Το εννοούμενο «εσύ» της περίφημης ρήσης του Γκάντι, ο τελικός νικητής, δεν προϋπήρχε. Συγκροτήθηκε στην ίδια τη διαδικασία, σε έναν αγώνα που το έκανε πρώτα ορατό, μετά υπολογίσιμο και άρα σοβαρό αντίπαλο, και μετά δυνητικό νικητή. Κι αυτή η συγκρότηση είναι ήδη νίκη. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη νικήσει.
Έχει ήδη νικήσει γιατί, ό,τι κι αν δείξουν τα σημερινά αποτελέσματα και οι άμεσα επόμενες εξελίξεις, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εκείνος που πλέον ορίζει το πεδίο διεκδίκησης της πολιτικής εξουσίας, τους όρους της σύγκρουσης. Κι έχει ήδη νικήσει γιατί πολιτική είναι πλέον αυτή η σύγκρουση. Πολιτική στην Ελλάδα σήμερα είναι η σύγκρουση του «παλαιού καθεστώτος» με τη ριζοσπαστική Αριστερά. Κι όχι μόνο στην Ελλάδα. Για ολόκληρη τη σημερινή Ευρώπη ο ένας πόλος μιας αιφνιδίως παρούσας και άμεσα ορατής πολιτικής και κοινωνικής σύγκρουσης σηματοδοτείται από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Σε προηγούμενες εποχές θα αναγνωρίζαμε σʼ αυτή τη νικηφόρα διαδικασία τη συγκρότηση του επαναστατικού υποκειμένου ή της κοινωνικής τάξης «δι' εαυτήν». Ναι, ακριβώς αυτούς τους απωθημένους και «αναχρονιστικούς» όρους επανέφερε η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ στην επικαιρότητά μας, στο προσκήνιο της καθημερινής πολιτικής: τις κοινωνικές τάξεις και την επανάσταση.
Άλλωστε, τι ήταν αυτός ο απολύτως εκτεταμένος χρόνος των βιωμάτων μας μεταξύ της προηγούμενης και της σημερινής εκλογής, τι ήταν η ριζική και μέχρι εξάντλησης απαιτητική πολιτικοποίηση της καθημερινότητάς μας, τι ήταν αυτή η πέραν πάσης φαντασίας εκτίναξη των ποσοστών της ριζοσπαστικής Αριστεράς, τι ήταν η μέχρι πρότινος (και θεωρητικά ακόμη) ασύλληπτη ωριμότητα και ταξική συνειδητοποίηση των δυνάμεων της εργασίας -αλλά και της ανεργίας-, τι ήταν η τόσο εκτεταμένη συλλογική απόρριψη της δημαγωγίας του τρόμου και του εξατομικευμένου χλευασμού, τι άλλο ήταν όλα αυτά αν δεν ήταν η εμπειρία τής «εν δράσει» επαναστατικής μεταβολής;
Δυσκολευόμαστε κι οι ίδιοι να την αναγνωρίσουμε, όπως τόσο συχνά στην ιστορία δυσκολεύονται να συνειδητοποιήσουν τι συμβαίνει εκείνοι που «τους συμβαίνει», εκείνοι που βρίσκονται πιο κοντά, πιο εμπεπλεγμένοι στο συμβάν, έστω κι αν συνειδητά το επιδιώκουν. Αντιθέτως έγκαιρα, όσο και διαισθητικά, συνέλαβαν τον επαναστατικό χαρακτήρα των εξελίξεων οι αντίπαλοι: οι δυνάμεις του «παλαιού καθεστώτος», το μπλοκ της παρακμάζουσας εξουσίας, που εξίσου «έγκαιρα» επανοχυρώθηκε στο οικείο του παρελθόν τής εθνοκεντρικής και παλιννορθωτικής Ακροδεξιάς. Γι' αυτό και δίνει, έτσι όπως τη δίνει, τη σημερινή μάχη: λυσσαλέα, χωρίς προσχήματα, με κύριο μέσο τον εκφοβισμό και με επιστράτευση όλων των αστικών δυνάμεων, «εθνικών» και διεθνών -και είναι αλήθεια πως όλος ο -κατά τον αστικό (και μηντιακό) ορισμό- «πολιτισμένος κόσμος» πέρασε με ιλιγγιώδη ταχύτητα από την άγνοια στην κοροϊδία και ήδη στον πόλεμο, πως και εκείθεν ακόμα του Ατλαντικού ασχολούνται με «τον Τσίπρα».
Η επιστράτευση έφερε μάλιστα στη γραμμή πυρός όλους εκείνους τους «οργανικούς» διανοούμενος των δυνάμεων αυτών, που ενστικτωδώς διέβλεψαν τον κίνδυνο παραμονής τους στα ιδεολογικά περιβάλλοντα στα οποία τους είχε «παρασύρει» η Αριστερά ως μόνη συνεπής δημοκρατική δύναμη, ως μόνη δύναμη αντίστασης στη χούντα. Η εικόνα πολιτισμικού διχασμού που οικοδόμησε αυτή η κατηγορία για να περιθωριοποιήσει την «απολίτιστη» ριζοσπαστική Αριστερά (στης οποίας το πλάι συνειδητοποίησε τρομαγμένη πως ξύπνησε κάποιο πρωί σαν από όνειρο) είναι καλά καμωμένη. Είναι η εικόνα που εύκολα αναπαράγεται από τη χοντροκομμένη «λογική» των καναλιών, αλλά και που κολακεύει τους μετέχοντες στην πλασματική «ανωτερότητα» (μόνο αυτοί «Ευρωπαίοι»). Είναι όμως κυρίως μια εικόνα που επιτρέπει την τεχνητή απάλειψη των πραγματικών διαχωρισμών, την εμφάνιση της ταξικής διαφοράς ως ψευδοπολιτισμικής. Γιατί αν οι μετανοημένοι διανοούμενοι, που μετά βδελυγμίας αποκηρύσσουν τη ριζοσπαστική Αριστερά, σωστά διαισθάνθηκαν το πολιτικά επικαιροποιημένο διακύβευμα ως «επαναστατικό», άλλο τόσο σωστή είναι και η ιδεολογικοπολιτική τους στρατηγική που ντύνει την πραγματική (ταξική) ρήξη με μια φανταστική (πολιτισμική τάχα: τους ενοχλούμε «αισθητικά», μας δηλώνουν οι κάθε λογής Αντουανέτες).
Καλά υπολογισμένη είναι λοιπόν αυτή η πρωτόγνωρη ιδεολογική εκστρατεία και η εξάλειψη των οροθετήσεων στο εσωτερικό του μπλοκ εξουσίας του «παλαιού καθεστώτος» (όλοι αδιακρίτως και με τα ίδια «επιχειρήματα» εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ). Καλά; Όχι ακριβώς. Γιατί δεν υπολογίζει ότι κι από την άλλη πλευρά οι υποκειμενικοί όροι έχουν μεταβληθεί. Οι «καθʼ έξιν» υποτελείς, ακόμα και στον πολιτισμικά διαστρεβλωμένο διχασμό, βρίσκουν την ευκαιρία να θεμελιώσουν τη δική τους απόσταση και διαφορά από τον νεοφιλελεύθερο αστικό κόσμο, που, στα δικά τους τα μάτια, καταρρέει. Οι δυνάμεις της εργασίας, οι λαϊκές δυνάμεις (η βάση του υποτιθέμενου «λαϊκισμού», στον ιδεολογικό ορίζοντα της εκδικητικής αστικής συντήρησης), αναγνωρίζουν με εντυπωσιακή καθαρότητα τη σύγκρουση ως ταξική - και μάλλον αυτοπεποίθηση αποκτούν έτσι, παρά πτοούνται.
Για πρώτη φορά από τη μεταπολίτευση οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς έχουν σαφή ταξική συγκρότηση. Κι αυτό δίνει μια πρωτόγνωρη δύναμη στη νίκη που έχει ήδη πετύχει ο ΣΥΡΙΖΑ. Γι' αυτό «είμαστε καταδικασμένοι» να τη διασφαλίσουμε και να τη διευρύνουμε.
Έχει ήδη νικήσει γιατί, ό,τι κι αν δείξουν τα σημερινά αποτελέσματα και οι άμεσα επόμενες εξελίξεις, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εκείνος που πλέον ορίζει το πεδίο διεκδίκησης της πολιτικής εξουσίας, τους όρους της σύγκρουσης. Κι έχει ήδη νικήσει γιατί πολιτική είναι πλέον αυτή η σύγκρουση. Πολιτική στην Ελλάδα σήμερα είναι η σύγκρουση του «παλαιού καθεστώτος» με τη ριζοσπαστική Αριστερά. Κι όχι μόνο στην Ελλάδα. Για ολόκληρη τη σημερινή Ευρώπη ο ένας πόλος μιας αιφνιδίως παρούσας και άμεσα ορατής πολιτικής και κοινωνικής σύγκρουσης σηματοδοτείται από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Σε προηγούμενες εποχές θα αναγνωρίζαμε σʼ αυτή τη νικηφόρα διαδικασία τη συγκρότηση του επαναστατικού υποκειμένου ή της κοινωνικής τάξης «δι' εαυτήν». Ναι, ακριβώς αυτούς τους απωθημένους και «αναχρονιστικούς» όρους επανέφερε η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ στην επικαιρότητά μας, στο προσκήνιο της καθημερινής πολιτικής: τις κοινωνικές τάξεις και την επανάσταση.
Άλλωστε, τι ήταν αυτός ο απολύτως εκτεταμένος χρόνος των βιωμάτων μας μεταξύ της προηγούμενης και της σημερινής εκλογής, τι ήταν η ριζική και μέχρι εξάντλησης απαιτητική πολιτικοποίηση της καθημερινότητάς μας, τι ήταν αυτή η πέραν πάσης φαντασίας εκτίναξη των ποσοστών της ριζοσπαστικής Αριστεράς, τι ήταν η μέχρι πρότινος (και θεωρητικά ακόμη) ασύλληπτη ωριμότητα και ταξική συνειδητοποίηση των δυνάμεων της εργασίας -αλλά και της ανεργίας-, τι ήταν η τόσο εκτεταμένη συλλογική απόρριψη της δημαγωγίας του τρόμου και του εξατομικευμένου χλευασμού, τι άλλο ήταν όλα αυτά αν δεν ήταν η εμπειρία τής «εν δράσει» επαναστατικής μεταβολής;
Δυσκολευόμαστε κι οι ίδιοι να την αναγνωρίσουμε, όπως τόσο συχνά στην ιστορία δυσκολεύονται να συνειδητοποιήσουν τι συμβαίνει εκείνοι που «τους συμβαίνει», εκείνοι που βρίσκονται πιο κοντά, πιο εμπεπλεγμένοι στο συμβάν, έστω κι αν συνειδητά το επιδιώκουν. Αντιθέτως έγκαιρα, όσο και διαισθητικά, συνέλαβαν τον επαναστατικό χαρακτήρα των εξελίξεων οι αντίπαλοι: οι δυνάμεις του «παλαιού καθεστώτος», το μπλοκ της παρακμάζουσας εξουσίας, που εξίσου «έγκαιρα» επανοχυρώθηκε στο οικείο του παρελθόν τής εθνοκεντρικής και παλιννορθωτικής Ακροδεξιάς. Γι' αυτό και δίνει, έτσι όπως τη δίνει, τη σημερινή μάχη: λυσσαλέα, χωρίς προσχήματα, με κύριο μέσο τον εκφοβισμό και με επιστράτευση όλων των αστικών δυνάμεων, «εθνικών» και διεθνών -και είναι αλήθεια πως όλος ο -κατά τον αστικό (και μηντιακό) ορισμό- «πολιτισμένος κόσμος» πέρασε με ιλιγγιώδη ταχύτητα από την άγνοια στην κοροϊδία και ήδη στον πόλεμο, πως και εκείθεν ακόμα του Ατλαντικού ασχολούνται με «τον Τσίπρα».
Η επιστράτευση έφερε μάλιστα στη γραμμή πυρός όλους εκείνους τους «οργανικούς» διανοούμενος των δυνάμεων αυτών, που ενστικτωδώς διέβλεψαν τον κίνδυνο παραμονής τους στα ιδεολογικά περιβάλλοντα στα οποία τους είχε «παρασύρει» η Αριστερά ως μόνη συνεπής δημοκρατική δύναμη, ως μόνη δύναμη αντίστασης στη χούντα. Η εικόνα πολιτισμικού διχασμού που οικοδόμησε αυτή η κατηγορία για να περιθωριοποιήσει την «απολίτιστη» ριζοσπαστική Αριστερά (στης οποίας το πλάι συνειδητοποίησε τρομαγμένη πως ξύπνησε κάποιο πρωί σαν από όνειρο) είναι καλά καμωμένη. Είναι η εικόνα που εύκολα αναπαράγεται από τη χοντροκομμένη «λογική» των καναλιών, αλλά και που κολακεύει τους μετέχοντες στην πλασματική «ανωτερότητα» (μόνο αυτοί «Ευρωπαίοι»). Είναι όμως κυρίως μια εικόνα που επιτρέπει την τεχνητή απάλειψη των πραγματικών διαχωρισμών, την εμφάνιση της ταξικής διαφοράς ως ψευδοπολιτισμικής. Γιατί αν οι μετανοημένοι διανοούμενοι, που μετά βδελυγμίας αποκηρύσσουν τη ριζοσπαστική Αριστερά, σωστά διαισθάνθηκαν το πολιτικά επικαιροποιημένο διακύβευμα ως «επαναστατικό», άλλο τόσο σωστή είναι και η ιδεολογικοπολιτική τους στρατηγική που ντύνει την πραγματική (ταξική) ρήξη με μια φανταστική (πολιτισμική τάχα: τους ενοχλούμε «αισθητικά», μας δηλώνουν οι κάθε λογής Αντουανέτες).
Καλά υπολογισμένη είναι λοιπόν αυτή η πρωτόγνωρη ιδεολογική εκστρατεία και η εξάλειψη των οροθετήσεων στο εσωτερικό του μπλοκ εξουσίας του «παλαιού καθεστώτος» (όλοι αδιακρίτως και με τα ίδια «επιχειρήματα» εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ). Καλά; Όχι ακριβώς. Γιατί δεν υπολογίζει ότι κι από την άλλη πλευρά οι υποκειμενικοί όροι έχουν μεταβληθεί. Οι «καθʼ έξιν» υποτελείς, ακόμα και στον πολιτισμικά διαστρεβλωμένο διχασμό, βρίσκουν την ευκαιρία να θεμελιώσουν τη δική τους απόσταση και διαφορά από τον νεοφιλελεύθερο αστικό κόσμο, που, στα δικά τους τα μάτια, καταρρέει. Οι δυνάμεις της εργασίας, οι λαϊκές δυνάμεις (η βάση του υποτιθέμενου «λαϊκισμού», στον ιδεολογικό ορίζοντα της εκδικητικής αστικής συντήρησης), αναγνωρίζουν με εντυπωσιακή καθαρότητα τη σύγκρουση ως ταξική - και μάλλον αυτοπεποίθηση αποκτούν έτσι, παρά πτοούνται.
Για πρώτη φορά από τη μεταπολίτευση οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς έχουν σαφή ταξική συγκρότηση. Κι αυτό δίνει μια πρωτόγνωρη δύναμη στη νίκη που έχει ήδη πετύχει ο ΣΥΡΙΖΑ. Γι' αυτό «είμαστε καταδικασμένοι» να τη διασφαλίσουμε και να τη διευρύνουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου