Η διεξαγωγή των εκλογών πύκνωσε τις γραμμές των δύο αντιπαρατιθέμενων στρατοπέδων. Για τις δυνάμεις των «από κάτω» αυτή η πύκνωση στο πολιτικό επίπεδο δεν ήταν καθόλου αυτονόητη και οφείλεται στην αποτελεσματική πολιτική γραμμή και μεθοδολογία του ΣΥΡΙΖΑ όλα τα προηγούμενα χρόνια και ιδιαίτερα τα δύο τελευταία. Ο ΣΥΡΙΖΑ συνδύασε αποτελεσματικά (στην αγωνιστική παρουσία, στην πολιτική/προγραμματική εκφώνηση και στη διαμόρφωση των επίδικων της εκάστοτε συγκυρίας) την προτεραιότητα των αναγκών και της δημοκρατίας κατά τρόπο που, χωρίς να αποκοπεί από το επίπεδο συνειδητοποίησης των μαζών, άνοιγε νέους ιδεολογικούς ορίζοντες και αναβάθμιζε τη χειραφέτησή τους. Ως εκ τούτου, ο ΣΥΡΙΖΑ ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις της συγκυρίας και μετατράπηκε σε εργαλείο για την αμφισβήτηση της πολιτικής εξουσίας των «από πάνω» διαμορφώνοντας νέες δυνατότητες για τον αγωνιζόμενο λαό εδώ στη χώρα μας όσο και σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
Δεν κατάφερε όμως ο ελληνικός λαός να εκδιώξει το μνημονιακό πολιτικό προσωπικό από την πολιτική εξουσία και έτσι σήμερα η χώρα συνεχίζει την καταστροφική της περιδίνηση. Αν η οικονομική καταστροφή της ελληνικής κοινωνίας και η αστάθεια του ελληνικού καπιταλισμού κλείδωσαν τον Ιούνη του 2011, με τη ψήφιση του μεσοπρόθεσμου, τον Ιούνη του 2012 με την επάνοδο στην εξουσία των μνημονιακών δυνάμεων φαίνεται να κλειδώνει η πλήρης κοινωνική και πολιτική αποδιάρθρωση του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Φαινόμενα κοινωνικής αποσύνθεσης (εγκληματικότητα, κάθε είδους μορφή βίας κ.ο.κ.), αποδιάρθρωση κρατικών υπηρεσιών και θεσμών, αυτονόμηση τμημάτων του κράτους, εγκατάλειψη τεράστιων τμημάτων του πληθυσμού στην τύχη τους, απαξίωση της έννοιας της πολιτοφροσύνης και της δημοκρατίας κ.ο.κ. αναμένεται να κυριαρχήσουν την επόμενη περίοδο.
Από εδώ και πέρα όλες οι πιθανές εξελίξεις εντάσσονται σε ένα πλαίσιο όπου τίποτα δεν θα θυμίζει τη θεσμική, πολιτική, ακόμη και πολιτειακή διάρθρωση των τελευταίων δεκαετιών. Δεν υπάρχει επιστροφή ή εύκολη λύση, δεν υφίσταται η δυνατότητα σταθεροποίησης της κατάστασης και σταδιακής βελτίωσής της μόνο με συμβατικά μέσα, δηλαδή μόνο με ένα ριζικά διαφορετικό πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής και ανάταξης της δημοκρατικής λειτουργίας στο επίπεδο της κυβερνητικής εξουσίας. Ο βαθμός διάρρηξης του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού θα είναι τόσο μεγάλος ώστε η αποτροπή της παγίωσης της αντιδημοκρατικής, ίσως και φασιστικής λογικής θα απαιτεί την εκ νέου συγκρότηση του κοινωνικού σώματος σε νέες βάσεις και λογική, με αναγεννητικές διαδικασίες «από τα κάτω».
Πέρα από τον υψηλό βαθμό διάρρηξης της ελληνικής κοινωνίας, η αναγκαιότητα για μια «από τα κάτω» λαϊκή κινητοποίηση στην κατεύθυνση ενός νέου κοινωνικού παραδείγματος παράγεται από τη στρατηγική των αντιπάλων σε διεθνές επίπεδο. Η στρατηγική αυτή συνίσταται στην επιβολή των νόμων της αγοράς και του ανταγωνισμού σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Μια τέτοια στρατηγική δεν περιλαμβάνει πλέον θέσεις σε έναν διεθνή καταμερισμό της εργασίας για χώρες με προστατευμένη εργασία και αξιόλογο κοινωνικό κράτος. Δεν περιλαμβάνει καν την αστική δημοκρατία όπως τη γνωρίσαμε. Το πρότυπο είναι ο ασιατικός καπιταλισμός, ένας καπιταλισμός χωρίς δημοκρατία και δικαιώματα. Σε αυτό το μοντέλο ευθυγραμμίζεται η οικονομική και πολιτική ελίτ της Ε.Ε., αυτό το μοντέλο επιχειρούν να εμπεδώσουν όλες οι προτάσεις σε επίπεδο Ε.Ε. για την προώθηση της ενοποιητικής διαδικασίας στη γηραιά ήπειρο. Την ίδια ώρα η διασύνδεση των οικονομιών είναι τόσο μεγάλη που δεν επιτρέπει την αποκόλληση από το παγκόσμιο γίγνεσθαι, ενώ το ασφυκτικό πλαίσιο της Ευρωζώνης καθιστά τις κινήσεις αποκλειστικά σε κυβερνητικό επίπεδο εξαιρετικά περιορισμένες. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες τίθενται συνολικά, υπαρξιακά διλήμματα για τους λαούς με μεγάλη ένταση, τα οποία μπορούν να απαντηθούν μόνο μέσα από μια τέτοια ριζικά αναγεννητική/ανατρεπτική διαδικασία, αντίστοιχη αυτής που γέννησε τα σύγχρονα έθνη κράτη.
Αν ισχύουν τα παραπάνω, προκύπτουν μια σειρά από συνεπαγωγές σχετικά με την πολιτική στρατηγική μας το επόμενο διάστημα.
Α) Οι αντίπαλοί μας έχουν στρατηγική να ισοπεδώσουν την εργασία και τη δημόσια περιουσία για τις ανάγκες του ανταγωνισμού και της κερδοφορίας. Αυτή η στρατηγική, πέρα από το ότι συνιστά μια οξεία ταξική επίθεση, οδηγεί τις κοινωνίες στην απόλυτη διάλυση και τελικά εκδιπλώνει την όξυνση της καπιταλιστικής κρίσης αντί να την αναχαιτίζει. Είναι βασική μαρξική θέση ότι το πολιτικό προσωπικό του αστισμού αλλά και τα επιμέρους κεφάλαια είναι τυφλά στην εκδίπλωση της καπιταλιστικής κρίσης. Άρα βρισκόμαστε απέναντι σε έναν αντίπαλο που μας επιτίθεται και ο οποίος διαλύει ταυτόχρονα το ίδιο το πεδίο της αντιπαράθεσης (την κοινωνία), χωρίς καταστατικά να μπορεί να βγει από αυτή την πορεία. Συνεπώς, δεν πρέπει να περιμένουμε από τη μεριά τους κανένα συμβιβασμό σοσιαλδημοκρατικού τύπου, ούτε τη συνειδητοποίηση της καταστροφής και τη «στο παρά πέντε» αποτροπή της από αυτούς.
Β) Η πολιτική μας θα κριθεί από την ικανότητά μας να εντάξουμε σε κεντρικό επίπεδο την υπαρξιακή διάσταση των επίδικων. Για παράδειγμα, στο ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων το κρίσιμο είναι η ανάδειξη του δίπολου δημοκρατία και κοινωνικός έλεγχος ή αγορά και βαρβαρότητα ως οι δύο προοπτικές που έχουμε μπροστά μας για το σύνολο της οργάνωσης της κοινωνικής ζωής και όχι τόσο η λεπτομερειακή απάντηση σε προβλήματα χρηματοδότησης αναπτυξιακών πλάνων δημόσιων επιχειρήσεων σε συνθήκες οικονομικού πολέμου.
Γ) Η καταρρέουσα κοινωνία του ατομικιστικού, καταναλωτικού καπιταλισμού αφήνει τους ανθρώπους χωρίς ρυθμιστική αρχή για την οργάνωση της καθημερινότητάς τους. Μέχρι χθες, οι άνθρωποι προσανατολίζονταν σε ατομικούς δρόμους επίτευξης στόχων και αυτή η στρατηγική οργάνωσης της ζωής ήταν κυρίαρχη γιατί στηριζόταν στην ελπίδα. Σήμερα, η ελπίδα αυτή εξανεμίζεται αφήνοντας τους ανθρώπους αποδιοργανωμένους. Είναι κορυφαίο πολιτικό ζήτημα ποια νέα ρυθμιστική αρχή θα οργανώσει την καθημερινότητα του λαού.
Δύο είναι υποψήφιες: η αρχή που διέπεται από τις αξίες της ελευθερίας, της αλληλεγγύης και της συλλογικής ύπαρξης, σύμφωνα με την αριστερή σοσιαλιστική προσέγγιση και η μαζική παλινδρόμηση σε αρχαϊκά ένστικτα, στην κανονικοποίηση της ωμής βίας στο κοινωνικό βίωμα κ.ο.κ., δηλαδή αυτό που ονομάζουμε φασισμό. Η πολιτική μας θα κριθεί στο κατά πόσο θα δώσουμε απόλυτη προτεραιότητα στην «από τα κάτω» οργάνωση του λαού, την προετοιμασία του για την εκ νέου συγκρότηση της κοινωνίας με θεσμούς λαϊκής συμμετοχής και αυτο-οργάνωσης με άξονες την αντίσταση και την αλληλεγγύη. Η προϋπόθεση για την εκ νέου αναγέννηση της κοινωνίας, ξεπερνώντας τη λογική του κέρδους είναι η μόνη ρεαλιστική πρόταση σήμερα για τους λαούς, αλλά είναι ταυτόχρονα και η μόνη δικλίδα ασφαλείας απέναντι στο σκοτάδι του φασισμού που πυκνώνει πια πάνω από τις γειτονιές μας.
* Ο Ανδρέας Καρίτζης είναι μέλος της ΚΠΕ του ΣΥΝ
Δεν κατάφερε όμως ο ελληνικός λαός να εκδιώξει το μνημονιακό πολιτικό προσωπικό από την πολιτική εξουσία και έτσι σήμερα η χώρα συνεχίζει την καταστροφική της περιδίνηση. Αν η οικονομική καταστροφή της ελληνικής κοινωνίας και η αστάθεια του ελληνικού καπιταλισμού κλείδωσαν τον Ιούνη του 2011, με τη ψήφιση του μεσοπρόθεσμου, τον Ιούνη του 2012 με την επάνοδο στην εξουσία των μνημονιακών δυνάμεων φαίνεται να κλειδώνει η πλήρης κοινωνική και πολιτική αποδιάρθρωση του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Φαινόμενα κοινωνικής αποσύνθεσης (εγκληματικότητα, κάθε είδους μορφή βίας κ.ο.κ.), αποδιάρθρωση κρατικών υπηρεσιών και θεσμών, αυτονόμηση τμημάτων του κράτους, εγκατάλειψη τεράστιων τμημάτων του πληθυσμού στην τύχη τους, απαξίωση της έννοιας της πολιτοφροσύνης και της δημοκρατίας κ.ο.κ. αναμένεται να κυριαρχήσουν την επόμενη περίοδο.
Από εδώ και πέρα όλες οι πιθανές εξελίξεις εντάσσονται σε ένα πλαίσιο όπου τίποτα δεν θα θυμίζει τη θεσμική, πολιτική, ακόμη και πολιτειακή διάρθρωση των τελευταίων δεκαετιών. Δεν υπάρχει επιστροφή ή εύκολη λύση, δεν υφίσταται η δυνατότητα σταθεροποίησης της κατάστασης και σταδιακής βελτίωσής της μόνο με συμβατικά μέσα, δηλαδή μόνο με ένα ριζικά διαφορετικό πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής και ανάταξης της δημοκρατικής λειτουργίας στο επίπεδο της κυβερνητικής εξουσίας. Ο βαθμός διάρρηξης του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού θα είναι τόσο μεγάλος ώστε η αποτροπή της παγίωσης της αντιδημοκρατικής, ίσως και φασιστικής λογικής θα απαιτεί την εκ νέου συγκρότηση του κοινωνικού σώματος σε νέες βάσεις και λογική, με αναγεννητικές διαδικασίες «από τα κάτω».
Πέρα από τον υψηλό βαθμό διάρρηξης της ελληνικής κοινωνίας, η αναγκαιότητα για μια «από τα κάτω» λαϊκή κινητοποίηση στην κατεύθυνση ενός νέου κοινωνικού παραδείγματος παράγεται από τη στρατηγική των αντιπάλων σε διεθνές επίπεδο. Η στρατηγική αυτή συνίσταται στην επιβολή των νόμων της αγοράς και του ανταγωνισμού σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Μια τέτοια στρατηγική δεν περιλαμβάνει πλέον θέσεις σε έναν διεθνή καταμερισμό της εργασίας για χώρες με προστατευμένη εργασία και αξιόλογο κοινωνικό κράτος. Δεν περιλαμβάνει καν την αστική δημοκρατία όπως τη γνωρίσαμε. Το πρότυπο είναι ο ασιατικός καπιταλισμός, ένας καπιταλισμός χωρίς δημοκρατία και δικαιώματα. Σε αυτό το μοντέλο ευθυγραμμίζεται η οικονομική και πολιτική ελίτ της Ε.Ε., αυτό το μοντέλο επιχειρούν να εμπεδώσουν όλες οι προτάσεις σε επίπεδο Ε.Ε. για την προώθηση της ενοποιητικής διαδικασίας στη γηραιά ήπειρο. Την ίδια ώρα η διασύνδεση των οικονομιών είναι τόσο μεγάλη που δεν επιτρέπει την αποκόλληση από το παγκόσμιο γίγνεσθαι, ενώ το ασφυκτικό πλαίσιο της Ευρωζώνης καθιστά τις κινήσεις αποκλειστικά σε κυβερνητικό επίπεδο εξαιρετικά περιορισμένες. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες τίθενται συνολικά, υπαρξιακά διλήμματα για τους λαούς με μεγάλη ένταση, τα οποία μπορούν να απαντηθούν μόνο μέσα από μια τέτοια ριζικά αναγεννητική/ανατρεπτική διαδικασία, αντίστοιχη αυτής που γέννησε τα σύγχρονα έθνη κράτη.
Αν ισχύουν τα παραπάνω, προκύπτουν μια σειρά από συνεπαγωγές σχετικά με την πολιτική στρατηγική μας το επόμενο διάστημα.
Α) Οι αντίπαλοί μας έχουν στρατηγική να ισοπεδώσουν την εργασία και τη δημόσια περιουσία για τις ανάγκες του ανταγωνισμού και της κερδοφορίας. Αυτή η στρατηγική, πέρα από το ότι συνιστά μια οξεία ταξική επίθεση, οδηγεί τις κοινωνίες στην απόλυτη διάλυση και τελικά εκδιπλώνει την όξυνση της καπιταλιστικής κρίσης αντί να την αναχαιτίζει. Είναι βασική μαρξική θέση ότι το πολιτικό προσωπικό του αστισμού αλλά και τα επιμέρους κεφάλαια είναι τυφλά στην εκδίπλωση της καπιταλιστικής κρίσης. Άρα βρισκόμαστε απέναντι σε έναν αντίπαλο που μας επιτίθεται και ο οποίος διαλύει ταυτόχρονα το ίδιο το πεδίο της αντιπαράθεσης (την κοινωνία), χωρίς καταστατικά να μπορεί να βγει από αυτή την πορεία. Συνεπώς, δεν πρέπει να περιμένουμε από τη μεριά τους κανένα συμβιβασμό σοσιαλδημοκρατικού τύπου, ούτε τη συνειδητοποίηση της καταστροφής και τη «στο παρά πέντε» αποτροπή της από αυτούς.
Β) Η πολιτική μας θα κριθεί από την ικανότητά μας να εντάξουμε σε κεντρικό επίπεδο την υπαρξιακή διάσταση των επίδικων. Για παράδειγμα, στο ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων το κρίσιμο είναι η ανάδειξη του δίπολου δημοκρατία και κοινωνικός έλεγχος ή αγορά και βαρβαρότητα ως οι δύο προοπτικές που έχουμε μπροστά μας για το σύνολο της οργάνωσης της κοινωνικής ζωής και όχι τόσο η λεπτομερειακή απάντηση σε προβλήματα χρηματοδότησης αναπτυξιακών πλάνων δημόσιων επιχειρήσεων σε συνθήκες οικονομικού πολέμου.
Γ) Η καταρρέουσα κοινωνία του ατομικιστικού, καταναλωτικού καπιταλισμού αφήνει τους ανθρώπους χωρίς ρυθμιστική αρχή για την οργάνωση της καθημερινότητάς τους. Μέχρι χθες, οι άνθρωποι προσανατολίζονταν σε ατομικούς δρόμους επίτευξης στόχων και αυτή η στρατηγική οργάνωσης της ζωής ήταν κυρίαρχη γιατί στηριζόταν στην ελπίδα. Σήμερα, η ελπίδα αυτή εξανεμίζεται αφήνοντας τους ανθρώπους αποδιοργανωμένους. Είναι κορυφαίο πολιτικό ζήτημα ποια νέα ρυθμιστική αρχή θα οργανώσει την καθημερινότητα του λαού.
Δύο είναι υποψήφιες: η αρχή που διέπεται από τις αξίες της ελευθερίας, της αλληλεγγύης και της συλλογικής ύπαρξης, σύμφωνα με την αριστερή σοσιαλιστική προσέγγιση και η μαζική παλινδρόμηση σε αρχαϊκά ένστικτα, στην κανονικοποίηση της ωμής βίας στο κοινωνικό βίωμα κ.ο.κ., δηλαδή αυτό που ονομάζουμε φασισμό. Η πολιτική μας θα κριθεί στο κατά πόσο θα δώσουμε απόλυτη προτεραιότητα στην «από τα κάτω» οργάνωση του λαού, την προετοιμασία του για την εκ νέου συγκρότηση της κοινωνίας με θεσμούς λαϊκής συμμετοχής και αυτο-οργάνωσης με άξονες την αντίσταση και την αλληλεγγύη. Η προϋπόθεση για την εκ νέου αναγέννηση της κοινωνίας, ξεπερνώντας τη λογική του κέρδους είναι η μόνη ρεαλιστική πρόταση σήμερα για τους λαούς, αλλά είναι ταυτόχρονα και η μόνη δικλίδα ασφαλείας απέναντι στο σκοτάδι του φασισμού που πυκνώνει πια πάνω από τις γειτονιές μας.
* Ο Ανδρέας Καρίτζης είναι μέλος της ΚΠΕ του ΣΥΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου