ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΚΑΒΟΥΡΙΑΡΗ
Δεν ξέρω σε ποια Αλεξάνδρεια αναφέρθηκε ο Αντώνης Σαμαράς, στη συζήτηση στη Βουλή για τις προγραμματικές θέσεις της κυβέρνησής του, όταν, στην αντιπαράθεσή του με τον Αλέξη Τσίπρα, τσίταρε Καβάφη από το Απολείπειν ο θεός Αντώνιον. Στην Αλεξάνδρεια που φεύγει, ή σʼ αυτήν που ο Αντώνιος, σύμφωνα με τον ποιητή, χάνει. Μπλέχτηκαν τα ονόματα (ο Μάρκος Αντώνιος με τον πρόεδρο της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ), οι πόλεις και οι καταστάσεις. Ο Αντώνιος χάνει την Αλεξάνδρεια, η πόλη όμως φεύγει, χάνεται και αυτή, με τη νίκη του Οκταβιανού, το τέλος των Πτολεμαίων και τη μετατροπή της Αιγύπτου σε επαρχία του ρωμαϊκού κράτους. Το να χάσει ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ την Αλεξάνδρεια δεν θα είναι και τόσο τραγικό. Το να χαθεί όμως η πόλη θα έχει τραγικές συνέπειες. Το σκοτάδι, στην κυριολεξία και μεταφορικά.
Η ποιητική αποστροφή του Σαμαρά, εμπνευσμένη από ένα ποίημα, που αν το είχε διαβάσει, μαζί με τον τίτλο του, μάλλον δεν θα το χρησιμοποιούσε, καταχειροκροτήθηκε από τα έδρανα της Νέας Δημοκρατίας -διότι «αν μας αντέξει το σκοινί θα φανεί στο χειροκρότημα»- δόθηκε ως απάντηση στην αναφορά του Τσίπρα, πάλι στον Καβάφη, για τη σημασία των βαρβάρων στην επιβίωση της κυβέρνησης και ο κύκλος έκλεισε, ας ελπίσουμε προσωρινά, με τους Μοιραίους του Βάρναλη. Μιας και όλα δείχνουν ότι μας απέλειψαν οι εταίροι μας και ότι το μόνο που στο τέλος θα μείνει, στη σημερινή κυβερνητική πλειοψηφία, είναι η προσμονή σε κάποιο θάμα.
Αφού η ποίηση, ως τσιτάτο για το χειροκρότημα, και όχι ως μέσο για να πούμε «πράγματα που δεν μπορούν να ειπωθούν με άλλο τρόπο»1, μπήκε για τα καλά στη Βουλή των Ελλήνων, ας αναρωτηθούμε τι κάνει η Πολιτεία για τις τέχνες και τους ανθρώπους της.
Πολλές Αλεξάνδρειες φεύγουν και χάνονται στις μέρες μας. Και οι μυστικοί θίασοι δεν διαθέτουν πλέον εξαίσια όργανα. Κυρίως δεν διαθέτουν εξαίσιους ερμηνευτές. Η χώρα των ποιητών, η χώρα των μεγάλων ποιητών, η χώρα των δύο μεταπολεμικών Νόμπελ στην ποίηση, η χώρα που η ποίηση γίνεται τραγούδι και τραγουδιέται, όταν και όπου η ζωή μετουσιώνεται σε στίχο και σε ρυθμό, κυβερνιέται από πολιτικούς θιάσους που η σχέση τους με την τέχνη -την ποίηση και όλες τις άλλες- είναι χαλαρή. Πολύ χαλαρή θα έλεγα, αν κρίνουμε από τα μέτρα που προωθούν τις τέχνες και στηρίζουν τους καλλιτέχνες και το έργο τους. Ελάχιστοι είναι οι πόροι που διατίθενται για τον πολιτισμό. Και συνεχώς μειώνονται. Και φτάσαμε στον προϋπολογισμό του 2012 να διαθέτουμε για τον πολιτισμό το εκπληκτικό ποσό των 573 εκατ. ευρώ. Σε μια χώρα με την ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας. Αντίθετα, μια και μέσω Καβάφη βρεθήκαμε στην Αλεξάνδρεια των ελληνιστικών χρόνων, ο Πτολεμαίος ο 1ος ίδρυσε τη μεγάλη βιβλιοθήκη, που συγκέντρωσε όλη την πνευματική παραγωγή του τότε κόσμου και το Μουσείο στο οποίο ζούσαν οι επιστήμονες και συγγραφείς, ως μέλη της λατρευτικής κοινότητας των μουσών, σε συνεχή επαφή και επικοινωνία μεταξύ τους.
Με την καταφυγή στο πλούσιο απόθεμα του ποιητικού λόγου που διαθέτει η γλώσσα μας, οι πολιτικοί μας προσπαθούν να εισάγουν στον πολιτικό τους λόγο κάποια πνευματικότητα που στη μεγάλη πλειοψηφία τους δεν τη διαθέτουν. Η χώρα των ποιητών συστηματικά απέλειψε τους ποιητές από την πολιτική, τον χώρο στον οποίο αποφασίζεται η συλλογή και η διάθεση των πόρων οι οποίοι επιτρέπουν την παραγωγή και τη συμμετοχή στα πολιτιστικά αγαθά.
Από όλους έχουμε ανάγκη. Στην κατάσταση που βρισκόμαστε ας ανοίξουμε τον δρόμο στους ποιητές και γενικότερα στους ανθρώπους του πνεύματος, που μπορούν να καταλάβουν ότι «είναι όλα μια διασταύρωση γεγονότων βαθιά διαφορετικών και χωρίς επικοινωνία το ένα με το άλλο, και τα οποία, αντίθετα συνδυάζονται, σαν μια κάποια περίεργη και εξαιρετική επινόηση».2 Οι ποιητές δεν είναι ούτε συνδικαλιστές ούτε επαγγελματίες της πολιτικής. Και ακριβώς γιʼ αυτό, υπαινικτικά ή αναλυτικά μπορούν, όπως γράφει ο Ινγκράο, να εξάρουν τη «χλευασμένη επιθυμία, τις εύθραυστες κοινωνίες, δηλαδή τις ανθρώπινες συναντήσεις που δεν άντεξαν» και να σηκώσουν «ψηλά την ήττα».
1. Πιέτρο Ινγκράο, Η αγανάκτηση δεν αρκεί, Εύμαρος, 2011.
2. Στο ίδιο.
Δεν ξέρω σε ποια Αλεξάνδρεια αναφέρθηκε ο Αντώνης Σαμαράς, στη συζήτηση στη Βουλή για τις προγραμματικές θέσεις της κυβέρνησής του, όταν, στην αντιπαράθεσή του με τον Αλέξη Τσίπρα, τσίταρε Καβάφη από το Απολείπειν ο θεός Αντώνιον. Στην Αλεξάνδρεια που φεύγει, ή σʼ αυτήν που ο Αντώνιος, σύμφωνα με τον ποιητή, χάνει. Μπλέχτηκαν τα ονόματα (ο Μάρκος Αντώνιος με τον πρόεδρο της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ), οι πόλεις και οι καταστάσεις. Ο Αντώνιος χάνει την Αλεξάνδρεια, η πόλη όμως φεύγει, χάνεται και αυτή, με τη νίκη του Οκταβιανού, το τέλος των Πτολεμαίων και τη μετατροπή της Αιγύπτου σε επαρχία του ρωμαϊκού κράτους. Το να χάσει ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ την Αλεξάνδρεια δεν θα είναι και τόσο τραγικό. Το να χαθεί όμως η πόλη θα έχει τραγικές συνέπειες. Το σκοτάδι, στην κυριολεξία και μεταφορικά.
Η ποιητική αποστροφή του Σαμαρά, εμπνευσμένη από ένα ποίημα, που αν το είχε διαβάσει, μαζί με τον τίτλο του, μάλλον δεν θα το χρησιμοποιούσε, καταχειροκροτήθηκε από τα έδρανα της Νέας Δημοκρατίας -διότι «αν μας αντέξει το σκοινί θα φανεί στο χειροκρότημα»- δόθηκε ως απάντηση στην αναφορά του Τσίπρα, πάλι στον Καβάφη, για τη σημασία των βαρβάρων στην επιβίωση της κυβέρνησης και ο κύκλος έκλεισε, ας ελπίσουμε προσωρινά, με τους Μοιραίους του Βάρναλη. Μιας και όλα δείχνουν ότι μας απέλειψαν οι εταίροι μας και ότι το μόνο που στο τέλος θα μείνει, στη σημερινή κυβερνητική πλειοψηφία, είναι η προσμονή σε κάποιο θάμα.
Αφού η ποίηση, ως τσιτάτο για το χειροκρότημα, και όχι ως μέσο για να πούμε «πράγματα που δεν μπορούν να ειπωθούν με άλλο τρόπο»1, μπήκε για τα καλά στη Βουλή των Ελλήνων, ας αναρωτηθούμε τι κάνει η Πολιτεία για τις τέχνες και τους ανθρώπους της.
Πολλές Αλεξάνδρειες φεύγουν και χάνονται στις μέρες μας. Και οι μυστικοί θίασοι δεν διαθέτουν πλέον εξαίσια όργανα. Κυρίως δεν διαθέτουν εξαίσιους ερμηνευτές. Η χώρα των ποιητών, η χώρα των μεγάλων ποιητών, η χώρα των δύο μεταπολεμικών Νόμπελ στην ποίηση, η χώρα που η ποίηση γίνεται τραγούδι και τραγουδιέται, όταν και όπου η ζωή μετουσιώνεται σε στίχο και σε ρυθμό, κυβερνιέται από πολιτικούς θιάσους που η σχέση τους με την τέχνη -την ποίηση και όλες τις άλλες- είναι χαλαρή. Πολύ χαλαρή θα έλεγα, αν κρίνουμε από τα μέτρα που προωθούν τις τέχνες και στηρίζουν τους καλλιτέχνες και το έργο τους. Ελάχιστοι είναι οι πόροι που διατίθενται για τον πολιτισμό. Και συνεχώς μειώνονται. Και φτάσαμε στον προϋπολογισμό του 2012 να διαθέτουμε για τον πολιτισμό το εκπληκτικό ποσό των 573 εκατ. ευρώ. Σε μια χώρα με την ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας. Αντίθετα, μια και μέσω Καβάφη βρεθήκαμε στην Αλεξάνδρεια των ελληνιστικών χρόνων, ο Πτολεμαίος ο 1ος ίδρυσε τη μεγάλη βιβλιοθήκη, που συγκέντρωσε όλη την πνευματική παραγωγή του τότε κόσμου και το Μουσείο στο οποίο ζούσαν οι επιστήμονες και συγγραφείς, ως μέλη της λατρευτικής κοινότητας των μουσών, σε συνεχή επαφή και επικοινωνία μεταξύ τους.
Με την καταφυγή στο πλούσιο απόθεμα του ποιητικού λόγου που διαθέτει η γλώσσα μας, οι πολιτικοί μας προσπαθούν να εισάγουν στον πολιτικό τους λόγο κάποια πνευματικότητα που στη μεγάλη πλειοψηφία τους δεν τη διαθέτουν. Η χώρα των ποιητών συστηματικά απέλειψε τους ποιητές από την πολιτική, τον χώρο στον οποίο αποφασίζεται η συλλογή και η διάθεση των πόρων οι οποίοι επιτρέπουν την παραγωγή και τη συμμετοχή στα πολιτιστικά αγαθά.
Από όλους έχουμε ανάγκη. Στην κατάσταση που βρισκόμαστε ας ανοίξουμε τον δρόμο στους ποιητές και γενικότερα στους ανθρώπους του πνεύματος, που μπορούν να καταλάβουν ότι «είναι όλα μια διασταύρωση γεγονότων βαθιά διαφορετικών και χωρίς επικοινωνία το ένα με το άλλο, και τα οποία, αντίθετα συνδυάζονται, σαν μια κάποια περίεργη και εξαιρετική επινόηση».2 Οι ποιητές δεν είναι ούτε συνδικαλιστές ούτε επαγγελματίες της πολιτικής. Και ακριβώς γιʼ αυτό, υπαινικτικά ή αναλυτικά μπορούν, όπως γράφει ο Ινγκράο, να εξάρουν τη «χλευασμένη επιθυμία, τις εύθραυστες κοινωνίες, δηλαδή τις ανθρώπινες συναντήσεις που δεν άντεξαν» και να σηκώσουν «ψηλά την ήττα».
1. Πιέτρο Ινγκράο, Η αγανάκτηση δεν αρκεί, Εύμαρος, 2011.
2. Στο ίδιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου