικών του κατακτήσεων, με την ευλογία των εγχώριων κυρίαρχων τάξεων της χώρας του. Ανάλογα πράττει και η κυβέρνηση Μόντι στην Ιταλία, που ξεσήκωσε τα συνδικάτα ανακοινώνοντας τη μείωση της απασχόλησης στον δημόσιο τομέα κατά 100 χιλιάδες άτομα. Γενικότερα, ο διαγκωνισμός των κυβερνήσεων της περιφέρειας της Ευρωζώνης για τα πρωτεία της «καλής μαθήτριας» του νεοφιλελευθερισμού βλάπτει σοβαρά την υγεία και το μέλλον των λαών τους.
* Η Μ. Καραμεσίνη διδάσκει Οικονομικά της Εργασίας και της Κοινωνικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου