του Henry A. Giroux και του Χ. Ι. Πολυχρονίου
Ζούμε στην εποχή του φονταμενταλισμού της αγοράς. Η εξέλιξη από τον βιομηχανικό καπιταλισμό στην χρηματιστικοποίηση της οικονομίας έχει προκαλέσει βαθιές ρωγμές στον κοινωνικοοικονομικό ιστό των δυτικών καπιταλιστικών κοινωνιών, με το χρέος και τη μόχλευση, τη λιτότητα και τις ακραίες οικονομικές ανισότητες, τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και τη διάλυση των δημοκρατικών θεσμών να αποτελούν μόνο μερικά από τα εξέχοντα χαρακτηριστικά του «γενναίου νέου κόσμου» της νεοκαπιταλιστικής τάξης πραγμάτων. Πρόκειται για τη διαμόρφωση μιας νέας δυστοπίας, αν και στο φαινόμενο αυτό υπάρχει ένα ιστορικό ανάλογο -- η «επίχρυση εποχή» του καπιταλισμού στις ΗΠΑ και η δεκαετία του 1920.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, και ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, με την περιφέρεια της ευρωζώνης να βρίσκεται ήδη σε μια εξελιγμένη φάση, έχουν εισέλθει σε μια εποχή που σημαδεύεται από την αποεπένδυση στο κοινωνικό κράτος, τα δημόσια αγαθά και την κοινή πολιτειακή κουλτούρα. Ζητήματα πολιτικής, εξουσίας, ιδεολογίας, διακυβέρνησης, και οικονομικής πολιτικής μεταφράζονται τώρα με μη απολογητικό τρόπο σε μια συστημική αποεπένδυση στους θεσμούς και τις πολιτικές που οδηγούν σε περαιτέρω κατάρρευση των δημοσιών σφαιρών που παραδοσιακά παρείχαν τους ελάχιστους όρους για κοινωνική συνοχή, κοινωνική δικαιοσύνη, και δημοκρατική έκφραση. Ο θεσμοποιημένος καπιταλισμός-καζίνο έχει γίνει το «νέο κανονικό πρότυπο».
Τα τελευταία σκάνδαλα στον χρηματοοικονομικό τομέα (οι δισεκατομμυρίων δολαρίων απώλειες στην JPMorgan Chase, οι ενέργειες ξεπλύματος χρήματος στην HSBC, η χειραγώγηση των επιτοκίων LIBOR από μερικές από τις μεγαλύτερες τράπεζες ανά την υφήλιο, ανάμεσα σε πολλά άλλα κρούσματα «χρηματοοικονομικών ενεργειών εκτός νόμου») ελάχιστα μόνο χρόνια μετά την σχεδόν ολική κατάρρευση του χρηματοοικονομικού συστήματος εξαιτίας ανεξέλεγκτων κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων με τη χρήση χρηματοπιστωτικών εργαλείων «μαζικής καταστροφής» μαρτυρούν του λόγου το αληθές.
Ο χρηματοοικονομικός τομέας, με ξεδιάντροπες αξιώσεις για απόλυτη οικονομική κυριαρχία της κοινωνίας και την επιβολή των δικών του όρων πάνω στη λειτουργία της «πραγματικής οικονομίας» (διάλυση των ελεγκτικών κρατικών μηχανισμών, απελευθέρωση των συνθηκών εργασίας, ιδιωτικοποιήσεις υπηρεσιών, υποδομών και φυσικών πόρων, δημοσιονομική πειθαρχία), όχι μόνο υποσκάπτει τα θεμέλια της παραγωγικής οικονομίας και κατακρημνίζει τη διαμορφωτική κουλτούρα που είναι αναγκαία για την παραγωγή κριτικά σκεπτόμενων πολιτών και τη δημόσια σφαίρα που τους παρέχει τα προαπαιτούμενα μέσα, αλλά διευκολύνει τις προϋποθέσεις για την άνιση κατανομή των πόρων, την αυξανόμενη εκμετάλλευση, την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, την προώθηση του βιομηχανικού-σωφρονιστικού συμπλέγματος, και τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου καθεστώτος «νεοφεουδαλισμού και πεονίας» (όρος που χρησιμοποιεί ο διακεκριμένος αμερικανός οικονομολόγος Michael Hudson για να περιγράψει τις επιπτώσεις της κυριαρχίας του σύγχρονου χρηματοοικονομικού τομέα πάνω στην «πραγματική οικονομία»).
Στη νέα καπιταλιστική τάξη πραγμάτων, το χρήμα έχει απόλυτη κυριαρχία της πολιτικής, το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών διογκώνεται ολοένα και περισσότερο, οι αστικοί χώροι μετατρέπονται σε ένοπλα στρατόπεδα, και οι ελευθερίες των πολιτών τεμαχίζονται. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική του ανταγωνισμού έχει επεκταθεί από τις επιχειρήσεις και τα κράτη σε όλο το φάσμα της σημερινής καπιταλιστικής κοινωνίας, με τη δημόσια πολιτική να παραδίδεται ολοκληρωτικά στη λογική της αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, η δημοκρατία πεθαίνει καθώς οι αυταρχικοί μηχανισμοί του «γενναίου νέου κόσμου» ενσωματώνουν όλο και βαθύτερα τη λογική του καπιταλισμού καζίνο στις δομές των σύγχρονων κοινωνιών.
Κάτω από τον καπιταλισμό καζίνο, οι χώροι, οι θεσμοί και οι αξίες που συγκροτούν το δημόσιο παραδίδονται σε ισχυρές χρηματοοικονομικές δυνάμεις και αντιμετωπίζονται απλώς ως μια άλλη αγορά που θα πρέπει να εμπορευματοποιηθεί, να ιδιωτικοποιηθεί και να παραδοθεί στα αιτήματα του κεφαλαίου. Στην Ελλάδα του Μνημονίου, αυτό περιλαμβάνει όλες τις δημόσιες υπηρεσίες και τα δημόσια αγαθά, συμπεριλαμβανομένης βέβαια της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η οποία αποτελεί κεντρικό στόχο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής ανά την υφήλιο.
Τα νεοφιλελεύθερα συμφέροντα που σχετίζονται με την απελευθέρωση των αγορών από κοινωνικούς περιορισμούς, την τροφοδότηση της ανταγωνιστικότητας, τη διάλυση του δημοσίου εκπαιδευτικού συστήματος, την παραγωγή εξατομικισμένων υποκειμένων, και τη χαλάρωση των ατόμων από οποιαδήποτε αίσθηση κοινωνικής ευθύνης προετοιμάζουν τον πληθυσμό για ένα περιβάλλον κοινωνικού Δαρβινισμού και για την αποδοχή μιας ακραίας μορφής καπιταλιστικής εκμετάλλευσης με τη διάλυση των κοινωνικών δεσμών, τον απανθρωπισμό του άλλου, και με το να στρέφουν τα άτομα ενάντια στις κοινότητες που κατοικούν.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, κ με τις προεδρικές εκλογές του Νοέμβρη 2012 να πλησιάζουν γρήγορα, οι Ρεπουμπλικάνοι, οι στενότεροι σύμμαχοι του χρηματοοικονομικού τομέα, επιδίδονται σε έναν ανελέητο πόλεμο κατά του παρεμβατικού κράτους, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση δεν φέρει καμιά ευθύνη για την παροχή ενός διχτύου ασφαλείας για τους φτωχούς, τους αδύναμους, τους άρρωστους, τους ηλικιωμένους. Αλλά αυτό που εξελίσσεται στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι κάτι παραπάνω από μια ανανεωμένη εκδοχή του κοινωνικού δαρβινισμού, που εμπεριέχει μια αγρίως σκληρή ηθική η οποία «επιβραβεύει τους πλούσιους και τιμωρεί τους φτωχούς». Διεξάγεται ένας ανοικτός πόλεμος κατά του κοινωνικού συμβολαίου, του κοινωνικού κράτους, της οικονομικής ισότητας, και οποιουδήποτε βιώσιμου ίχνους ηθικής και κοινωνικής ευθύνης.
Οι προκλήσεις όλων αυτών των εξελίξεων για την σημερινή Αριστερά είναι τεράστιες. Η επίγνωση των οικονομικών, πολιτικών και πολιτιστικών στοιχείων που έχουν διαμορφώσει όλες αυτές τις αντιδημοκρατικές τάσεις είναι απαραίτητη, ωστόσο δεν είναι αρκετή. Η συλλογική απάντηση πρέπει να περιλαμβάνει την άρνηση του συμβιβασμού στον σημερινό πολιτικό διάλογο και την διεξαγωγή κοινωνικών αγώνων μέσα στην κοινωνία και στα πεδία ισχύος. Η απόρριψη των παραδοσιακών μορφών πολιτικής κινητοποίησης θα πρέπει να συνοδεύεται από ένα νέο πολιτικό λόγο ο οποίος θα αποκαλύπτει τις κρυμμένες πρακτικές της νεοφιλελεύθερης κυριαρχίας ενώ θα αναπτύσσει παράλληλα αυστηρά πρότυπα κριτικής σκέψης και δεν θα διστάζει να προσφέρει εναλλακτικές λύσεις για τα σημερινά προβλήματα της κοινωνίας και της οικονομίας. Η κριτική του νεοφιλελευθερισμού θα πρέπει πλέον να περνάει μέσα από ένα εναλλακτικό, ρεαλιστικό πρόγραμμα κοινωνικής αλλαγής, που η Αριστερά του σήμερα θα πρέπει οπωσδήποτε να συλλάβει προκειμένου να ανοίξει το δρόμο για ένα ελπιδοφόρο αύριο.
Ο Henry A. Giroux είναι καθηγητής στην έδρα «Global Television Network» στις πολιτισμικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο McΜaster του Καναδά. Ο Χ. Ι. Πολυχρονίου είναι ερευνητής και εταίρος πολιτικής στο Ινστιτούτο Οικονομικών Levy στη Νέα Υόρκη. Οι συγγραφείς είναι μέλη της ιδρυτικής ακαδημαϊκής επιτροπής του Διεθνούς Προγράμματος Φρέιρε για την κριτική παιδαγωγική στο Πανεπιστήμιο McGill του Καναδά.
Ζούμε στην εποχή του φονταμενταλισμού της αγοράς. Η εξέλιξη από τον βιομηχανικό καπιταλισμό στην χρηματιστικοποίηση της οικονομίας έχει προκαλέσει βαθιές ρωγμές στον κοινωνικοοικονομικό ιστό των δυτικών καπιταλιστικών κοινωνιών, με το χρέος και τη μόχλευση, τη λιτότητα και τις ακραίες οικονομικές ανισότητες, τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και τη διάλυση των δημοκρατικών θεσμών να αποτελούν μόνο μερικά από τα εξέχοντα χαρακτηριστικά του «γενναίου νέου κόσμου» της νεοκαπιταλιστικής τάξης πραγμάτων. Πρόκειται για τη διαμόρφωση μιας νέας δυστοπίας, αν και στο φαινόμενο αυτό υπάρχει ένα ιστορικό ανάλογο -- η «επίχρυση εποχή» του καπιταλισμού στις ΗΠΑ και η δεκαετία του 1920.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, και ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, με την περιφέρεια της ευρωζώνης να βρίσκεται ήδη σε μια εξελιγμένη φάση, έχουν εισέλθει σε μια εποχή που σημαδεύεται από την αποεπένδυση στο κοινωνικό κράτος, τα δημόσια αγαθά και την κοινή πολιτειακή κουλτούρα. Ζητήματα πολιτικής, εξουσίας, ιδεολογίας, διακυβέρνησης, και οικονομικής πολιτικής μεταφράζονται τώρα με μη απολογητικό τρόπο σε μια συστημική αποεπένδυση στους θεσμούς και τις πολιτικές που οδηγούν σε περαιτέρω κατάρρευση των δημοσιών σφαιρών που παραδοσιακά παρείχαν τους ελάχιστους όρους για κοινωνική συνοχή, κοινωνική δικαιοσύνη, και δημοκρατική έκφραση. Ο θεσμοποιημένος καπιταλισμός-καζίνο έχει γίνει το «νέο κανονικό πρότυπο».
Τα τελευταία σκάνδαλα στον χρηματοοικονομικό τομέα (οι δισεκατομμυρίων δολαρίων απώλειες στην JPMorgan Chase, οι ενέργειες ξεπλύματος χρήματος στην HSBC, η χειραγώγηση των επιτοκίων LIBOR από μερικές από τις μεγαλύτερες τράπεζες ανά την υφήλιο, ανάμεσα σε πολλά άλλα κρούσματα «χρηματοοικονομικών ενεργειών εκτός νόμου») ελάχιστα μόνο χρόνια μετά την σχεδόν ολική κατάρρευση του χρηματοοικονομικού συστήματος εξαιτίας ανεξέλεγκτων κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων με τη χρήση χρηματοπιστωτικών εργαλείων «μαζικής καταστροφής» μαρτυρούν του λόγου το αληθές.
Ο χρηματοοικονομικός τομέας, με ξεδιάντροπες αξιώσεις για απόλυτη οικονομική κυριαρχία της κοινωνίας και την επιβολή των δικών του όρων πάνω στη λειτουργία της «πραγματικής οικονομίας» (διάλυση των ελεγκτικών κρατικών μηχανισμών, απελευθέρωση των συνθηκών εργασίας, ιδιωτικοποιήσεις υπηρεσιών, υποδομών και φυσικών πόρων, δημοσιονομική πειθαρχία), όχι μόνο υποσκάπτει τα θεμέλια της παραγωγικής οικονομίας και κατακρημνίζει τη διαμορφωτική κουλτούρα που είναι αναγκαία για την παραγωγή κριτικά σκεπτόμενων πολιτών και τη δημόσια σφαίρα που τους παρέχει τα προαπαιτούμενα μέσα, αλλά διευκολύνει τις προϋποθέσεις για την άνιση κατανομή των πόρων, την αυξανόμενη εκμετάλλευση, την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, την προώθηση του βιομηχανικού-σωφρονιστικού συμπλέγματος, και τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου καθεστώτος «νεοφεουδαλισμού και πεονίας» (όρος που χρησιμοποιεί ο διακεκριμένος αμερικανός οικονομολόγος Michael Hudson για να περιγράψει τις επιπτώσεις της κυριαρχίας του σύγχρονου χρηματοοικονομικού τομέα πάνω στην «πραγματική οικονομία»).
Στη νέα καπιταλιστική τάξη πραγμάτων, το χρήμα έχει απόλυτη κυριαρχία της πολιτικής, το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών διογκώνεται ολοένα και περισσότερο, οι αστικοί χώροι μετατρέπονται σε ένοπλα στρατόπεδα, και οι ελευθερίες των πολιτών τεμαχίζονται. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική του ανταγωνισμού έχει επεκταθεί από τις επιχειρήσεις και τα κράτη σε όλο το φάσμα της σημερινής καπιταλιστικής κοινωνίας, με τη δημόσια πολιτική να παραδίδεται ολοκληρωτικά στη λογική της αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, η δημοκρατία πεθαίνει καθώς οι αυταρχικοί μηχανισμοί του «γενναίου νέου κόσμου» ενσωματώνουν όλο και βαθύτερα τη λογική του καπιταλισμού καζίνο στις δομές των σύγχρονων κοινωνιών.
Κάτω από τον καπιταλισμό καζίνο, οι χώροι, οι θεσμοί και οι αξίες που συγκροτούν το δημόσιο παραδίδονται σε ισχυρές χρηματοοικονομικές δυνάμεις και αντιμετωπίζονται απλώς ως μια άλλη αγορά που θα πρέπει να εμπορευματοποιηθεί, να ιδιωτικοποιηθεί και να παραδοθεί στα αιτήματα του κεφαλαίου. Στην Ελλάδα του Μνημονίου, αυτό περιλαμβάνει όλες τις δημόσιες υπηρεσίες και τα δημόσια αγαθά, συμπεριλαμβανομένης βέβαια της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η οποία αποτελεί κεντρικό στόχο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής ανά την υφήλιο.
Τα νεοφιλελεύθερα συμφέροντα που σχετίζονται με την απελευθέρωση των αγορών από κοινωνικούς περιορισμούς, την τροφοδότηση της ανταγωνιστικότητας, τη διάλυση του δημοσίου εκπαιδευτικού συστήματος, την παραγωγή εξατομικισμένων υποκειμένων, και τη χαλάρωση των ατόμων από οποιαδήποτε αίσθηση κοινωνικής ευθύνης προετοιμάζουν τον πληθυσμό για ένα περιβάλλον κοινωνικού Δαρβινισμού και για την αποδοχή μιας ακραίας μορφής καπιταλιστικής εκμετάλλευσης με τη διάλυση των κοινωνικών δεσμών, τον απανθρωπισμό του άλλου, και με το να στρέφουν τα άτομα ενάντια στις κοινότητες που κατοικούν.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, κ με τις προεδρικές εκλογές του Νοέμβρη 2012 να πλησιάζουν γρήγορα, οι Ρεπουμπλικάνοι, οι στενότεροι σύμμαχοι του χρηματοοικονομικού τομέα, επιδίδονται σε έναν ανελέητο πόλεμο κατά του παρεμβατικού κράτους, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση δεν φέρει καμιά ευθύνη για την παροχή ενός διχτύου ασφαλείας για τους φτωχούς, τους αδύναμους, τους άρρωστους, τους ηλικιωμένους. Αλλά αυτό που εξελίσσεται στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι κάτι παραπάνω από μια ανανεωμένη εκδοχή του κοινωνικού δαρβινισμού, που εμπεριέχει μια αγρίως σκληρή ηθική η οποία «επιβραβεύει τους πλούσιους και τιμωρεί τους φτωχούς». Διεξάγεται ένας ανοικτός πόλεμος κατά του κοινωνικού συμβολαίου, του κοινωνικού κράτους, της οικονομικής ισότητας, και οποιουδήποτε βιώσιμου ίχνους ηθικής και κοινωνικής ευθύνης.
Οι προκλήσεις όλων αυτών των εξελίξεων για την σημερινή Αριστερά είναι τεράστιες. Η επίγνωση των οικονομικών, πολιτικών και πολιτιστικών στοιχείων που έχουν διαμορφώσει όλες αυτές τις αντιδημοκρατικές τάσεις είναι απαραίτητη, ωστόσο δεν είναι αρκετή. Η συλλογική απάντηση πρέπει να περιλαμβάνει την άρνηση του συμβιβασμού στον σημερινό πολιτικό διάλογο και την διεξαγωγή κοινωνικών αγώνων μέσα στην κοινωνία και στα πεδία ισχύος. Η απόρριψη των παραδοσιακών μορφών πολιτικής κινητοποίησης θα πρέπει να συνοδεύεται από ένα νέο πολιτικό λόγο ο οποίος θα αποκαλύπτει τις κρυμμένες πρακτικές της νεοφιλελεύθερης κυριαρχίας ενώ θα αναπτύσσει παράλληλα αυστηρά πρότυπα κριτικής σκέψης και δεν θα διστάζει να προσφέρει εναλλακτικές λύσεις για τα σημερινά προβλήματα της κοινωνίας και της οικονομίας. Η κριτική του νεοφιλελευθερισμού θα πρέπει πλέον να περνάει μέσα από ένα εναλλακτικό, ρεαλιστικό πρόγραμμα κοινωνικής αλλαγής, που η Αριστερά του σήμερα θα πρέπει οπωσδήποτε να συλλάβει προκειμένου να ανοίξει το δρόμο για ένα ελπιδοφόρο αύριο.
Ο Henry A. Giroux είναι καθηγητής στην έδρα «Global Television Network» στις πολιτισμικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο McΜaster του Καναδά. Ο Χ. Ι. Πολυχρονίου είναι ερευνητής και εταίρος πολιτικής στο Ινστιτούτο Οικονομικών Levy στη Νέα Υόρκη. Οι συγγραφείς είναι μέλη της ιδρυτικής ακαδημαϊκής επιτροπής του Διεθνούς Προγράμματος Φρέιρε για την κριτική παιδαγωγική στο Πανεπιστήμιο McGill του Καναδά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου