Σύμφωνα με εισήγηση του ΚΕΠΕ, η οποία εξετάζεται στις διαδοχικές κυβερνητικές συσκέψεις, ο προϋπολογισμός για την Παιδεία μπορεί να μειωθεί κατά πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια! Μερικά από τα «ισοδύναμα» για τη διετία 2012-2013 προβλέπουν την επιβολή διδάκτρων στους φοιτητές που έχουν ξεπεράσει το χρονικό όριο των σπουδών τους και τη σταδιακή εξαφάνιση της φοιτητικής μέριμνας (σίτιση - στέγαση κ.λπ.).
Αν υπήρχε διαγωνισμός για εκείνους που άλλαζαν με την πιο μεγάλη μαεστρία το νόημα των λέξεων και των εννοιών, τότε το πρώτο βραβείο θα έπρεπε να απονεμηθεί στις τελευταίες ηγεσίες του υπουργείου Παιδείας. Αυτές οι ηγεσίες, βαδίζοντας στα χνάρια της επικοινωνιακής πολιτικής της κυβέρνησης του Παπανδρέου, του Παπαδήμου και της συγκυβέρνησης, δίνει τα επικοινωνιακά «ρέστα» της για να πείσει την κοινή γνώμη ότι «οι ριζικές αλλαγές που προτείνονται στην εκπαίδευση ανταποκρίνονται στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας».
Οφείλουμε να το ξεκαθαρίσουμε: Η νέα (;) πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας είναι έτοιμη να συνεχίσει από εκεί που σταμάτησε η Άννα Διαμαντοπούλου. Και είναι τυφλός όποιος δεν βλέπει ότι οι νομοθετικές ρυθμίσεις που προωθεί προς ψήφιση ο υπουργός Παιδείας με τη μορφή τού κατεπείγοντος δεν αλλάζουν την ουσία του νομοθετήματος του νόμου Διαμαντοπούλου. Ουσιαστικά η νέα τρικομματική επαναφέρει μεταλλαγμένο τον ίδιο νόμο, καθώς οι αλλαγές που προτείνονται στα Συμβούλια Διοίκησης, στις Συγκλήτους και στα Τμήματα δεν μεταβάλλουν τον χαρακτήρα της μετατροπής των ΑΕΙ σε πεδία επιχειρηματικών συμφερόντων όπου καταργούνται τα επιστημονικά αντικείμενα, καταργείται η συνταγματικά κατοχυρωμένη αυτοδιοίκηση των ΑΕΙ και προωθείται η κατάργηση της δωρεάν εκπαίδευσης.
Καθώς υπάρχει πλέον η συσσωρευμένη εμπειρία που βοηθάει να διαβάζουμε μπροστά και πίσω από τις λέξεις, καθώς γνωρίζουμε πολύ καλά ότι δεν έχει καμιά σημασία τι λέει το υπουργείο Παιδείας, αλλά, αντίθετα, σημασία έχει τι εννοεί, ας δούμε τον πυρήνα των αλλαγών που επιδιώκονται, αλλαγές που αλλάζουν το DNA των πανεπιστημίων:
1. Διαμορφώνεται νέος χάρτης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ένα μεγάλο τμήμα Σχολών και Τμημάτων θα συγχωνευθούν, άλλα θα καταργηθούν, ενώ όσα μείνουν σε τίποτε δεν θα θυμίζουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Οι προτάσεις του Εθνικού Συμβουλίου Εκπαίδευσης που θα συζητηθούν στο επόμενο διάστημα προβλέπουν τη σύσταση 12 ή 14 ανώτατων ιδρυμάτων (από 22) και την ύπαρξη 8 ή 6 ΤΕΙ (από 16) σε ολόκληρη τη χώρα.
2. Τα Πανεπιστήμια καλούνται ευθέως να «βγάλουν το ψωμί τους» μόνα τους. Το υπουργείο Παιδείας εξαναγκάζει τα τριτοβάθμια ιδρύματα «να συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις» τού «κατά Μπολόνια Ευαγγελίου», δηλαδή να υιοθετήσουν τη συμπεριφορά ιδιωτικής επιχείρησης για να βρουν νέους πόρους κρατώντας από τη μια τον δίσκο του εράνου και από την άλλη το λιβανιστήρι. Σύμφωνα με τα στρατηγικά και «επιχειρηματικά» σχέδια του υπουργείου Παιδείας, η περιστολή της δημόσιας χρηματοδότησης θα δημιουργήσει συνθήκες «δημιουργικής ανασφάλειας» στα πανεπιστήμια και θα τα υποχρεώσει να εξορθολογίσουν τη διαχείρισή τους, περικόπτοντας δαπάνες και λειτουργικά έξοδα, και να στραφούν στην αγορά σε αναζήτηση νέων πηγών εσόδων (δίδακτρα, σύνδεση με επιχειρήσεις, μετατροπή σε επιχειρήσεις πώλησης υπηρεσιών).
3. Όσες διαψεύσεις κι αν κάνει το υπουργείο Παιδείας, σε σύντομο χρονικό διάστημα, μέσα στην επόμενη τριετία, αν ευοδωθούν οι παραπάνω σχεδιασμοί, το ελληνικό πανεπιστήμιο θα επιβάλει δίδακτρα. Ναι, ας μην υπάρχει καμιά αμφιβολία. Και αυτά τα δίδακτρα δεν θα επιβληθούν τυπικά, από «πάνω», κεντρικά, αλλά από την κάθε Σχολή ξεχωριστά, στο πλαίσιο της «αυτοτέλειας», της «σύνδεσης με την κοινωνία και την οικονομία», της αλλαγής «χρηματοδοτικής κουλτούρας», της «απελευθέρωσης από τα δεσμά της δημόσιας χρηματοδότησης» και άλλων ζαχαρωμένων εκφράσεων που κάθε λίγο και λιγάκι «ξεφουρνίζει» το υπουργικό επιτελείο του Αμαρουσίου. Ουσιαστικά και τυπικά τα πανεπιστήμια μετατρέπονται σε «επιχειρήσεις», με την πλήρη έννοια του όρου, οι οποίες για να επιβιώσουν κυνηγούν διεθνώς, ανταγωνιστικά και με όλα τα θεμιτά και αθέμιτα μέσα, «φοιτητές-πελάτες». Κύριοι στόχοι τους είναι η μεγιστοποίηση του οικονομικού οφέλους, από την επίτευξη του οποίου και μόνο κρίνονται και οι διοικήσεις τους. Οι «πελάτες-φοιτητές» οφείλουν να χρηματοδοτούν οι ίδιοι τις σπουδές τους είτε από τους οικογενειακούς τους πόρους είτε δανειζόμενοι τα αναγκαία ποσά από τραπεζικά ή άλλα οικονομικά συγκροτήματα, τα οποία θα επενδύσουν επιλεκτικά στα διαφαινόμενα προσόντα τους.
4. Στις επιχειρούμενες αλλαγές περιλαμβάνεται και το τελικό συντριπτικό χτύπημα σε ό,τι είχε απομείνει από τους τρεις βασικούς πυλώνες του δημόσιου πανεπιστημίου: το δωρεάν σύγγραμμα, τη σίτιση και τη στέγαση των φοιτητών. Τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση του νέου νόμου, προβλέπεται η κατάργηση της δωρεάν διανομής και των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων. Παράλληλα, η έκταση της φοιτητικής μέριμνας παύει να προσδιορίζεται ενιαία για το σύνολο των Ιδρυμάτων. Κάθε Ίδρυμα θα αποφασίζει χωριστά και αναλόγως με τις οικονομικές του δυνάμεις για τις προϋποθέσεις παροχής δωρεάν σίτισης στους φοιτητές του. Τι σημαίνει αυτό; Πολύ σύντομα και στη βάση της αδυναμίας των πανεπιστημίων να αντεπεξέλθουν σε δαπάνες αυτού του χαρακτήρα, θα εξαφανιστούν και τα τελευταία ίχνη της δωρεάν σίτισης, στέγασης και διανομής των συγγραμμάτων.
Κάποιες διευκρινίσεις: Συνέχεια και επιτάχυνση
Οφείλουμε μια απάντηση σε ένα ερώτημα που μπαίνει συχνά: Τα μέτρα, οι ρυθμίσεις, οι αλλαγές στην εκπαίδευση ποια σχέση έχουν με την οικονομική κρίση; Θέλουμε να είμαστε ξεκάθαροι. Τα μέτρα και οι εκπαιδευτικές πολιτικές που «τρέχουν» σήμερα από το υπουργείο Παιδείας είναι επιδιώξεις, κατευθύνσεις, προσδοκίες και όνειρα των στρατηγών του κεφαλαίου, του Ευρωπαϊκού Διευθυντηρίου, του ΟΟΣΑ, των δυο αστικών κομμάτων, πολλά χρόνια πριν από την κρίση. Απλώς τώρα γίνεται προσπάθεια να υλοποιηθούν με την ευκαιρία της οικονομικής κρίσης. Αυτή η «ιερή συμμαχία» βρίσκει ευκαιρία τώρα να κάνει πραγματικότητα τα πιο νεοφιλελεύθερα όνειρά της τα οποία προβάλλει άλλοτε ως μέτρα σωτηρίας για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και άλλοτε σαν συνέπεια της οικονομικής κρίσης.
Οφείλουμε και μια διευκρίνιση: Σε καμία περίπτωση δεν υποστηρίζουμε ότι σήμερα στη χώρα μας η «δωρεάν» «δημόσια» εκπαίδευση είναι όντως «δωρεάν» και «δημόσια» ούτε ότι οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων βρίσκουν εργασία σε αυτό που έχουν σπουδάσει. Οι ιδιωτικές δαπάνες στην Ελλάδα είναι ήδη υψηλές και αντανακλούν την αγωνία των οικογενειών να αποκτήσει το παιδί τους ένα πτυχίο που ελπίζουν να το βοηθήσει να έχει ένα καλύτερο μέλλον. Ούτε υποστηρίζουμε ότι το ελληνικό πανεπιστήμιο δεν έχει ανάγκη από μεταρρυθμίσεις. Όμως η κυρίαρχη πολιτική δεν αποσκοπεί στην προστασία και την ενίσχυση της δημόσιας εκπαίδευσης, στο να αλαφρύνει οικονομικά τα νοικοκυριά, να κάνει το εκπαιδευτικό σύστημα κοινωνικά δικαιότερο και να εξασφαλίσει μόνιμη και σταθερή εργασία στους πτυχιούχους. Έχει σκοπό να διαμορφώσει ένα ευνοϊκό πεδίο επένδυσης και κερδοφορίας για το κεφάλαιο στον χώρο της παροχής «εκπαιδευτικών υπηρεσιών» και ταυτόχρονα να καταργήσει και τα τελευταία «ξέφτια» του κράτους πρόνοιας στον χώρο της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, που είναι η παροχή του δωρεάν συγγράμματος, η σίτιση και οι ελλιπείς φοιτητικές εστίες.
Η κρίση ως ευκαιρία
Πριν από δύο περίπου χρόνια, η Διαμαντοπούλου είχε συναντηθεί με τον υπουργό Έρευνας, Τεχνολογίας και Ανώτατης Εκπαίδευσης της Πορτογαλίας κ. Χοσέ Μαριάνο Γκάγκο. Λίγο μετά τη συνάντηση ο υπουργός της γειτονικής χώρας, χωρίς φιοριτούρες, έδωσε απροκάλυπτα το στίγμα των προθέσεων της κυρίαρχης πολιτικής απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου: «Η οικονομική κρίση είναι μια μοναδική ευκαιρία για αναμόρφωση της ανώτατης εκπαίδευσης. Τα υπερβολικά πολλά ιδρύματα, το χαλαρό σύστημα διοίκησής τους, η απουσία ανεξάρτητης αξιολόγησης και πιστοποίησης των ΑΕΙ και της έρευνας είναι συνήθη φαινόμενα σε πολλά ΑΕΙ. Όμως η επένδυση στην εκπαίδευση και την έρευνα είναι πολύ σημαντική για την ανάπτυξη. Στην Πορτογαλία η χρηματοδότηση είναι κυρίως κρατική. Οι φοιτητές πληρώνουν δίδακτρα που δεν ξεπερνούν το 13% των εσόδων των ΑΕΙ. Τα ΑΕΙ ενθαρρύνονται να προσελκύουν πόρους από άλλες πηγές (έρευνα, υπηρεσίες). Τα ΑΕΙ που προσελκύουν ανταγωνιστικούς πόρους πάνω από το 50% των συνολικών πόρων, αποκτούν μεγαλύτερη αυτονομία» («Η κρίση είναι μοναδική ευκαιρία για αναμόρφωση», Συνέντευξη στην "Καθημερινή" 29/6/2010 του υπουργού Έρευνας, Τεχνολογίας και Ανώτατης Εκπαίδευσης της Πορτογαλίας κ. Χοσέ Μαριάνο Γκάγκο).
Κάτω από την άσφαλτο υπάρχει νερό!
Να το πούμε καθαρά: Εδώ «πριονίζονται ρίζες! Και όποιος, χωμένος στις συστάδες των θάμνων που τον περιβάλλουν, χάνει το δάσος από το οπτικό του πεδίο, καλό είναι να κάνει ένα βήμα στα πλάγια για να δει καθαρότερα μπροστά του.
Το ΥΠΕΠΘ, ως ευαγγελιστής της αγοράς, βιάζεται να υποδυθεί τον ρόλο αυτού που γελά καλά επειδή γελά τελευταίος. Ωστόσο, κι αν τα βουνά μοιάζουν ακίνητα, οι γεωλόγοι ξέρουν καλά πως ζούμε σε μια θάλασσα στεριάς. Το εκπαιδευτικό κίνηµα οφείλει να σηκωθεί στις µύτες των ποδιών του, να διαπεράσει τα φράγµατα των µέσων µαζικής ενηµέρωσης, να συντρίψει τη ρητορική τού άδικου λόγου και να ορθώσει πύργο ατίθασο στις Σαλώµες του νεοφιλελευθερισµού που ετοιµάζεται να περιφέρει το κεφάλι της Παιδείας προσφορά στους επιχειρηματίες της γνώσης.
Όπερ έδει δείξαι.
Αν υπήρχε διαγωνισμός για εκείνους που άλλαζαν με την πιο μεγάλη μαεστρία το νόημα των λέξεων και των εννοιών, τότε το πρώτο βραβείο θα έπρεπε να απονεμηθεί στις τελευταίες ηγεσίες του υπουργείου Παιδείας. Αυτές οι ηγεσίες, βαδίζοντας στα χνάρια της επικοινωνιακής πολιτικής της κυβέρνησης του Παπανδρέου, του Παπαδήμου και της συγκυβέρνησης, δίνει τα επικοινωνιακά «ρέστα» της για να πείσει την κοινή γνώμη ότι «οι ριζικές αλλαγές που προτείνονται στην εκπαίδευση ανταποκρίνονται στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας».
Οφείλουμε να το ξεκαθαρίσουμε: Η νέα (;) πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας είναι έτοιμη να συνεχίσει από εκεί που σταμάτησε η Άννα Διαμαντοπούλου. Και είναι τυφλός όποιος δεν βλέπει ότι οι νομοθετικές ρυθμίσεις που προωθεί προς ψήφιση ο υπουργός Παιδείας με τη μορφή τού κατεπείγοντος δεν αλλάζουν την ουσία του νομοθετήματος του νόμου Διαμαντοπούλου. Ουσιαστικά η νέα τρικομματική επαναφέρει μεταλλαγμένο τον ίδιο νόμο, καθώς οι αλλαγές που προτείνονται στα Συμβούλια Διοίκησης, στις Συγκλήτους και στα Τμήματα δεν μεταβάλλουν τον χαρακτήρα της μετατροπής των ΑΕΙ σε πεδία επιχειρηματικών συμφερόντων όπου καταργούνται τα επιστημονικά αντικείμενα, καταργείται η συνταγματικά κατοχυρωμένη αυτοδιοίκηση των ΑΕΙ και προωθείται η κατάργηση της δωρεάν εκπαίδευσης.
Καθώς υπάρχει πλέον η συσσωρευμένη εμπειρία που βοηθάει να διαβάζουμε μπροστά και πίσω από τις λέξεις, καθώς γνωρίζουμε πολύ καλά ότι δεν έχει καμιά σημασία τι λέει το υπουργείο Παιδείας, αλλά, αντίθετα, σημασία έχει τι εννοεί, ας δούμε τον πυρήνα των αλλαγών που επιδιώκονται, αλλαγές που αλλάζουν το DNA των πανεπιστημίων:
1. Διαμορφώνεται νέος χάρτης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ένα μεγάλο τμήμα Σχολών και Τμημάτων θα συγχωνευθούν, άλλα θα καταργηθούν, ενώ όσα μείνουν σε τίποτε δεν θα θυμίζουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Οι προτάσεις του Εθνικού Συμβουλίου Εκπαίδευσης που θα συζητηθούν στο επόμενο διάστημα προβλέπουν τη σύσταση 12 ή 14 ανώτατων ιδρυμάτων (από 22) και την ύπαρξη 8 ή 6 ΤΕΙ (από 16) σε ολόκληρη τη χώρα.
2. Τα Πανεπιστήμια καλούνται ευθέως να «βγάλουν το ψωμί τους» μόνα τους. Το υπουργείο Παιδείας εξαναγκάζει τα τριτοβάθμια ιδρύματα «να συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις» τού «κατά Μπολόνια Ευαγγελίου», δηλαδή να υιοθετήσουν τη συμπεριφορά ιδιωτικής επιχείρησης για να βρουν νέους πόρους κρατώντας από τη μια τον δίσκο του εράνου και από την άλλη το λιβανιστήρι. Σύμφωνα με τα στρατηγικά και «επιχειρηματικά» σχέδια του υπουργείου Παιδείας, η περιστολή της δημόσιας χρηματοδότησης θα δημιουργήσει συνθήκες «δημιουργικής ανασφάλειας» στα πανεπιστήμια και θα τα υποχρεώσει να εξορθολογίσουν τη διαχείρισή τους, περικόπτοντας δαπάνες και λειτουργικά έξοδα, και να στραφούν στην αγορά σε αναζήτηση νέων πηγών εσόδων (δίδακτρα, σύνδεση με επιχειρήσεις, μετατροπή σε επιχειρήσεις πώλησης υπηρεσιών).
3. Όσες διαψεύσεις κι αν κάνει το υπουργείο Παιδείας, σε σύντομο χρονικό διάστημα, μέσα στην επόμενη τριετία, αν ευοδωθούν οι παραπάνω σχεδιασμοί, το ελληνικό πανεπιστήμιο θα επιβάλει δίδακτρα. Ναι, ας μην υπάρχει καμιά αμφιβολία. Και αυτά τα δίδακτρα δεν θα επιβληθούν τυπικά, από «πάνω», κεντρικά, αλλά από την κάθε Σχολή ξεχωριστά, στο πλαίσιο της «αυτοτέλειας», της «σύνδεσης με την κοινωνία και την οικονομία», της αλλαγής «χρηματοδοτικής κουλτούρας», της «απελευθέρωσης από τα δεσμά της δημόσιας χρηματοδότησης» και άλλων ζαχαρωμένων εκφράσεων που κάθε λίγο και λιγάκι «ξεφουρνίζει» το υπουργικό επιτελείο του Αμαρουσίου. Ουσιαστικά και τυπικά τα πανεπιστήμια μετατρέπονται σε «επιχειρήσεις», με την πλήρη έννοια του όρου, οι οποίες για να επιβιώσουν κυνηγούν διεθνώς, ανταγωνιστικά και με όλα τα θεμιτά και αθέμιτα μέσα, «φοιτητές-πελάτες». Κύριοι στόχοι τους είναι η μεγιστοποίηση του οικονομικού οφέλους, από την επίτευξη του οποίου και μόνο κρίνονται και οι διοικήσεις τους. Οι «πελάτες-φοιτητές» οφείλουν να χρηματοδοτούν οι ίδιοι τις σπουδές τους είτε από τους οικογενειακούς τους πόρους είτε δανειζόμενοι τα αναγκαία ποσά από τραπεζικά ή άλλα οικονομικά συγκροτήματα, τα οποία θα επενδύσουν επιλεκτικά στα διαφαινόμενα προσόντα τους.
4. Στις επιχειρούμενες αλλαγές περιλαμβάνεται και το τελικό συντριπτικό χτύπημα σε ό,τι είχε απομείνει από τους τρεις βασικούς πυλώνες του δημόσιου πανεπιστημίου: το δωρεάν σύγγραμμα, τη σίτιση και τη στέγαση των φοιτητών. Τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση του νέου νόμου, προβλέπεται η κατάργηση της δωρεάν διανομής και των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων. Παράλληλα, η έκταση της φοιτητικής μέριμνας παύει να προσδιορίζεται ενιαία για το σύνολο των Ιδρυμάτων. Κάθε Ίδρυμα θα αποφασίζει χωριστά και αναλόγως με τις οικονομικές του δυνάμεις για τις προϋποθέσεις παροχής δωρεάν σίτισης στους φοιτητές του. Τι σημαίνει αυτό; Πολύ σύντομα και στη βάση της αδυναμίας των πανεπιστημίων να αντεπεξέλθουν σε δαπάνες αυτού του χαρακτήρα, θα εξαφανιστούν και τα τελευταία ίχνη της δωρεάν σίτισης, στέγασης και διανομής των συγγραμμάτων.
Κάποιες διευκρινίσεις: Συνέχεια και επιτάχυνση
Οφείλουμε μια απάντηση σε ένα ερώτημα που μπαίνει συχνά: Τα μέτρα, οι ρυθμίσεις, οι αλλαγές στην εκπαίδευση ποια σχέση έχουν με την οικονομική κρίση; Θέλουμε να είμαστε ξεκάθαροι. Τα μέτρα και οι εκπαιδευτικές πολιτικές που «τρέχουν» σήμερα από το υπουργείο Παιδείας είναι επιδιώξεις, κατευθύνσεις, προσδοκίες και όνειρα των στρατηγών του κεφαλαίου, του Ευρωπαϊκού Διευθυντηρίου, του ΟΟΣΑ, των δυο αστικών κομμάτων, πολλά χρόνια πριν από την κρίση. Απλώς τώρα γίνεται προσπάθεια να υλοποιηθούν με την ευκαιρία της οικονομικής κρίσης. Αυτή η «ιερή συμμαχία» βρίσκει ευκαιρία τώρα να κάνει πραγματικότητα τα πιο νεοφιλελεύθερα όνειρά της τα οποία προβάλλει άλλοτε ως μέτρα σωτηρίας για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και άλλοτε σαν συνέπεια της οικονομικής κρίσης.
Οφείλουμε και μια διευκρίνιση: Σε καμία περίπτωση δεν υποστηρίζουμε ότι σήμερα στη χώρα μας η «δωρεάν» «δημόσια» εκπαίδευση είναι όντως «δωρεάν» και «δημόσια» ούτε ότι οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων βρίσκουν εργασία σε αυτό που έχουν σπουδάσει. Οι ιδιωτικές δαπάνες στην Ελλάδα είναι ήδη υψηλές και αντανακλούν την αγωνία των οικογενειών να αποκτήσει το παιδί τους ένα πτυχίο που ελπίζουν να το βοηθήσει να έχει ένα καλύτερο μέλλον. Ούτε υποστηρίζουμε ότι το ελληνικό πανεπιστήμιο δεν έχει ανάγκη από μεταρρυθμίσεις. Όμως η κυρίαρχη πολιτική δεν αποσκοπεί στην προστασία και την ενίσχυση της δημόσιας εκπαίδευσης, στο να αλαφρύνει οικονομικά τα νοικοκυριά, να κάνει το εκπαιδευτικό σύστημα κοινωνικά δικαιότερο και να εξασφαλίσει μόνιμη και σταθερή εργασία στους πτυχιούχους. Έχει σκοπό να διαμορφώσει ένα ευνοϊκό πεδίο επένδυσης και κερδοφορίας για το κεφάλαιο στον χώρο της παροχής «εκπαιδευτικών υπηρεσιών» και ταυτόχρονα να καταργήσει και τα τελευταία «ξέφτια» του κράτους πρόνοιας στον χώρο της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, που είναι η παροχή του δωρεάν συγγράμματος, η σίτιση και οι ελλιπείς φοιτητικές εστίες.
Η κρίση ως ευκαιρία
Πριν από δύο περίπου χρόνια, η Διαμαντοπούλου είχε συναντηθεί με τον υπουργό Έρευνας, Τεχνολογίας και Ανώτατης Εκπαίδευσης της Πορτογαλίας κ. Χοσέ Μαριάνο Γκάγκο. Λίγο μετά τη συνάντηση ο υπουργός της γειτονικής χώρας, χωρίς φιοριτούρες, έδωσε απροκάλυπτα το στίγμα των προθέσεων της κυρίαρχης πολιτικής απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου: «Η οικονομική κρίση είναι μια μοναδική ευκαιρία για αναμόρφωση της ανώτατης εκπαίδευσης. Τα υπερβολικά πολλά ιδρύματα, το χαλαρό σύστημα διοίκησής τους, η απουσία ανεξάρτητης αξιολόγησης και πιστοποίησης των ΑΕΙ και της έρευνας είναι συνήθη φαινόμενα σε πολλά ΑΕΙ. Όμως η επένδυση στην εκπαίδευση και την έρευνα είναι πολύ σημαντική για την ανάπτυξη. Στην Πορτογαλία η χρηματοδότηση είναι κυρίως κρατική. Οι φοιτητές πληρώνουν δίδακτρα που δεν ξεπερνούν το 13% των εσόδων των ΑΕΙ. Τα ΑΕΙ ενθαρρύνονται να προσελκύουν πόρους από άλλες πηγές (έρευνα, υπηρεσίες). Τα ΑΕΙ που προσελκύουν ανταγωνιστικούς πόρους πάνω από το 50% των συνολικών πόρων, αποκτούν μεγαλύτερη αυτονομία» («Η κρίση είναι μοναδική ευκαιρία για αναμόρφωση», Συνέντευξη στην "Καθημερινή" 29/6/2010 του υπουργού Έρευνας, Τεχνολογίας και Ανώτατης Εκπαίδευσης της Πορτογαλίας κ. Χοσέ Μαριάνο Γκάγκο).
Κάτω από την άσφαλτο υπάρχει νερό!
Να το πούμε καθαρά: Εδώ «πριονίζονται ρίζες! Και όποιος, χωμένος στις συστάδες των θάμνων που τον περιβάλλουν, χάνει το δάσος από το οπτικό του πεδίο, καλό είναι να κάνει ένα βήμα στα πλάγια για να δει καθαρότερα μπροστά του.
Το ΥΠΕΠΘ, ως ευαγγελιστής της αγοράς, βιάζεται να υποδυθεί τον ρόλο αυτού που γελά καλά επειδή γελά τελευταίος. Ωστόσο, κι αν τα βουνά μοιάζουν ακίνητα, οι γεωλόγοι ξέρουν καλά πως ζούμε σε μια θάλασσα στεριάς. Το εκπαιδευτικό κίνηµα οφείλει να σηκωθεί στις µύτες των ποδιών του, να διαπεράσει τα φράγµατα των µέσων µαζικής ενηµέρωσης, να συντρίψει τη ρητορική τού άδικου λόγου και να ορθώσει πύργο ατίθασο στις Σαλώµες του νεοφιλελευθερισµού που ετοιµάζεται να περιφέρει το κεφάλι της Παιδείας προσφορά στους επιχειρηματίες της γνώσης.
Όπερ έδει δείξαι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου