Δημήτρης Μπαλτᾶς
Δέν εἶναι ἄγνωστη στήν εὐρωπαϊκή λογοτεχνία ἡ παρουσία ἑνός Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ. Γιά παράδειγμα, στό δρᾶμα τοῦ Φρ. Σίλλερ (1759-1805) Δόν Κάρλος ὁ Μέγας Ἱεροεξεταστής ἀντιμετωπίζει τόν βασιλιά καί ὕστερα ἀπό τήν ἔκφραση συγχώρησης ἐκ μέρους τοῦ βασιλιᾶ ὁ Ἱεροεξεταστής τόν προτρέπει: «Δῶσε ἐλευθερία συνειδήσεως στούς λαούς σου»[1]. Αὐτή ἡ ἀναφορά στήν ἐλευθερία εἶναι ἡ μόνη ὁμοιότητα μεταξύ τοῦ διαλόγου στό Δόν Κάρλος καί τοῦ μονολόγου τοῦ Ἰβάν Καραμάζωφ στόν Β΄ τόμο τῶν Ἀδελφῶν Καραμάζωφ[2], ὅπου ὁ Φ. Ντοστογιέφσκι (1821-1881) συζητεῖ τά πράγματα σέ μία ἄλλη βάση καί μέ ἄλλη προοπτική.
Μεταξύ τῶν ἑρμηνευτικῶν προσεγγίσεων πού ἔχουν ἐπιχειρήσει παλαιότερα Ρῶσσοι φιλόσοφοι θά δοῦμε ἐν συνεχείᾳ τίς τοποθετήσεις τοῦ Β. Ροζάνωφ (1856-1919)[3], τοῦ Σ. Μπουλγκάκωφ (1871-1944)[4] καί τοῦ Ν. Μπερντιάγιεφ (1874-1948)[5]. Ἐπίσης θά γίνει ἀναφορά στίς ἑρμηνευτικές προσεγγίσεις τοῦ φιλοσόφου Κ. Παπαϊωάννου (1925-1981) καί τέλος στήν ἑρμηνευτική παρουσίαση τοῦ «Μύθου» ἐκ μέρους τοῦ συγχρόνου Ἱσπανοῦ φιλοσόφου Χ.Λ. Ἀρανγκοῦρεν (1909-1996), Καθηγητῆ τῆς Ἠθικῆς στό Πανεπιστήμιο τῆς Μαδρίτης.
Ἡ δράση τοῦ «Μύθου» τοῦ Ἰβάν τοποθετεῖται στήν Ἱσπανία τήν ἐποχή τῆς φοβερᾶς Ἱερῆς Ἐξέτασης. Ὁ Χριστός «θέλησε νά ἐπισκεφθεῖ τά τέκνα Του καί μάλιστα ἐκεῖ ὅπου ἄρχισαν νά τριζοβολᾶνε οἱ πυρές τῶν αἱρετικῶν»[6]. Ἀναγνωρίζεται ἀπό τόν λαό, ἀλλά λίγο ἀργότερα ὁ ἴδιος λαός ὑποκλίνεται στόν Μέγα Ἱεροεξεταστῆ, ὁ ὁποῖος συλλαμβάνει τόν Χριστό[7].
Στόν διάλογο, ἀλλά κατ’ ἀκρίβεια μονόλογο, πού ἀκολουθεῖ μεταξύ τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ, ὁ Χριστός τηρεῖ αὐτήν τήν εὐαγγελική σιωπή ἐνώπιον τοῦ ἀνακριτῆ του. «Γιατί ἤρθες νά μᾶς ἐνοχλήσεις; … Δέν ξέρω ποιός εἶσαι κι οὔτε θέλω νά ξέρω. Ἄν εἶσαι Σύ ἤ ἄν εἶσαι ὁμοίωμά Του μονάχα, αὔριο θά σέ κάψω πάνω στήν πυρά, σάν τόν χειρότερο αἱρετικό… »[8].
Ἐν συνεχείᾳ ὁ Μέγας Ἱεροεξεταστής ρωτάει καί ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος: «Ἔχεις τάχα τό δικαίωμα νᾶ μᾶς γνωστοποιήσεις ἔστω κι ἕνα ἀπό τά μυστικά τοῦ κόσμου ἀπ’ τόν ὁποῖο ἦρθες; … Ὅ,τι καινούργιο πεῖς τώρα, θἆναι πλῆγμα γιά τήν ἐλευθερία τῆς πίστης τῶν ἀνθρώπων, γιατί θά φανεῖ σάν θαῦμα, ἐνῶ ἡ ἐλευθερία τῆς πίστης τους Σοῦ ἦταν ὅ,τι πολυτιμότερο καί τότε ἀκόμα. Μήπως δέν εἶχες πεῖ συχνά καί Σύ ὁ ἴδιος τότε ’’Θέλω νά σᾶς κάνω ἐλεύθερους… Δεκαπέντε αἰῶνες βασανιστήκαμε μ’ αὐτήν ἐλευθερία … Μάθε ὅμως πώς τώρα ὅλοι αὐτοί ἄνθρωποι εἶναι βέβαιοι περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά γιά τήν ἐλευθερία τους καί τήν κατέθεσαν ταπεινότατα στά πόδια μας ... Μιά τέτοια ἐλευθερία θέλησες;[9]. Ἀσφαλῶς εἶναι ἀκριβής ἡ διάκριση τοῦ Β. Ροζάνωφ μεταξύ τῆς ἐλευθερίας ὡς θετικοῦ χαρακτηριστικοῦ τοῦ ἥρωα τοῦ Ὑπογείου καί τῆς ἐλευθερίας ὡς βασάνου στήν ὁποία ἀναφέρεται ὁ «Μύθος τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ»[10].
Ἀκολουθεῖ ἡ ἀναλυτική ἀναφορά τοῦ Ἰβάν στούς τρεῖς πειρασμούς τοῦ Χριστοῦ στήν ἔρημο. «Βλέπεις αὐτές τίς πέτρες μέσα σέ τούτη τή γυμνή πυραχτωμένη ἔρημο; Κάνε τες ψωμιά κι ἡ ἀνθρωπότητα θά τρέξει πίσω Σου σάν κοπάδι». Τό εὐαγγελικό χωρίο ἔχει ὡς ἑξῆς: «Εἰ Υἱός εἶ τοῦ Θεοῦ εἰπέ ἵνα οἱ λίθοι ἄρτοι γένωνται ὁ δέ ἀποκριθείς εἶπε. οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Κατά Ματθ. 4, 3-4). Συνεχίζει ὁ Μέγας Ἱεροεξεταστής λέγοντας: «Μά Σύ δέν θέλησες νά στερήσεις ἀπ’ τόν ἄνθρωπο τήν ἐλευθερία κι ἀπόρριψες τήν προσφορά γιατί σκέφτηκες: Τί ἐλευθερία θἆναι αὐτή ὅταν ἡ ὑπακοή θά ἐξαγοραστεῖ μέ ψωμιά;»[11]. Στό σημεῖο αὐτό ὁ Μέγας Ἱεροεξεταστής διαχωρίζει σαφῶς τήν ἐπίγεια εὐημερία τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν ἐλευθερία τῆς συνειδήσεως: «Ἡ ἐλευθερία καί τό γνήσιο ψωμί οὔτε κατά διάνοια δέν εἶναι δυνατό νά ἐπαρκέσουν γιά ὅλους, γιατί ποτέ, ποτέ τους δέν θά τό καταφέρουν νά τά μοιράσουν μεταξύ τους»[12]. Αὐτή ἡ διατύπωση θυμίζει τόν ἀθεϊστικό σοσιαλισμό ὁ ὁποῖος, κατά τήν διατύπωση τοῦ Μπερντιάγιεφ, «κατηγορεῖ τόν Χριστιανισμό ὅτι δέν ἔδωσε στούς ἀνθρώπους εὐτυχία, ἡσυχία καί ψωμί»[13]. Στήν συζήτηση αὐτή ὁ Σ. Μπουλγκάκωφ εἶχε διευκρινίσει ὅτι «τό σύνολο τῶν ἀμφιβολιῶν τοῦ Ἰβάν συνιστᾶ τό πρόβλημα τοῦ σοσιαλισμοῦ ὄχι ὑπό οἰκονομική ἀλλά ὑπό ἠθική ἔννοια», ὅπως αὐτή ἐτέθη ὑπό τῆς σύγχρονης φιλοσοφίας, κυρίως δέ ὑπό τοῦ Νίτσε»[14].
Ἐπίσης ἔχει ἐνδιαφέρον νά προστεθεῖ ὅτι ἡ ἐπιλογή μεταξύ τῆς ἐλευθερίας ἤ τοῦ ψωμιοῦ παρουσιάζεται καί στό συγκλονιστικό, σατιρικό τοῦ σοβιετικοῦ καθεστῶτος, ἔργο «Ἐμεῖς», τοῦ Ρώσσου συγγραφέα Γιεβγένι Ζαμιάτιν (1884-1937): «Σ’ ἐκείνους τούς δυό, στόν Παράδεισο, πρόσφεραν μιά ἐκλογή: εὐτυχία δίχως ἐλευθερία ἤ ἐλευθερία δίχως εὐτυχία. Δέν τούς πρόσφεραν τρίτη. Αὐτοί οἱ χοντροκέφαλοι διάλεξαν –καί τί ἔγινε, νομίζεις; Φυσικά νοστάλγησαν τά δεσμά, γιά αἰῶνες μετά. Τά δεσμά, καταλαβαίνεις; Αὐτό εἶναι ἐκεῖνο γύρω ἀπό τό ὁποῖο ὑπάρχει ὅλη ἡ μελαγχολία»[15].
Συνοψίζει δέ ὁ Μέγας Ἱεροεξεταστής τίς κατηγορίες του κατά τοῦ Χριστοῦ, οἱ ὁποῖες κατά τόν Σ. Μπουλγκάκωφ ἐκφράφουν τόν σκεπτικισμό τοῦ ἰβάν καί τῆς ἐποχῆς του[16], ὡς ἑξῆς: «Ἀντί νά κυριέψεις τήν ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων Ἐσύ τούς τήν ἔκανες ἀκόμα μεγαλύτερη! Ἤ μήπως ξέχασες ὅτι ὁ ἄνθρωπος προτιμάει τήν ἡσυχία, ἀκόμη καί τόν θάνατο, παρά τήν ἐλεύθερη γνώση τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ; Δέν ὑπάρχει τίποτε πιό ἑλκυστικό γιά τόν ἄνθρωπο ἀπ’ τήν ἐλευθερία τῆς συνείδησής του, μά δέν ὑπάρχει καί τίποτα πιό βασανιστικό»[17]. Πράγματι ἡ ἐλευθερία εἶναι βασανιστική γιά τόν ἄνθρωπο, ἐάν μάλιστα, σύμφωνα μέ τήν ἑρμηνεία τοῦ Ρώσσου Θεολόγου Παύλου Εὐδοκίμωφ[18], παύει τήν στιγμή τῆς ἐπιλογῆς κάποιου πράγματος.
Στόν λόγο τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ ὁ δεύτερος πειρασμός ἔχει ἀκριβῶς τήν μορφή μέ τό εὐαγγελικό χωρίο: «Εἶ Υἱός εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτόν κάτω … Καί ἀποκριθείς εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς Πάλιν ὅτι εἴρηται, οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τόν Θεόν σου» (Κατά Ματθαῖον 4, 6-7). Πάνω σ’ αὐτό προσθέτει ὁ Μέγας Ἱεροεξεταστής: «Ἐσύ, ἀφοῦ ἄκουσες τήν πρόταση, τήν ἀπόρριψες … Βέβαια φέρθηκες περήφανα καί μεγαλόπρεπα σάν Θεός, μά οἱ ἄνθρωποι εἶναι τάχα θεοί; … Πῶς μπόρεσες νά φανταστεῖς πώς κι οἱ ἄνθρωποι θά μποροῦσαν νά νικήσουν ἕνα τέτοιο πειρασμό; … Δέν ἤξερες πώς ὁ ἄνθρωπος μόλις ἀρνηθεῖ τό θαῦμα, θ’ ἀρνηθεῖ παρευθύς καί τόν Θεό, γιατί ὁ ἄνθρωπος δέν ζητάει τόσο τόν Θεό ὅσο τά θαύματα…»[19].
Ὁ τρίτος πειρασμός παρουσιάζεται στόν λόγο τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ μέ ἀναλυτικότερη μορφή: «Εἶναι ὀχτώ ἀκριβῶς αἰῶνες ἀπό τότε πού πήραμε ἀπό Ἐκεῖνον αὐτό πού Σύ ἀπόρριψες μ’ ἀγανάκτηση, κεῖνο τό τελευταῖο δῶρο πού σοῦ πρότεινε, δείχνοντάς Σου ὅλα τά βασίλεια: Ἐμεῖς πήραμε ἀπό Ἐκεῖνον τή Ρώμη κι ἀνακηρύξαμε τούς ἑαυτούς μας βασιλιάδες μοναδικούς … Γιατί ἀρνήθηκες αὐτό τό τελευταῖο δῶρο; Ἄν δεχόσουν, θά ἱκανοποιοῦσες ὅ,τι ἀποζητάει ὁ ἄνθρωπος στή γῆ. Δηλαδή: ποιόν νά προσκυνήσει, σέ ποιόν νά ἐναποθέσει τή συνείδησή του καί μέ ποιόν τρόπο νά ἑνωθεῖ ἐπιτέλους μέ τούς συνανθρώπους του γιά νά ἀποτελέσουν ὅλοι μιά ἀναμφισβήτητη, γενική καί ὁμονοοῦσα μυρμηγκοφωλιά»[20]. Θυμίζω ὅτι τό εὐαγγελικό χωρίο ἔχει ὡς ἑξῆς: «Πάλιν παραλαμβάνει αὐτόν ὁ διάβολος καί δείκνυσι αὐτῷ πάσας τάς βασιλείας τοῦ κόσμου καί τήν δόξαν αὐτῶν καί λέγει αὐτῷ· Ταῦτα πάντα σοι δώσω, ἐάν πεσών προσκυνήσῃς μοι. Τότε λέγει αὐτῷ Κύριος· Ὕπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ· γέγραπται γάρ, Κύριον τόν Θεόν σου προσκυνήσεις καί αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις» (Κατά Ματθαῖον 4, 8-10).
Τό θρησκευτικό πλαίσιο στό ὁποῖο ἐντάσσεται ἡ ἑρμηνεία τοῦ «Μύθου» εἶχε ἐπισημάνει πολύ νωρίς καί ὁ Ν. Μπερντιάγιεφ: «Ὁ Καθολικισμός μέ τό σύστημα τῆς παπικῆς θεοκρατίας, πού μεταβάλλει τήν Ἐκκλησία σέ κράτος, ἀποτελεῖ κατά τόν Ντοστογιέφσκι ἕνα ἀπό τά προσωπεῖα τοῦ πνεύματος τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστοῦ. Τό ἴδιο πνεῦμα θά συναντήσουμε στό Βυζάντιο καί σέ ἄλλο καισαροπαπισμό καί ἰμπεριαλισμό»[21]. Ἀλλά ὁ Μπερντιάγιεφ προχωρεῖ παραπέρα: «Στόν ‘’Θρύλο τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστοῦ’’ ὁ Ντοστογιέφσκι εἶχε μπροστά του περισσότερο τούς σοσιαλιστές παρά τούς Καθολικούς … Ἡ ἐρχόμενη βασιλεία τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστοῦ δέν συνδέεται μέ τόν Καθολικισμό, ἀλλά μέ τόν ἀθεϊστικό καί ὑλιστικό σοσιαλισμό»[22]. Νομίζω ὅτι ἡ ἑρμηνευτική προσέγγιση τοῦ Μπερντιάγιεφ, ἡ ὁποία ἀπό τό ἀρχικό θρησκευτικό πλαίσιο μεταβαίνει σ’ ἕνα πολιτικό πλαίσιο, τοποθετεῖ τά πράγματα σέ μία σωστότερη βάση. Στό ἴδιο πολιτικό πλαίσιο κινεῖται, πολύ ἀργότερα ἀπό τούς Ρώσσους φιλοσόφους, καί ἡ ἑρμηνευτική ἑνός ἄλλου διανοητῆ, τοῦ Κ. Παπαϊωάννου, ὅταν γράφει ὅτι «ὁ Μεγάλος Ἱεροεξεταστής εἶναι αὐτός πού πιστεύει ὅτι ἡ μόνη σωτηρία πού θέλουν οἱ ἄνθρωποι εἶναι αὐτή πού μόνο τό κράτος καί ἡ ὑλική εὐημερία μποροῦν νά τούς δώσουν»[23]. Περαιτέρω μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ἀκριβής ἡ ἄποψη τοῦ Κ. Παπαϊωάννου ὅτι «ὅταν ὁ Ντοστογιέφσκι καί ὁ Σολοβιώφ ἀντέταξαν στήν πίστη στήν πρόοδο τόν κόσμο τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ καί τοῦ Ἀντιχρίστου, δείχνοντας ὅτι ὁ ἀποκλειστικός προσανατολισμός τοῦ μοντέρνου ἀνθρώπου πρός τίς ὑλικές ἀξίες τῆς κοινωνικοοικονομικῆς ὀργάνωσης μπορεῖ νά φέρει τήν πιό ὁλοκληρωτική ἀνελεύθερία, ἡ ἐποχή τους εἶδε μέσα στό ἔργο τους κάτι τό ἀξιοπερίεργο ἀλλά τό βασικά ἀσήμαντο: μιά νοσηρή ἐκδήλωση ‘’ὑπερβολικοῦ’’ χριστιανισμοῦ ἤ μιά ἔκρηξη τοῦ ‘’ἀποκαλυπτισμοῦ τῆς σλάβικης ψυχῆς’’»[24]. Εἶμαι τῆς γνώμης ὅτι, ἐάν ἡ προσέγγιση τοῦ Παπαϊωάννου εἶναι σωστή, αὐτό πού δέν εἶδε ἡ ἐποχή τῶν δύο μεγάλων Ρώσσων συγγραφέων ἦταν ἡ προφητική διάσταση τοῦ ἔργου τους, ἰδιαιτέρως μάλιστα σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τήν Ρωσσική Ἐπανάσταση τοῦ 1917 καί τῶν συνεπειῶν της.
Πέρα ἀπό τήν καθαρῶς θρησκευτική καί τήν πολιτική προσέγγισή του, ὁ «Μύθος τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ» μπορεῖ νά τύχει ἐφαρμογῆς καί στήν σύγχρονη πραγματικότητα, ἡ ὁποία, γιά τόν Χ.Λ. Ἀρανγκοῦρεν, εἶναι πλήρως ἀλλοτριωμένη: «Ἡ τυπική μορφή τῆς ἀλλοτρίωσης τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνα εἶναι τό νά ζεῖς μέσα στήν καλοπέραση τῆς κατανάλωσης, ὅπως γιά τόν δέκατο αἰῶνα τό πουλιέσαι ὡς ἐργασία-ἐμπόρευμα … Πνευματική καλλιέργεια τῆς κατανάλωσης καί πνευματική καλλιέργεια τῆς ἐξουσίας συνιστοῦν τόν χαρακτήρα τῆς σύγχρονης γνώσης. Ἡ ‘’δημοκρατία’’ τῶν καιρῶν μας -δυτική ἤ λαϊκή δημοκρατία- προσανατολίζεται παντοῦ πρός τήν αὐτή κατεύθυνση: πρός τόν ἰμπεριαλισμό, τό μοίρασμα τοῦ κόσμου καί τήν ἀλλοτρίωση μέ τό μέσο τῆς καλοπέρασης. Πρόκεται γιά τήν ἀδιάκοπη διδασκαλία τοῦ Μύθου τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ»[25]. Βεβαίως εἶναι ὀρθή ἡ προσέγγιση αὐτή, ἐφόσον ὁ κυρίαρχος ἀνθρωπολογικός τύπος στήν Εὐρώπη, κατά τίς τελευταῖες δεκαετίες, ἐπιθυμεῖ μόνον «τήν εὐτυχία καί τήν ἡσυχία», διαμορφώνοντας ἔτσι μία καταναλωτική συνείδηση πού ζεῖ hic et nunc, χωρίς ἱστορική συνείδηση ἤ μεταφυσική προοπτική. Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή, ὁ «Μύθος τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ» ἔχει ὁδηγήσει ὄχι πλέον στήν ἔλλειψη πίστης ὅπως ἀποτιμᾶ ὁ Ἁλιόσα[26], ἀλλά σέ μία ἰδιάζουσα θρησκευτική ἀδιαφορία, ἡ ὁποία ἔχει ἀντικαταστήσει τίς μηδενιστικές ἀντιλήψεις τοῦ 19ου αἰ. Ἀναφέρει μέ θλίψη ὁ Ἀρανγκοῦρεν ὅτι «ὁ Θεός ἔπαψε νά εἶναι πρόβλημα γιά τό μεγαλύτερο μέρος τῶν ἀνθρώπων. Δέν ὑπάρχουν πιά ἀνάμεσά μας ἄθεοι ἤ ἀντιθεϊστές: ἁπλά καί μόνο οἱ ἄνθρωποι ἀδιαφοροῦν γιά τό Θεό … Ὁ Θεός πέθανε ὅπως ἀκριβῶς ὁ γείτονάς μας- τό γεγονός δέν φαίνεται νά ἐνδιαφέρει κανένα»[27].
Σέ μία συνολική ἀποτίμηση, νομίζω λοιπόν ὅτι οἱ ἑρμηνευτικές προσεγγίσεις τοῦ ντοστογιεφσκικοῦ «Μύθου» ἐκ μέρους τοῦ Ροζάνωφ, τοῦ Μπερντιάγιεφ, τοῦ Σ. Μπουλγκάκωφ καί ἀργότερα τοῦ Παπαϊωάννου, ἔχουν ἐπιβεβαιωθεῖ ἀπό τήν ἴδια τήν ἱστορία, ἐνῶ ἡ προσέγγιση ἐκ μέρους τοῦ Χ.Λ. Ἀρανγκοῦρεν εἶναι ἴσως ἐγγύτερα σέ μᾶς, στήν κοινωνία καί στήν ἐποχή μας, σέ σχέση μέ τήν θρησκευτική ἤ πολιτική ἑρμηνεία. Ἐννοεῖται δέ ὅτι ἡ σημερινή ἀναφορά δέν περιέλαβε μία καθαρῶς αἰσθητική προσέγγιση τοῦ «Μύθου», καθ’ ὅσον αὐτή θά ἐμείωνε, νομίζω, τό βάθος τῆς ἀναλύσεως τοῦ σπουδαίου Ρώσσου μυθιστοριογράφου.
Σημειώσεις
[2] Ἀδελφοί Καραμάζωφ τ. Β΄ , μετ. Ἄ. Ἀλεξάνδρου, Γκοβόστης, ἄ.ἔ., σσ. 99-121.
[3] V. Rozanov, A propos de «La Legende du Grand Inquisiteur», στόν τόμο La Légende du Grand Inquisiteur de Dostoievski, trad. L. Jurgenson, L’ Age d’ Ηοmme., 2004, σσ. 117-269.
[4] S. Boulgakov, Ivan Karamaov comme type philosophique, στόν τόμο La Légende du Grand Inquisiteur de Dostoievski, trad. L. Jurgenson, L’ Age d’ Homme, Lausanne, 2004, σσ. 289-322.
[5] N. Μπερδιάγιεφ, Τό πνεῦμα τοῦ Ντοστογιέφσκι, μετ. Ν. Ματσούκας, Ἐκδόσεις Π.Πουρναρᾶ, σσ. 199-217.
[6] Ἀδελφοί Καραμάζωφ τ. Β΄ …ὅ.π., σ. 101.
[7] Ἀδελφοί Καραμάζωφ τ. Β΄ …ὅ.π., σσ. 102-103.
[8] Ἀδελφοί Καραμάζωφ τ. Β΄ …ὅ.π., σ. 103.
[9] Ἀδελφοί Καραμάζωφ τ. Β΄ …ὅ.π., σ. 104-105.
[10] V. Rozanov, A propos de «La Legende du Grand Inquisiteur»…, σ. 208.
[11] Ἀδελφοί Καραμάζωφ τ. Β΄ …ὅ.π., σ. 106.
[12] Ἀδελφοί Καραμάζωφ τ. Β΄ …ὅ.π., σ. 107.
[13] Ν. Μπερδιάγιεφ, Τό πνεῦμα τοῦ Ντοστογιέφσκι…, σ. 201.
[14] S. Boulgakov, Ivan Karamaov comme type philosophique… σ. 317.
[15] Yevg Zamyatin, Ἐμεῖς, μετ. Ἀ. Ἀλεξανδράκη, Ἐκδόσεις Γαβριηλίδη, Ἀθήνα 1978,σ. 74.
[16] S. Boulgakov, Ivan Karamaov comme type philosophique… σ. 318.
[17] Ἀδελφοί Καραμάζωφ τ. Β΄ …ὅ.π., σ. 109.
[18] Ἡ τρελή ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, μετ. Γ. Κυθραιώτης, Λευκωσία 2003, σ. 136.
[19] Ἀδελφοί Καραμάζωφ τ. Β΄ …ὅ.π., σ. 110.
[20] Ἀδελφοί Καραμάζωφ τ. Β΄ …ὅ.π., σ. 112.
[21] Ν. Μπερδιάγιεφ, Τό πνεῦμα τοῦ Ντοστογιέφσκι…, ὅ.π., σ. 209.
[22] Ν. Μπερδιάγιεφ, Τό πνεῦμα τοῦ Ντοστογιέφσκι… ὅ.π., σ. 214. Πβ. Β. Ροζάνωφ, A propos de «La Legende du Grand Inquisiteur»…, ὅ.π., σ. 229.
[23] Κ. Παπαϊωάννου, Ὁ ἄνθρωπος καί ὁ ἴσκιος του. Ἱστορική συνείδηση καί ἀνθρωπολογία στόν xx αἰ., Ἐναλλακτικές Ἐκδόσεις, Ἀθήνα 1995, σ. 81.
[24] Κ. Παπαϊωάννου, Ὁ ἄνθρωπος καί ὁ ἴσκιος του…, ὅ.π., σ. 84.
[25] Χ.Λ. Ἀρανγκοῦρεν, Γιά τή δημοκρατία καί τόν πολιτισμό, Εὐθύνη, Ἀθήνα 2004. σσ. 10-11.
[26]Ἀδελφοί Καραμάζωφ τ. Β΄ …ὅ.π., σ. 117: «Ὁ Ἱεροεξεταστής σου δέν πιστεύει σέ Θεό, νά ὅλο κι ὅλο τό μυστικό του».
[27]Χ.Λ. Ἀρανγκοῦρεν, «Ὁ χριστιανισμός τοῦ Ντοστογιέβσκι καί ὁ δικός μας», στόν τόμο Ντοστογιέβσκι. Ἑκατό χρόνια ἀπό τόν θάνατό του, Εὐθύνη, Ἀθήνα 1981, σσ. 21-22.
Ἐπεξεργασμένη μορφή τῆς σχετικῆς Ὁμιλίας τοῦ γράφοντος στήν αἴθουσα ἐκδηλώσεων τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανικῶν Ἑνώσεων, στήν Ἀθήνα, στίς 11 Δεκεμβρίου 2011
πηγή: Aντίφωνο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου