Η Ελλάδα βρίσκεται και θα εξακολουθήσει να είναι στη δίνη μιας εντελώς διαφορετικής δοκιμασίας, ιστορικών διαστάσεων, απογυμνωμένη από βασικά στοιχεία παραγωγικού δυναμισμού, κοινωνικής συνοχής και δημοκρατικής οντότητας. Η ανάλυση των δεδομένων αυτής της εκρηκτικής και διαλυτικής κατάστασης δεν μπορεί να γίνεται με πλαίσιο αναφοράς τη Μεταπολίτευση, τα θεσμικά, πολιτικά και κοινωνικά στερεότυπα της οποίας, δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τις έντονες και διευρυμένες ανατροπές, που καθημερινά και σταθερά συντελούνται στο εσωτερικό της συλλογικής και υπαρξιακής συνείδησης.
Η οποιαδήποτε προσέγγιση της εθνικής τραγωδίας, που βιώνουμε, επιβάλλει να είναι ουσιαστικά συνειδητοποιημένες η ιστορικότητα της κρίσης και η πραγματογνωσία των επιπτώσεών της. Αυτή η ενιαία αντίληψη για το πώς διαμορφώθηκε η σημερινή κατάσταση και για το ποιες είναι οι επιπτώσεις της σε όλα τα επίπεδα της ζωής μας, έχει καθοριστική σημασία τόσο για την αγωνιστική εξίσωση αποτελεσματικής αντιμετώπισης των προβλημάτων, όσο και για την οραματική επιδίωξη του διαφορετικού μέλλοντος, που δεν μπορεί να είναι, σε καμιά περίπτωση, μια διασκευασμένη και μεταποιημένη εκδοχή της μεταπολίτευσης.
Είναι, πλέον κοινός τόπος ότι οι αιτίες της ιστορικής έκπτωσης της πατρίδας μας βρίσκονται εντός αυτού του πολιτικού συστήματος που δημαγώγησε την κοινωνία ως πολιτική εγγύηση σταθερότητας, ευημερίας και ισχύος, για να αποκαλυφθεί, με οδυνηρό τρόπο ως αιτία του συλλογικού ξεπεσμού.
Το συλλογικό ζητούμενο είναι ο διαφορετικός πολιτικός λόγος, γυμνός και κοφτερός, αλλά και ο διαφορετικός τρόπος άσκησης της πολιτικής, διαμόρφωσης της αλληλεγγύης, ανάδειξης της συλλογικότητας και της ριζοσπαστικής παρέμβασης, που θα στηρίζει την κοινωνία και θα την ανασυγκροτεί.
Οι πολίτες και πιο αποφασιστικά οι νέοι, αμφισβητούν τις μεταπολιτευτικές δομές κι εξουσίες, βεβαιότητας κι ηγεσίας. Πιστεύουν ότι απαξιώθηκε η πολιτική από τις κούφιες ρητορείες, τις πολιτευτικές διγλωσσίες, τη συναλλαγή και τη διαφθορά, την παρεοκρατία και την κλεπτοκρατία, από το άθλιο δημόσιο ήθος που κυριάρχησε με όρους αγοραίου αμοραλισμού, και διέβρωσε το πραγματικό περιεχόμενο ζωής των αξιών της πολιτικής ευθύνης και ηθικής, της κοινωνικής και πνευματικής συνείδησης .
Το πεδίο της κρίσης δεν καλύπτεται από τους μεταπολιτευτικούς συσχετισμούς εξουσίας ούτε υπηρετείται από τους παραδοσιακούς ανταγωνισμούς τους. Ο ιστορικός ορίζοντας των ριζικών μετασχηματισμών απαιτεί και υπαγορεύει στρατηγική δυναμική, που θα ξεπερνά τις επιβαρύνσεις και δε θα ανακυκλώνει τα διαβλητά χαρακτηριστικά του μεταπολιτευτικού σκηνικού.
Οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς και οικολογίας, των κινημάτων και των δικαιωμάτων, αλλά και των πολύμορφων νέων ιδελογικοπνευματικών ρευμάτων, θα ανταποκριθούν στον ιστορικό τους ρόλο ως ανερχόμενες κοινωνικές δυνάμεις, εάν απελευθερώσουν και αποκρυσταλλώσουν οργανικές δυνατότητες και συλλογικότητες, για τη δημιουργία πολιτικών ιδεών και προτάσεων, ικανών να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν την εναλλακτική προοπτική που χρειάζεται η χώρα.
Η εθνική στρατηγική για την ανασυγκρότηση της χώρας και την παραγωγική συνοχή της κοινωνίας, προϋποθέτει κι απαιτεί ριζοσπαστική αναμόρφωση του συνταγματικού θεσμικού μεταπολιτευτισμού. Αυτό άλλωστε, που αποκαλούμε κρίση του πολιτικού συστήματος δεν είναι μια αναπόφευκτη κρίση εξουσίας και κυβερνητικής αποτυχίας, αλλά μια συνολική και έντονη εκφυλιστική αλλοίωση της ίδιας της κοινωνικής και πολιτικής, της συνταγματικής και θεσμικής δομής της Ελληνικής Δημοκρατίας. Αυτήν την παραμορφωτική στρέβλωση δεν την απέτρεψαν οι συνταγματικές αναθεωρήσεις του 1986, 2001 και 2006, απεναντίας την ενίσχυσαν και την παγίωσαν θωρακίζοντας την με ρυθμίσεις αδιαφανούς και ανεξέλεγκτης εξουσίας, πρωθυπουργοκεντρικής διακυβέρνησης και υποβιβασμένου κοινοβουλευτισμού, διαβλητής διαχείρισης και κοινωνικής αδικίας. Επειδή πια ο δημόσιος βίος πορεύεται με τον νόμο της αδράνειας, πρέπει αποφασιστικά να ανοίξει ο δρόμος για μια ευρεία κι αναθεωρητική διαδικασία στα όρια της συντακτικής εθνοσυνέλευσης, όπως θα λέγαμε άλλοτε.
Άλλωστε, σήμερα διαμορφώνονται οι νέες κοινωνίες για τον 21ο αιώνα, σε συνθήκες φανταστικής έξαρσης του τεχνοπολιτισμού, αδίστακτης βιοπολιτικής κατεργασίας της καθημερινότητας και της συνείδησης των πολιτών, δραματικής υποχώρησης της δημοκρατίας και της πολιτικής από την κυριαρχία της τεχνοκρατίας και της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Προβάλλει, έτσι, ως ριζοσπαστικό αίτημα η επαναχάραξη των δημοκρατικών εγγυήσεων, ή ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους, η αναδημιουργία των αντιπροσωπευτικών θεσμών και λειτουργιών της κοινωνίας, η αποκατάσταση της προτεραιότητας του κοινωνικού και πολιτικού, ηθικού και πνευματικού, έναντι του ανταγωνιστικού και αγοραίου, κερδοσκοπικού κι εκμεταλλευτικού σημερινού προτάγματος.
Το μεταπολιτευτικό σύστημα έχει μεγάλη αφομοιωτική δύναμη, απόδειξη ο παραδοσιακός τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η κυβερνητική τριτοκομματική κοινοπραξία. Έχει επίσης επιβληθεί ένας εξουσιαστικός τρόπος συμπεριφοράς των στελεχών και μηχανισμών του δικομματισμού, που θεωρούν ότι η διακυβέρνηση είναι προσωπική και παραταξιακή τους υπόθεση. Απόδειξη ο τρόπος με τον οποίο, ακόμα και στην πιο δραματική δοκιμασία της πατρίδας και της κοινωνίας, εμφανίζονται με «πλατφόρμες σωτηρίας» οι πρωταίτιοι της καταστροφής, που δεν εννοούν να καταλάβουν ότι έχουν αποδοκιμαστεί οριστικά, από την πολιτική πραγματικότητα, και έχουν χρεωθεί από την ιστορία αυτού του λαού, με απαράγραπτες ευθύνες. Είναι, τέλος, αυτοκαταστροφικό για την Ελληνική Δημοκρατία να δαιμονοποιείται η άνοδος της Ριζοσπαστικής Αριστεράς στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με κινδυνολογίες πολωτικές και διχαστικές συνθηματολογίες, που θέλουν να κρατήσουν το ξέπνοο πια πολιτικό σύστημα, που κομπορρημονεί αυτοεξευτελιζόμενο.
Χαρακτηριστική κι επιπρόσθετη εκδήλωση, κοντά στα εγκληματικά λάθη που άνοιξαν τον δρόμο στον εφιάλτη των μνημονίων, αποτελεί και ο χρεωκοπημένος τρόπος διαχείρισης της αποτυχίας, που αποτελεί απόληξη κι επιβίωση του μεταπολιτευτικού κομματικού κυβερνητισμού. Δεν είναι μόνο εξοντωτική η πολιτική των Μνημονίων, που επιβάλλει η επιτήρηση και οδηγεί στον όλεθρο κι όχι στη σωτηρία. Είναι διαλυτικός και ο κυβερνητικός τακτικισμός της τρικομματικής κοινοπραξίας, με τις εσωτερικές πολιτικές υστεροβουλίες και "προσωπικές στρατηγικές", που επιμένουν στη διαχείριση του μεταπολιτευτικού ψεύδους, προσθέτοντας και το μνημονιακό ψεύδος. Είναι τραγικό με απρόβλεπτες συνέπειες ότι σήμερα, στην οριακή δοκιμασία των πάντων, που συγκροτούν πατρίδα, κοινωνία και δημοκρατία, δεν λειτουργούν κατά το Σύνταγμα ούτε η εκτελεστική εξουσία ούτε η νομοθετική εξουσία ούτε η Προεδρία της Δημοκρατίας. Η συστηματική καταφυγή στις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και οι επαναλαμβανόμενες συσκέψεις των "πολιτικών αρχηγών", αποτελούν ιδιότυπο μοντέλο διακυβέρνησης και κοινοβουλευτισμού, ενώ επιχειρείται να αποπροσανατολιστεί η πολιτική χρεωκοπία και κοινωνική τραγωδία με σεναριοποιήσεις περί νέων σχημάτων και διαθέσιμων πολιτικοκομματικών και τεχνοκρατικών προσώπων, που θέλουν να γίνουν οι "ηγετικές ελίτ της μνημονιοκρατίας".
Η ιστορία δεν περιμένει το παλιό να ανασυντάξει τα υπάρχοντά του σε ευκαιριακές κοινοπραξίες πολιτικής παρέμβασης. Δεν προκύπτουν έτσι οι νέες κοινωνικοπολιτικές συνθέσεις, τα νέα κόμματα και οι εναλλακτικές πολιτικές, ιδιαίτερα σε περιόδους βίαιων ανατροπών.
Η εκλογική κυριαρχία, η κυβερνητική παντοδυναμία και ο κοινωνικός εξουσιασμός που είχαν στη δούλεψή τους ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. τελείωσε ακρωτηριάζοντας την Ελληνική Δημοκρατία. Στο μοντέλο του κατεστημένου δικομματισμού και στα υποκατάστατα μορφώματα περιφερόμενων προσώπων και ευκαιριακών κυκλωμάτων, δεν υπάρχει καμία δυναμική για το μέλλον, απεναντίας υπάρχει το γήρας και το βάρος του αμαρτωλού παρελθόντος. Κι όπως λέει ο Αισχύλος, "μες στις γενιές της ανομίας/η ύβρις η παλαιά το συνηθίζει να γεννά/την νέαν ύβριν...". Αυτή τη νέα και παλιά πολιτική ύβρη σε βάρος της πατρίδας μας, που περισφίγγεται από το σύμπλεγμα γενεών ανομίας, πρέπει να διακόψει ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ, αποκτώντας τα σύγχρονα χαρακτηριστικά αξιόπιστης κυβερνητικής δύναμης και κοινωνικής πρωτοπορίας.
Η οποιαδήποτε προσέγγιση της εθνικής τραγωδίας, που βιώνουμε, επιβάλλει να είναι ουσιαστικά συνειδητοποιημένες η ιστορικότητα της κρίσης και η πραγματογνωσία των επιπτώσεών της. Αυτή η ενιαία αντίληψη για το πώς διαμορφώθηκε η σημερινή κατάσταση και για το ποιες είναι οι επιπτώσεις της σε όλα τα επίπεδα της ζωής μας, έχει καθοριστική σημασία τόσο για την αγωνιστική εξίσωση αποτελεσματικής αντιμετώπισης των προβλημάτων, όσο και για την οραματική επιδίωξη του διαφορετικού μέλλοντος, που δεν μπορεί να είναι, σε καμιά περίπτωση, μια διασκευασμένη και μεταποιημένη εκδοχή της μεταπολίτευσης.
Είναι, πλέον κοινός τόπος ότι οι αιτίες της ιστορικής έκπτωσης της πατρίδας μας βρίσκονται εντός αυτού του πολιτικού συστήματος που δημαγώγησε την κοινωνία ως πολιτική εγγύηση σταθερότητας, ευημερίας και ισχύος, για να αποκαλυφθεί, με οδυνηρό τρόπο ως αιτία του συλλογικού ξεπεσμού.
Το συλλογικό ζητούμενο είναι ο διαφορετικός πολιτικός λόγος, γυμνός και κοφτερός, αλλά και ο διαφορετικός τρόπος άσκησης της πολιτικής, διαμόρφωσης της αλληλεγγύης, ανάδειξης της συλλογικότητας και της ριζοσπαστικής παρέμβασης, που θα στηρίζει την κοινωνία και θα την ανασυγκροτεί.
Οι πολίτες και πιο αποφασιστικά οι νέοι, αμφισβητούν τις μεταπολιτευτικές δομές κι εξουσίες, βεβαιότητας κι ηγεσίας. Πιστεύουν ότι απαξιώθηκε η πολιτική από τις κούφιες ρητορείες, τις πολιτευτικές διγλωσσίες, τη συναλλαγή και τη διαφθορά, την παρεοκρατία και την κλεπτοκρατία, από το άθλιο δημόσιο ήθος που κυριάρχησε με όρους αγοραίου αμοραλισμού, και διέβρωσε το πραγματικό περιεχόμενο ζωής των αξιών της πολιτικής ευθύνης και ηθικής, της κοινωνικής και πνευματικής συνείδησης .
Το πεδίο της κρίσης δεν καλύπτεται από τους μεταπολιτευτικούς συσχετισμούς εξουσίας ούτε υπηρετείται από τους παραδοσιακούς ανταγωνισμούς τους. Ο ιστορικός ορίζοντας των ριζικών μετασχηματισμών απαιτεί και υπαγορεύει στρατηγική δυναμική, που θα ξεπερνά τις επιβαρύνσεις και δε θα ανακυκλώνει τα διαβλητά χαρακτηριστικά του μεταπολιτευτικού σκηνικού.
Οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς και οικολογίας, των κινημάτων και των δικαιωμάτων, αλλά και των πολύμορφων νέων ιδελογικοπνευματικών ρευμάτων, θα ανταποκριθούν στον ιστορικό τους ρόλο ως ανερχόμενες κοινωνικές δυνάμεις, εάν απελευθερώσουν και αποκρυσταλλώσουν οργανικές δυνατότητες και συλλογικότητες, για τη δημιουργία πολιτικών ιδεών και προτάσεων, ικανών να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν την εναλλακτική προοπτική που χρειάζεται η χώρα.
Η εθνική στρατηγική για την ανασυγκρότηση της χώρας και την παραγωγική συνοχή της κοινωνίας, προϋποθέτει κι απαιτεί ριζοσπαστική αναμόρφωση του συνταγματικού θεσμικού μεταπολιτευτισμού. Αυτό άλλωστε, που αποκαλούμε κρίση του πολιτικού συστήματος δεν είναι μια αναπόφευκτη κρίση εξουσίας και κυβερνητικής αποτυχίας, αλλά μια συνολική και έντονη εκφυλιστική αλλοίωση της ίδιας της κοινωνικής και πολιτικής, της συνταγματικής και θεσμικής δομής της Ελληνικής Δημοκρατίας. Αυτήν την παραμορφωτική στρέβλωση δεν την απέτρεψαν οι συνταγματικές αναθεωρήσεις του 1986, 2001 και 2006, απεναντίας την ενίσχυσαν και την παγίωσαν θωρακίζοντας την με ρυθμίσεις αδιαφανούς και ανεξέλεγκτης εξουσίας, πρωθυπουργοκεντρικής διακυβέρνησης και υποβιβασμένου κοινοβουλευτισμού, διαβλητής διαχείρισης και κοινωνικής αδικίας. Επειδή πια ο δημόσιος βίος πορεύεται με τον νόμο της αδράνειας, πρέπει αποφασιστικά να ανοίξει ο δρόμος για μια ευρεία κι αναθεωρητική διαδικασία στα όρια της συντακτικής εθνοσυνέλευσης, όπως θα λέγαμε άλλοτε.
Άλλωστε, σήμερα διαμορφώνονται οι νέες κοινωνίες για τον 21ο αιώνα, σε συνθήκες φανταστικής έξαρσης του τεχνοπολιτισμού, αδίστακτης βιοπολιτικής κατεργασίας της καθημερινότητας και της συνείδησης των πολιτών, δραματικής υποχώρησης της δημοκρατίας και της πολιτικής από την κυριαρχία της τεχνοκρατίας και της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Προβάλλει, έτσι, ως ριζοσπαστικό αίτημα η επαναχάραξη των δημοκρατικών εγγυήσεων, ή ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους, η αναδημιουργία των αντιπροσωπευτικών θεσμών και λειτουργιών της κοινωνίας, η αποκατάσταση της προτεραιότητας του κοινωνικού και πολιτικού, ηθικού και πνευματικού, έναντι του ανταγωνιστικού και αγοραίου, κερδοσκοπικού κι εκμεταλλευτικού σημερινού προτάγματος.
Το μεταπολιτευτικό σύστημα έχει μεγάλη αφομοιωτική δύναμη, απόδειξη ο παραδοσιακός τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η κυβερνητική τριτοκομματική κοινοπραξία. Έχει επίσης επιβληθεί ένας εξουσιαστικός τρόπος συμπεριφοράς των στελεχών και μηχανισμών του δικομματισμού, που θεωρούν ότι η διακυβέρνηση είναι προσωπική και παραταξιακή τους υπόθεση. Απόδειξη ο τρόπος με τον οποίο, ακόμα και στην πιο δραματική δοκιμασία της πατρίδας και της κοινωνίας, εμφανίζονται με «πλατφόρμες σωτηρίας» οι πρωταίτιοι της καταστροφής, που δεν εννοούν να καταλάβουν ότι έχουν αποδοκιμαστεί οριστικά, από την πολιτική πραγματικότητα, και έχουν χρεωθεί από την ιστορία αυτού του λαού, με απαράγραπτες ευθύνες. Είναι, τέλος, αυτοκαταστροφικό για την Ελληνική Δημοκρατία να δαιμονοποιείται η άνοδος της Ριζοσπαστικής Αριστεράς στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με κινδυνολογίες πολωτικές και διχαστικές συνθηματολογίες, που θέλουν να κρατήσουν το ξέπνοο πια πολιτικό σύστημα, που κομπορρημονεί αυτοεξευτελιζόμενο.
Χαρακτηριστική κι επιπρόσθετη εκδήλωση, κοντά στα εγκληματικά λάθη που άνοιξαν τον δρόμο στον εφιάλτη των μνημονίων, αποτελεί και ο χρεωκοπημένος τρόπος διαχείρισης της αποτυχίας, που αποτελεί απόληξη κι επιβίωση του μεταπολιτευτικού κομματικού κυβερνητισμού. Δεν είναι μόνο εξοντωτική η πολιτική των Μνημονίων, που επιβάλλει η επιτήρηση και οδηγεί στον όλεθρο κι όχι στη σωτηρία. Είναι διαλυτικός και ο κυβερνητικός τακτικισμός της τρικομματικής κοινοπραξίας, με τις εσωτερικές πολιτικές υστεροβουλίες και "προσωπικές στρατηγικές", που επιμένουν στη διαχείριση του μεταπολιτευτικού ψεύδους, προσθέτοντας και το μνημονιακό ψεύδος. Είναι τραγικό με απρόβλεπτες συνέπειες ότι σήμερα, στην οριακή δοκιμασία των πάντων, που συγκροτούν πατρίδα, κοινωνία και δημοκρατία, δεν λειτουργούν κατά το Σύνταγμα ούτε η εκτελεστική εξουσία ούτε η νομοθετική εξουσία ούτε η Προεδρία της Δημοκρατίας. Η συστηματική καταφυγή στις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και οι επαναλαμβανόμενες συσκέψεις των "πολιτικών αρχηγών", αποτελούν ιδιότυπο μοντέλο διακυβέρνησης και κοινοβουλευτισμού, ενώ επιχειρείται να αποπροσανατολιστεί η πολιτική χρεωκοπία και κοινωνική τραγωδία με σεναριοποιήσεις περί νέων σχημάτων και διαθέσιμων πολιτικοκομματικών και τεχνοκρατικών προσώπων, που θέλουν να γίνουν οι "ηγετικές ελίτ της μνημονιοκρατίας".
Η ιστορία δεν περιμένει το παλιό να ανασυντάξει τα υπάρχοντά του σε ευκαιριακές κοινοπραξίες πολιτικής παρέμβασης. Δεν προκύπτουν έτσι οι νέες κοινωνικοπολιτικές συνθέσεις, τα νέα κόμματα και οι εναλλακτικές πολιτικές, ιδιαίτερα σε περιόδους βίαιων ανατροπών.
Η εκλογική κυριαρχία, η κυβερνητική παντοδυναμία και ο κοινωνικός εξουσιασμός που είχαν στη δούλεψή τους ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. τελείωσε ακρωτηριάζοντας την Ελληνική Δημοκρατία. Στο μοντέλο του κατεστημένου δικομματισμού και στα υποκατάστατα μορφώματα περιφερόμενων προσώπων και ευκαιριακών κυκλωμάτων, δεν υπάρχει καμία δυναμική για το μέλλον, απεναντίας υπάρχει το γήρας και το βάρος του αμαρτωλού παρελθόντος. Κι όπως λέει ο Αισχύλος, "μες στις γενιές της ανομίας/η ύβρις η παλαιά το συνηθίζει να γεννά/την νέαν ύβριν...". Αυτή τη νέα και παλιά πολιτική ύβρη σε βάρος της πατρίδας μας, που περισφίγγεται από το σύμπλεγμα γενεών ανομίας, πρέπει να διακόψει ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ, αποκτώντας τα σύγχρονα χαρακτηριστικά αξιόπιστης κυβερνητικής δύναμης και κοινωνικής πρωτοπορίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου