Ο 19ος αιώνας αποχωρεί αφήνοντας πίσω του λαμπρές εφευρέσεις που θα σημαδέψουν τη νέα εποχή που ανατέλλει.
Ο Nόρμαν Έιντζελ, ένας φιλελεύθερος δημοσιογράφος, επηρεασμένος από το πνεύμα της belle époque, κυκλοφόρησε βιβλίο με τίτλο «Η Μεγάλη Χίμαιρα» όπου προανήγγειλε το οριστικό τέλος των πολέμων. Η παγκοσμιοποίηση, έλεγε, έχει καταστήσει πλέον σαφές στις άρχουσες τάξεις ότι ο πόλεμος αποτελεί καθαρό παραλογισμό. Οι Άγγλοι βιομήχανοι δεν θα είχαν κανένα συμφέρον να βομβαρδίσουν τις θυγατρικές τους στη Γαλλία. Οι Γάλλοι τραπεζίτες δεν θα είχαν κανένα λόγο να ανατινάξουν τα μεγάλα έργα που χρηματοδ ότησαν στη Γερμανία - και να χάσουν έτσι τους τόκους και τα κεφάλαιά τους.
Αλλά δεν ήταν μόνο οι φιλελεύθεροι που αντιμετώπιζαν με τόση αισιοδοξία και τόση βεβαιότητα το μέλλον. Το πνεύμα της belle époque είχε επηρεάσει ακόμα και την ίδια την Αριστερά. Η αίσθηση ότι ο κόσμος «πήγαινε μπροστά» -και θα συνέχιζε να πηγαίνει μπροστά για πάντα- είχε ριζώσει βαθιά στα μυαλά ακόμα και των ηγετών των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, των κομμάτων που υποτίθεται ότι είχαν ως στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Ο Kαρλ Kάουτσκι, ο επονομαζόμενος και «Πάπας του Mαρξισμού», είχε αναπτύξει μια θεωρία που θύμιζε πολύ τις απόψεις του Nόρμαν Έιντζελ.
Ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός, έλεγε, οδηγείται σιγά-σιγά σε ένα στάδιο «υπερ-ιμπεριαλισμού»: τα συμφέροντα των καπιταλιστών εξυπηρετούνται πλέον σήμερα πολύ καλύτερα από τη συνένωση και τη διεθνή συνεργασία παρά από τον ανταγωνισμό και τον πόλεμο.
Ακόμα και την τελευταία στιγμή, τον Ιούλιο του 1914, όταν η Αυστρία είχε πλέον κηρύξει τον πόλεμο στη Σερβία, όπως αναφέρει ο Xομπσμπάουμ, οι ηγέτες των σοσιαλιστικών κομμάτων «ήταν πεπεισμένοι ότι ένας γενικευμένος πόλεμος ήταν αδύνατος και ότι σίγουρα θα βρισκόταν κάποια ειρηνική λύση στην κρίση». Λίγες μέρες αργότερα, οι Μεγάλες Δυνάμεις θα έριχναν 19 εκατομμύρια στρατιώτες στη μάχη, ενώ τα θύματα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, που θα έληγε 4 χρόνια μετά, θα ανέρχονταν σε 9 εκατομμύρια ψυχές (πηγή Bικιπαίδεια).
Μέρος δεύτερο:
Ο 20ός αιώνας γιορτάζει την αποχώρησή του αφήνοντας πίσω του λαμπρές εφευρέσεις που θα σημαδέψουν τη νέα εποχή που ανατέλλει.
Ο Ντανιέλ Μπελ, ένας διάσημος κοινωνιολόγος, επηρεασμένος από το πνεύμα της παγκοσμιοποίησης, στο “Τέλος της ιδεολογίας”, μας διαβεβαίωνε ότι το κλασικό πρόβλημα της ιδεολογίας είχε επιτέλους ξεπεραστεί. Θα εξακολουθούσε βέβαια να υπάρχει ένα φάσμα πλουραλιστικών αντιθέσεων, συμφερόντων και αξιών, αλλά όλες θα μπορούσαν να επιλυθούν στο πλαίσιο της κοινωνικής συναίνεσης, των “κανόνων του παιχνιδιού”. Αντιστοίχως, λίγο αργότερα, o Francis Fukuyama θα κήρυσσε μονομερώς το τέλος της ιστορίας. Ο κόσμος, έλεγε στο βιβλίο του, «Το τέλος της ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος», συνέκλινε στο δυτικό μοντέλο του φιλελεύθερου καπιταλισμού, που στο πλαίσιο της ηγεμονίας των ΗΠΑ βλέπουμε να εξαπλώνεται ραγδαία στον κόσμο της ύστερης νεωτερικότητας και δεν χρειαζόταν πλέον να φοβόμαστε τις συγκρούσεις των μεγάλων πολιτισμών.
Αλλά δεν ήταν μόνο οι φιλελεύθεροι που αντιμετώπιζαν με τόση αισιοδοξία και βεβαιότητα το μέλλον. Η αίσθηση ότι ο κόσμος «πήγαινε μπροστά» -και θα συνέχιζε να πηγαίνει μπροστά για πάντα- είχε ριζώσει βαθιά στα μυαλά ακόμα και προσωπικοτήτων που υποτίθεται ότι είχαν στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Ο Α. Γκλικσμάν (με το δίλημμά του ή με τον αμερικανισμό που εκπροσωπεί τη φιλελεύθερη δημοκρατία ή με τον μηδενισμό), ο κόκκινος Κον-Μπεντίτ (υπέρ των βομβαρδισμών στην πρώην Γιουγκοσλαβία, υπέρ της επικύρωσης του Συμφώνου Δημοσιονομικής Πειθαρχίας της Ε.Ε.), ακόμη και προσωπικότητες που διακρίθηκαν στα νεανικά τους χρόνια για τη ριζοσπαστικότητα και το αντιστασιακό τους φρόνημα - όπως ο Τ. Νέγκρι (υπέρ του Ευρωσυντάγματος), άπαντες συνέκλιναν υπέρ του οράματος της παγκοσμιοποίησης.
Λίγα χρόνια μετά, θα ξέσπαγε η οικονομική κρίση των ΗΠΑ (2007), που θα εξελισσόταν σε διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση, η μεγαλύτερη μετά από 78 χρόνια από την τελευταία μεγάλη κρίση του 1929, προκαλώντας "ντόμινο" αλυσιδωτών αντιδράσεων στον αμερικανικό και ευρωπαϊκό τραπεζικό και κτηματομεσιτικό τομέα, ενώ οι χώρες του Βορρά θα αναζητούσαν τον αποδιοπομπαίο τράγο στα PIGS του Nότου, επιβάλλοντας εργασιακές σχέσεις Μεσαίωνα, σύμφωνα με τις οποίες οι εργαζόμενοι θα έπρεπε να εργάζονται ως γιαπωνέζικα ρομπότ και να αμείβονται ως Κινέζοι προλετάριοι, προκειμένου ο αμερικανο-ευρωπαϊκός καπιταλισμός να μπορέσει ν' ανταγωνιστεί τον κινεζικό. Ακόμη και στο παραπέντε, όταν τα τύμπανα του πολέμου θα άρχιζαν να παιανίζουν εμβατήρια, υπενθυμίζοντας ότι όλοι οι δρόμοι που περνούν μέσα από τη Συρία οδηγούν στο Ιράν προκειμένου να κλείσουν την ενεργειακή στρόφιγγά του, που τροφοδοτεί την Κίνα, οι ηγέτες της Ε.Ε. «ήταν πεπεισμένοι ότι ένας γενικευμένος πόλεμος ήταν αδύνατος και ότι σίγουρα θα βρισκόταν κάποια ειρηνική λύση στην κρίση».
Προσεχώς, θα έχουμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε εάν η Ιστορία κινείται γραμμικώς ή σπειροειδώς, όπως υποστήριζε ο Μαρξ. Θα είναι όμως πλέον αργά για να αποτρέψουμε την τραγωδία. Γιατί η φάρσα έχει ήδη παιχτεί, στο προηγούμενο ημίχρονο της Ιστορίας.
ΥΓ.: Γερμανία, δώσε στην Ευρώπη μια ευκαιρία. Μην την οδηγήσεις ξανά στον Μεσαίωνα.
Το Πνεύμα των Καιρών ή Όταν η Ιστορία επαναλαμβάνεται...
* Η Μαριάννα Πολυχρονιάδου είναι καθηγήτρια, διδάκτωρ Πολιτικής Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (marpolychroniadou@yahoo.gr)
Ο Nόρμαν Έιντζελ, ένας φιλελεύθερος δημοσιογράφος, επηρεασμένος από το πνεύμα της belle époque, κυκλοφόρησε βιβλίο με τίτλο «Η Μεγάλη Χίμαιρα» όπου προανήγγειλε το οριστικό τέλος των πολέμων. Η παγκοσμιοποίηση, έλεγε, έχει καταστήσει πλέον σαφές στις άρχουσες τάξεις ότι ο πόλεμος αποτελεί καθαρό παραλογισμό. Οι Άγγλοι βιομήχανοι δεν θα είχαν κανένα συμφέρον να βομβαρδίσουν τις θυγατρικές τους στη Γαλλία. Οι Γάλλοι τραπεζίτες δεν θα είχαν κανένα λόγο να ανατινάξουν τα μεγάλα έργα που χρηματοδ ότησαν στη Γερμανία - και να χάσουν έτσι τους τόκους και τα κεφάλαιά τους.
Αλλά δεν ήταν μόνο οι φιλελεύθεροι που αντιμετώπιζαν με τόση αισιοδοξία και τόση βεβαιότητα το μέλλον. Το πνεύμα της belle époque είχε επηρεάσει ακόμα και την ίδια την Αριστερά. Η αίσθηση ότι ο κόσμος «πήγαινε μπροστά» -και θα συνέχιζε να πηγαίνει μπροστά για πάντα- είχε ριζώσει βαθιά στα μυαλά ακόμα και των ηγετών των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, των κομμάτων που υποτίθεται ότι είχαν ως στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Ο Kαρλ Kάουτσκι, ο επονομαζόμενος και «Πάπας του Mαρξισμού», είχε αναπτύξει μια θεωρία που θύμιζε πολύ τις απόψεις του Nόρμαν Έιντζελ.
Ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός, έλεγε, οδηγείται σιγά-σιγά σε ένα στάδιο «υπερ-ιμπεριαλισμού»: τα συμφέροντα των καπιταλιστών εξυπηρετούνται πλέον σήμερα πολύ καλύτερα από τη συνένωση και τη διεθνή συνεργασία παρά από τον ανταγωνισμό και τον πόλεμο.
Ακόμα και την τελευταία στιγμή, τον Ιούλιο του 1914, όταν η Αυστρία είχε πλέον κηρύξει τον πόλεμο στη Σερβία, όπως αναφέρει ο Xομπσμπάουμ, οι ηγέτες των σοσιαλιστικών κομμάτων «ήταν πεπεισμένοι ότι ένας γενικευμένος πόλεμος ήταν αδύνατος και ότι σίγουρα θα βρισκόταν κάποια ειρηνική λύση στην κρίση». Λίγες μέρες αργότερα, οι Μεγάλες Δυνάμεις θα έριχναν 19 εκατομμύρια στρατιώτες στη μάχη, ενώ τα θύματα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, που θα έληγε 4 χρόνια μετά, θα ανέρχονταν σε 9 εκατομμύρια ψυχές (πηγή Bικιπαίδεια).
Μέρος δεύτερο:
Ο 20ός αιώνας γιορτάζει την αποχώρησή του αφήνοντας πίσω του λαμπρές εφευρέσεις που θα σημαδέψουν τη νέα εποχή που ανατέλλει.
Ο Ντανιέλ Μπελ, ένας διάσημος κοινωνιολόγος, επηρεασμένος από το πνεύμα της παγκοσμιοποίησης, στο “Τέλος της ιδεολογίας”, μας διαβεβαίωνε ότι το κλασικό πρόβλημα της ιδεολογίας είχε επιτέλους ξεπεραστεί. Θα εξακολουθούσε βέβαια να υπάρχει ένα φάσμα πλουραλιστικών αντιθέσεων, συμφερόντων και αξιών, αλλά όλες θα μπορούσαν να επιλυθούν στο πλαίσιο της κοινωνικής συναίνεσης, των “κανόνων του παιχνιδιού”. Αντιστοίχως, λίγο αργότερα, o Francis Fukuyama θα κήρυσσε μονομερώς το τέλος της ιστορίας. Ο κόσμος, έλεγε στο βιβλίο του, «Το τέλος της ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος», συνέκλινε στο δυτικό μοντέλο του φιλελεύθερου καπιταλισμού, που στο πλαίσιο της ηγεμονίας των ΗΠΑ βλέπουμε να εξαπλώνεται ραγδαία στον κόσμο της ύστερης νεωτερικότητας και δεν χρειαζόταν πλέον να φοβόμαστε τις συγκρούσεις των μεγάλων πολιτισμών.
Αλλά δεν ήταν μόνο οι φιλελεύθεροι που αντιμετώπιζαν με τόση αισιοδοξία και βεβαιότητα το μέλλον. Η αίσθηση ότι ο κόσμος «πήγαινε μπροστά» -και θα συνέχιζε να πηγαίνει μπροστά για πάντα- είχε ριζώσει βαθιά στα μυαλά ακόμα και προσωπικοτήτων που υποτίθεται ότι είχαν στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Ο Α. Γκλικσμάν (με το δίλημμά του ή με τον αμερικανισμό που εκπροσωπεί τη φιλελεύθερη δημοκρατία ή με τον μηδενισμό), ο κόκκινος Κον-Μπεντίτ (υπέρ των βομβαρδισμών στην πρώην Γιουγκοσλαβία, υπέρ της επικύρωσης του Συμφώνου Δημοσιονομικής Πειθαρχίας της Ε.Ε.), ακόμη και προσωπικότητες που διακρίθηκαν στα νεανικά τους χρόνια για τη ριζοσπαστικότητα και το αντιστασιακό τους φρόνημα - όπως ο Τ. Νέγκρι (υπέρ του Ευρωσυντάγματος), άπαντες συνέκλιναν υπέρ του οράματος της παγκοσμιοποίησης.
Λίγα χρόνια μετά, θα ξέσπαγε η οικονομική κρίση των ΗΠΑ (2007), που θα εξελισσόταν σε διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση, η μεγαλύτερη μετά από 78 χρόνια από την τελευταία μεγάλη κρίση του 1929, προκαλώντας "ντόμινο" αλυσιδωτών αντιδράσεων στον αμερικανικό και ευρωπαϊκό τραπεζικό και κτηματομεσιτικό τομέα, ενώ οι χώρες του Βορρά θα αναζητούσαν τον αποδιοπομπαίο τράγο στα PIGS του Nότου, επιβάλλοντας εργασιακές σχέσεις Μεσαίωνα, σύμφωνα με τις οποίες οι εργαζόμενοι θα έπρεπε να εργάζονται ως γιαπωνέζικα ρομπότ και να αμείβονται ως Κινέζοι προλετάριοι, προκειμένου ο αμερικανο-ευρωπαϊκός καπιταλισμός να μπορέσει ν' ανταγωνιστεί τον κινεζικό. Ακόμη και στο παραπέντε, όταν τα τύμπανα του πολέμου θα άρχιζαν να παιανίζουν εμβατήρια, υπενθυμίζοντας ότι όλοι οι δρόμοι που περνούν μέσα από τη Συρία οδηγούν στο Ιράν προκειμένου να κλείσουν την ενεργειακή στρόφιγγά του, που τροφοδοτεί την Κίνα, οι ηγέτες της Ε.Ε. «ήταν πεπεισμένοι ότι ένας γενικευμένος πόλεμος ήταν αδύνατος και ότι σίγουρα θα βρισκόταν κάποια ειρηνική λύση στην κρίση».
Προσεχώς, θα έχουμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε εάν η Ιστορία κινείται γραμμικώς ή σπειροειδώς, όπως υποστήριζε ο Μαρξ. Θα είναι όμως πλέον αργά για να αποτρέψουμε την τραγωδία. Γιατί η φάρσα έχει ήδη παιχτεί, στο προηγούμενο ημίχρονο της Ιστορίας.
ΥΓ.: Γερμανία, δώσε στην Ευρώπη μια ευκαιρία. Μην την οδηγήσεις ξανά στον Μεσαίωνα.
Το Πνεύμα των Καιρών ή Όταν η Ιστορία επαναλαμβάνεται...
* Η Μαριάννα Πολυχρονιάδου είναι καθηγήτρια, διδάκτωρ Πολιτικής Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (marpolychroniadou@yahoo.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου