Ο “super- Mario” Μόντι κατά τα εγχώρια αλλά και ορισμένα ξένα ΜΜΕ, σε λίγες μέρες ξανάγινε ο δεξιός τραπεζίτης, ο εκλεκτός της συντηρητικής κάστας των Βρυξελλών. Ο Ραχόι έχασε τη λάμψη του Ινιέστα και της παρέας του και ξανάγινε ένας δεξιός έως και αντιδραστικός πολιτικός, απολύτως ευθυγραμμισμένος με την υφεσιακή πολιτική, που τσακίζει τις λαϊκές κινητοποιήσεις, λαμβάνει μέτρα περαιτέρω διόγκωσης της ήδη εκτός ελέγχου ανεργίας και αποδέχεται ευχαρίστως τη σύνταξη διόλου “light” μνημονίων.Οι ευρωπαίοι ηγέτες αποφάσισαν τον Ιούνιο ότι θα αποφασίσουν το Δεκέμβριο ένα μηχανισμό ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών που αγνοούμε πως ακριβώς θα δομηθεί, ποια βάρη θα σωρρεύει στα κράτη, ποιες τράπεζες θα αφορά, τι μνημόνια θα απαιτεί- αλλά που σίγουρα θα είναι βαρύτατα- βάφτισαν με άλλο όνομα το μηχανισμό αγοράς δημοσίου χρέους που αποστρέφονται οι αγορές και υποκρίθηκαν ότι διαμορφώνουν ένα αναπτυξιακό πακέτο, που είναι ανάξιο λόγου.
Οι αποφάσεις της συνόδου κορυφής όπως εξ αρχής διάφοροι επισημάναμε αποδείχθηκαν πολύ λίγες, πολύ μυωπικές και ήρθαν πολύ αργά. Το γερμανικό κατεστημένο δε συνετρίβη, ούτε ταπεινώθηκε: αντίθετα παραμένει κυρίαρχο, εξακολουθώντας να προωθεί τις καταστροφικές για τους λαούς πολιτικές του. Η ευφορία από τις αποφάσεις είναι ζήτημα αν κράτησε πάνω από 48 ώρες, ενώ το ευρώ δείχνει να εισέρχεται σε φάση επώδυνης αποσύνθεσης εξαιτίας της δεδομένης στρατηγικής.
Τους δύο πρώτους μηχανισμούς δε, φρόντισαν να τους δυναμιτίσουν εν τη γενέσει τους εξοπλίζοντάς τους με ένα ανώτατο όριο κεφαλαίων που εγγυάται ότι θα αποδειχθούν ανεπαρκείς για τη “διάσωση” των κρατών που περιμένουν στην ουρά, ενώ μια σειρά γνωστών πια μελών του ευρώ απειλούν να τινάξουν στον αέρα τις αποφάσεις αυτές ή και το ίδιο το ευρώ. Μια από τα ίδια δηλαδή μόνο που ξεκινούμε από διαρκώς χειρότερη θέση.
Επιπλέον όμως οι Μόντι και Ραχόι αποδείχθηκαν “καλοί μαθητές” της σχολής Μέρκελ, Σαρκοζί και παλιότερα Μπους: έδωσαν μάχη για τον ιδιωτικό τραπεζικό τομέα των χωρών τους- αμφιβόλου όπως είδαμε αποτελεσματικότητας- και κατόπιν πρόθυμα φόρτωσαν τα βάρη στους λαούς τους. Για τις τράπεζές τους ευχαρίστως παλεύουν για νέα κεφάλαια. Για τους εργαζομένους, τους ανέργους, τους νεολαίους, σύντομα τους συνταξιούχους, ευχαρίστως επιβάλλουν τη συρρίκνωση των εισοδημάτων και των δικαιωμάτων τους. Άλλωστε, είναι δεξιοί και δεν το κρύβουν.
Κατά συνέπεια, τα ντόπια ΜΜΕ αλλά και ένα τμήμα στελεχών της αριστεράς έχασαν τους “ήρωές” τους. Αυτό το τελευταίο, δηλαδή η σύγχυση ενός τμήματος του στελεχιακού δυναμικού της αριστεράς είναι και το πιο σημαντικό, καθώς τα ΜΜΕ ούτως ή άλλως διαδραματίζουν συγκεκριμένο ρόλο, γνωστό πια. Επιπλέον μας βοηθά να βγάλουμε ορισμένα συμπεράσματα και να επισημάνουμε κινδύνους.
Από την αρχή της κρίσης στην Ελλάδα, η αριστερά υιοθέτησε το πατριωτικό στοιχείο στο λόγο της και στην ανάλυσή της. Αυτό δεν είναι καθόλου αρνητικό καθώς αποτελεί βασικό σημείο αναφοράς κάθε λαού, δεδομένου μάλιστα ότι μια δομική καπιταλιστική κρίση αποκτά συνήθως και γεωπολιτικά χαρακτηριστικά.
Ωστόσο γίνεται πολύ επικίνδυνη ως ανάλυση όταν συσκοτίζει και ωθεί στην τάση προς έναν οικονομικό ή πολύ περισσότερο σήμερα τραπεζοκεντρικό εθνικισμό. Η αριστερή αντίληψη περί πατριωτισμού και εξόδου από την κρίση, με αυτή των Μόντι κα Ραχόι δεν έχει καμία σχέση. Η πρώτη δίνει την έμφαση στην έξοδο των λαών από την κρίση, ενώ η δεύτερη στη διασφάλιση του τραπεζικού και μεγάλου κεφαλαίου. Η πρώτη έχει βάθος και προτάσσει εναλλακτικό κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο. Η δεύτερη είναι ρηχή, σκοπεύει στην επιβίωση του συστήματος που προκάλεσε την κρίση και προοπτικά ενισχύει την ανάδυση αντικρουομένων εθνικισμών.
Η αριστερά δεν μπορεί να έχει την οποιαδήποτε σχέση με αυτές τις πολιτικές που επιφέρουν περαιτέρω σύγχυση, καθώς στη θέση της ταξικής αλληλεγγύης θέτουν την ταύτιση τραπεζικών συμφερόντων και εθνικισμού.
Δεύτερον, ένα τμήμα της αριστεράς υπό την πίεση της συστημικής εκστρατείας φόβου και τρομοκράτησης θεώρησε ότι είναι απαραίτητο να εντοπίσει υποδείγματα από τη δεξιά πλευρά του πολιτικού φάσματος, που τα καταφέρνουν καλύτερα από την ελληνική δεξιά και δεξιά σοσιαλδημοκρατία. Ως τακτικό, ρητορικό επιχείρημα δεν είναι παράλογο. Είναι πάντα χρήσιμο να αποδεικνύεις στον αντίπαλο ότι και χωρίς να απαιτείται κανείς να προσχωρήσει στην αντίληψή της αριστεράς, μπορεί να ακολουθήσει διαφορετικές πολιτικές από αυτές του αντιπάλου σου. Αρκεί πρώτον το υπόδειγμα που χρησιμοποιείς να ακολουθεί όντως διαφορετικές πολιτικές από εκείνες του αντιπάλου σου και κυρίως να μην προχωράς σε γενικότερες ταυτίσεις της αριστεράς με συντηρητικές δυνάμεις.
Με άλλα λόγια, η πολιτική Μόντι και Ραχόι όχι μόνο δεν αποτελεί πρότυπο προς μίμηση για την αριστερά αλλά αντίθετα συνιστά παράδειγμα προς αποφυγή, για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω. Η αριστερά επιπλέον δεν μπορεί να αναζητά τη στρατηγική της δικαίωση- δεν αναφέρομαι σε επιμέρους προτάσεις- μέσα από δεξιές πολιτικές, διότι τότε μπαίνει στη μοιραία διαδικασία διαδοχικών πολιτικών εκπτώσεων, στις οποίες είχε εισέλθει με καταστροφικά αποτελέσματα και η κυβέρνηση Παπανδρέου μετά το 2009.
Αντίθετα, μέσα στην κρίση οφείλει να αξιοποιήσει τον αντιπολιτευτικό της ρόλο για να δομήσει μια επαναστατική στρατηγική, με γκραμσιανούς όρους, δηλαδή στρατηγική στην άλλη κορυφή από εκείνη του κατεστημένου. Η αριστερά δηλαδή πρέπει να γίνει πιο καίρια, ώριμα και αποτελεσματικά αριστερή μέσα στην κρίση, όχι να συντηρητικοποιηθεί. Αυτή η κατεύθυνση είναι απαραίτητη όχι εξαιτίας μιας τάσης αυτό- επιβεβαίωσης αλλά επειδή όταν η αριστερά κληθεί να κυβερνήσει- ο σύνδεσμος “όταν” σημειώνω ότι είναι χρονικός και υποθετικός- το δίλημμα μνημόνιο – αντιμνημόνιο ενδεχομένως θα είναι ξεπερασμένο.
Η κατάρρευση της μνημονιακής πολιτικής που παλινορθώθηκε στις 17 Ιούνη και μαζί της χώρας ή και της Ευρώπης πιθανά, θα έχει θέσει εκτός ατζέντας όχι μόνο την αντιδραστική στρατηγική αλλά και την αριστερή στρατηγική που δομήθηκε στην προηγούμενη φάση της κρίσης. Δε θα έχει νόημα να αποδείξει η αριστερά την αποτυχία μιας καταρρέουσας πολιτικής αλλά θα πρέπει να ανορθώσει τη χώρα, να ανασυγκροτήσει την εθνική οικονομία σε περιβάλλον εγχώριας και διεθνούς εντεινόμενης κρίσης. Εκεί θα κληθεί να υλοποιήσει το δικό της μοντέλο, που ο ίδιος ο λαός θα απαιτεί πια να είναι ριζικά διαφορετικό από αυτό που προκάλεσε την κατάρρευση.
Αυτή όμως ακριβώς η ανάγκη για ένα διαφορετικό μοντέλο θα απαιτήσει η αριστερά να πάψει να είναι εν γένει αριστερά. Θα πρέπει να επιλέξει αν θα γίνει μια σοσιαλιστική ή κομμουνιστική ή όποιας άλλης κατεύθυνσης αριστερά, με στέρεο πρόγραμμα, εσωτερική συνοχή και βαθιά κοινωνική στήριξη.
Το τρίτο συμπέρασμα από την “από- ηρωοποίηση” Μόντι- Ραχόι είναι ο διαχωρισμός μεταξύ διεθνών συμμαχιών και πολιτικού προγράμματος. Ναι, οι Μόντι και Ραχόι θα μπορούσαν και θα έπρεπε να αποτελέσουν μαζί με μια γενναία ελληνική κυβέρνηση μέτωπο διαπραγμάτευσης στην Ευρώπη. Είναι τεράστια και ιστορική η ευθύνη της συγκυβέρνησης που αρνείται κατ' ουσίαν ένα τέτοιο μέτωπο, απομονώνοντας περαιτέρω τη χώρα.
Από την άλλη ωστόσο πρέπει να είναι σαφές ότι τέτοιες μετωπικές συμμαχίες δεν είναι βέβαιο πως μπορούν να πάνε πολύ μακριά, εκτός και αν η προοπτική διάλυσης της ευρωζώνης ή/και η ανάδυση νέων αντί- συστημικών, προοδευτικών δυνάμεων ωθήσουν στην επίτευξη σταθεροτέρων συμμαχιών.
Ίσως και αυτό είναι το πιο αισιόδοξο στοιχείο. Η ίδια η στάση των δεξιών πολιτικών δυνάμεων μέσα στην κρίση μπορεί να οδηγήσει στην υπέρβαση της όποιας σύγχυσης. Αρκεί μέχρι τότε να μην έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος και να μην έχουμε νερώσει το κρασί μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου