Ο πρώτος μαύρος πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ κινδυνεύει να γράψει το όνομά του στην αμερικανική ιστορία δίπλα στη δραματική επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου όσων μοιράζονται το ίδιο χρώμα δέρματος. Τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπαμα της οικονομικής κρίσης, οι μειονότητες, και ειδικά οι μαύροι, αποτελούν τα θύματα ενός ιδιότυπου οικονομικού ρατσισμού με επίκεντρο το τραπεζικό σύστημα της χώρας.
Όλο και περισσότερες οργανώσεις για την υπεράσπιση των πολιτικών δικαιωμάτων στις ΗΠΑ κάνουν λόγο για ένα νέο είδος φυλετικού διαχωρισμού, τον οποίο και αποκαλούν ντε φάκτο "οικονομικό διαχωρισμό". Όπως παραδέχεται και η εφημερίδα "Ουάσιγκτον Ποστ", η κατάρρευση της αγοράς ακινήτων "άφησε βαθύ σημάδι στην οικονομική κατάσταση του μαύρου πληθυσμού, κάτι που όχι μόνο δεν μπορεί να εξαλειφθεί σε μια γενιά οικονομικής προόδου, αλλά θα μπορούσε να τους αφήσει σε μειονεκτική θέση για ολόκληρες δεκαετίες".
Το βασικό εργαλείο του διαχωρισμού και της ρατσιστικής αντιμετώπισης είναι ένας τριψήφιος τραπεζικός κωδικός που παραμένει αόρατος στο ευρύ κοινό. Σε μια προσπάθεια να προστατεύσουν τα αποθεματικά τους μετά το κάζο του 2008 και τη μαζική αδυναμία των καταναλωτών να εξοφλήσουν τα στεγαστικά τους δάνεια, οι τράπεζες έθεσαν πολύ αυστηρότερα κριτήρια για τη χορήγηση δανείων υιοθετώντας, όπως οι ασφαλιστικές εταιρείες, ειδικούς κωδικούς αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας των πελατών τους.
Για τους μαύρους Αμερικανούς, το παιχνίδι ήταν, βέβαια, άνισο εξαρχής. Σύμφωνα με στοιχεία της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας από το 2003, βρίσκονταν ακόμα και τότε σε ασύγκριτα πιο μειονεκτική θέση σε σχέση με τους λευκούς καταναλωτές σε ό,τι αφορούσε τη λήψη δανείων. Είχαν όμως και πολύ πιο χαμηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης, με αποτέλεσμα να αντιμετωπιστούν σαν νέο Ελντοράντο από το αμερικανικό τραπεζικό σύστημα τη δεκαετία που προηγήθηκε της κρίσης. Η συνέχεια είναι γνωστή. Αντί να βγάλει τις κοινότητες των μαύρων από την ανέχεια, η έκρηξη δανεισμού τις κατέστρεψε.
Πρόσφατη έρευνα του Κέντρου Pew αποκαλύπτει ότι οι περιουσίες των μαύρων έχουν σήμερα υποτιμηθεί κατά 53% εξαιτίας της βουτιάς που προκάλεσε η κρίση στην αγορά ακινήτων. Η μέση αξία ενός σπιτιού στις γειτονιές των μαύρων υπολογίζεται σήμερα σε 5.677 δολάρια, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης έχει πέσει στο ναδίρ και η ανεργία έχει υποχωρήσει σε επίπεδα της δεκαετίας του '80. Όλ' αυτά οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε αρνητική αξιολόγηση από τις τράπεζες. Και κάτω από τις σημερινές συνθήκες κάτι τέτοιο κόβει στα μέλη των μειονοτήτων ακόμα και την πιο απόμακρη δυνατότητα να φτάσουν κάποτε στις παρυφές του αμερικανικού ονείρου.
Οι Standard&Poor's των γκέτο και των άλλοτε μεσοαστικών συνοικιών, οι ιδιωτικές δηλαδή εταιρείες που αξιολογούν την πιστοληπτική ικανότητα των καταναλωτών, επιμένουν ότι η φυλετική προέλευση δεν αποτελεί παράμετρο στους υπολογισμούς τους. Και επικαλούνται τη νομοθεσία, που απαγορεύει κάτι τέτοιο. Παρ' όλα αυτά, οι επίσημες μελέτες δείχνουν ένα διαρκώς διευρυνόμενο χάσμα ανάμεσα στα ποσοστά δανεισμού των λευκών και των μαύρων.
Γι' αυτό και πολλές οργανώσεις της αμερικανικής κοινωνικής Αριστεράς πιστεύουν ότι η αποκατάσταση του εισοδήματος και του πλούτου των μαύρων κοινοτήτων αποτελεί τον επόμενο στόχο του κινήματος για την υπεράσπιση των πολιτικών δικαιωμάτων, με τον βασικό αντίπαλο να μην βρίσκεται πια στο γραφείο του κυβερνήτη κάποιας πολιτείας του καθυστερημένου αμερικανικού Νότου, αλλά στα διευθυντικά γραφεία των τραπεζών.
Οργανώσεις όπως η NAACP και η Εθνική Ένωση Πόλεων υποστηρίζουν ότι η μεσαία τάξη των μαύρων απειλείται σήμερα με εξαφάνιση εξαιτίας του αποκλεισμού τους από τον δανεισμό. Ο βετεράνος δικηγόρος του κινήματος των πολιτικών δικαιωμάτων, Τζον Ρέλμαν, ο οποίος έχει κερδίσει αγωγές εκατομμυρίων δολαρίων από μεγάλες αμερικανικές εταιρείες για φυλετικές διακρίσεις, στρέφει τώρα το στόχαστρό του στις τράπεζες. "Η φυλετική προέλευση και η οικονομική ανισότητα πήγαιναν πάντοτε χέρι - χέρι σε αυτή τη χώρα" παρατηρεί.
Την εκτίμησή του επιβεβαίωσε άλλωστε τον προηγούμενο μήνα και το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, που κατέληξε σε δικαστικό συμβιβασμό ύψους 21 εκατομμυρίων δολαρίων με τη SunTrust. Η τράπεζα κατηγορήθηκε ότι επέβαλε "φυλετικό επιτόκιο" στους μαύρους πελάτες της στην Ατλάντα, οι οποίοι πλήρωναν κατά μέσο όρο για τα δάνειά τους 745 δολάρια περισσότερα από τους λευκούς πελάτες με ανάλογα οικονομικά στοιχεία.
"Οι Αφροαμερικανοί και Λατίνοι πελάτες της SunTrust δεν είχαν ιδέα ότι θα μπορούσαν να έχουν δανειστεί με καλύτερους όρους, δεν είχαν ιδέα ότι οι λευκοί πελάτες πλήρωναν λιγότερο", επισήμανε στην αγόρευσή του ο εισαγγελέας Τόμας Πέρεζ. "Πρόκειται για διακρίσεις που επιβάλλονται με το χαμόγελο" είπε δίνοντας ακόμα μια διάσταση του νέου οικονομικού απαρτχάιντ.
Όλο και περισσότερες οργανώσεις για την υπεράσπιση των πολιτικών δικαιωμάτων στις ΗΠΑ κάνουν λόγο για ένα νέο είδος φυλετικού διαχωρισμού, τον οποίο και αποκαλούν ντε φάκτο "οικονομικό διαχωρισμό". Όπως παραδέχεται και η εφημερίδα "Ουάσιγκτον Ποστ", η κατάρρευση της αγοράς ακινήτων "άφησε βαθύ σημάδι στην οικονομική κατάσταση του μαύρου πληθυσμού, κάτι που όχι μόνο δεν μπορεί να εξαλειφθεί σε μια γενιά οικονομικής προόδου, αλλά θα μπορούσε να τους αφήσει σε μειονεκτική θέση για ολόκληρες δεκαετίες".
Το βασικό εργαλείο του διαχωρισμού και της ρατσιστικής αντιμετώπισης είναι ένας τριψήφιος τραπεζικός κωδικός που παραμένει αόρατος στο ευρύ κοινό. Σε μια προσπάθεια να προστατεύσουν τα αποθεματικά τους μετά το κάζο του 2008 και τη μαζική αδυναμία των καταναλωτών να εξοφλήσουν τα στεγαστικά τους δάνεια, οι τράπεζες έθεσαν πολύ αυστηρότερα κριτήρια για τη χορήγηση δανείων υιοθετώντας, όπως οι ασφαλιστικές εταιρείες, ειδικούς κωδικούς αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας των πελατών τους.
Για τους μαύρους Αμερικανούς, το παιχνίδι ήταν, βέβαια, άνισο εξαρχής. Σύμφωνα με στοιχεία της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας από το 2003, βρίσκονταν ακόμα και τότε σε ασύγκριτα πιο μειονεκτική θέση σε σχέση με τους λευκούς καταναλωτές σε ό,τι αφορούσε τη λήψη δανείων. Είχαν όμως και πολύ πιο χαμηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης, με αποτέλεσμα να αντιμετωπιστούν σαν νέο Ελντοράντο από το αμερικανικό τραπεζικό σύστημα τη δεκαετία που προηγήθηκε της κρίσης. Η συνέχεια είναι γνωστή. Αντί να βγάλει τις κοινότητες των μαύρων από την ανέχεια, η έκρηξη δανεισμού τις κατέστρεψε.
Πρόσφατη έρευνα του Κέντρου Pew αποκαλύπτει ότι οι περιουσίες των μαύρων έχουν σήμερα υποτιμηθεί κατά 53% εξαιτίας της βουτιάς που προκάλεσε η κρίση στην αγορά ακινήτων. Η μέση αξία ενός σπιτιού στις γειτονιές των μαύρων υπολογίζεται σήμερα σε 5.677 δολάρια, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης έχει πέσει στο ναδίρ και η ανεργία έχει υποχωρήσει σε επίπεδα της δεκαετίας του '80. Όλ' αυτά οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε αρνητική αξιολόγηση από τις τράπεζες. Και κάτω από τις σημερινές συνθήκες κάτι τέτοιο κόβει στα μέλη των μειονοτήτων ακόμα και την πιο απόμακρη δυνατότητα να φτάσουν κάποτε στις παρυφές του αμερικανικού ονείρου.
Οι Standard&Poor's των γκέτο και των άλλοτε μεσοαστικών συνοικιών, οι ιδιωτικές δηλαδή εταιρείες που αξιολογούν την πιστοληπτική ικανότητα των καταναλωτών, επιμένουν ότι η φυλετική προέλευση δεν αποτελεί παράμετρο στους υπολογισμούς τους. Και επικαλούνται τη νομοθεσία, που απαγορεύει κάτι τέτοιο. Παρ' όλα αυτά, οι επίσημες μελέτες δείχνουν ένα διαρκώς διευρυνόμενο χάσμα ανάμεσα στα ποσοστά δανεισμού των λευκών και των μαύρων.
Γι' αυτό και πολλές οργανώσεις της αμερικανικής κοινωνικής Αριστεράς πιστεύουν ότι η αποκατάσταση του εισοδήματος και του πλούτου των μαύρων κοινοτήτων αποτελεί τον επόμενο στόχο του κινήματος για την υπεράσπιση των πολιτικών δικαιωμάτων, με τον βασικό αντίπαλο να μην βρίσκεται πια στο γραφείο του κυβερνήτη κάποιας πολιτείας του καθυστερημένου αμερικανικού Νότου, αλλά στα διευθυντικά γραφεία των τραπεζών.
Οργανώσεις όπως η NAACP και η Εθνική Ένωση Πόλεων υποστηρίζουν ότι η μεσαία τάξη των μαύρων απειλείται σήμερα με εξαφάνιση εξαιτίας του αποκλεισμού τους από τον δανεισμό. Ο βετεράνος δικηγόρος του κινήματος των πολιτικών δικαιωμάτων, Τζον Ρέλμαν, ο οποίος έχει κερδίσει αγωγές εκατομμυρίων δολαρίων από μεγάλες αμερικανικές εταιρείες για φυλετικές διακρίσεις, στρέφει τώρα το στόχαστρό του στις τράπεζες. "Η φυλετική προέλευση και η οικονομική ανισότητα πήγαιναν πάντοτε χέρι - χέρι σε αυτή τη χώρα" παρατηρεί.
Την εκτίμησή του επιβεβαίωσε άλλωστε τον προηγούμενο μήνα και το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, που κατέληξε σε δικαστικό συμβιβασμό ύψους 21 εκατομμυρίων δολαρίων με τη SunTrust. Η τράπεζα κατηγορήθηκε ότι επέβαλε "φυλετικό επιτόκιο" στους μαύρους πελάτες της στην Ατλάντα, οι οποίοι πλήρωναν κατά μέσο όρο για τα δάνειά τους 745 δολάρια περισσότερα από τους λευκούς πελάτες με ανάλογα οικονομικά στοιχεία.
"Οι Αφροαμερικανοί και Λατίνοι πελάτες της SunTrust δεν είχαν ιδέα ότι θα μπορούσαν να έχουν δανειστεί με καλύτερους όρους, δεν είχαν ιδέα ότι οι λευκοί πελάτες πλήρωναν λιγότερο", επισήμανε στην αγόρευσή του ο εισαγγελέας Τόμας Πέρεζ. "Πρόκειται για διακρίσεις που επιβάλλονται με το χαμόγελο" είπε δίνοντας ακόμα μια διάσταση του νέου οικονομικού απαρτχάιντ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου