Σωτήρη Μητραλέξης
Ἡ ἀνάγκη ἐξόδου ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ φάση τῆς λεγόμενης Μεταπολίτευσης καὶ τῆς μετάβασης στὸν ἑπόμενο κύκλο μὲ τὶς καλύτερες δυνατὲς συνθῆκες καὶ μὲ τὸν πλέον ἐλπιδοφόρο προσανατολισμὸ εἶναι μιὰ ἀνάγκη ποὺ προϋπῆρχε κατὰ πολὺ τῆς κρίσης, τῆς ὑπαγωγῆς μας στὸ Δ.Ν.Τ. καὶ στὸ Μνημόνιο κλπ. Ἡ ἴδια ἡ Μεταπολίτευση ἔχει ἐξαντλήσει ἐδῶ καὶ δεκαετίες τὴν βασική της θετικὴ προσφορά, ἤτοι τὴν ἀποκατάσταση τῆς πρόσβασης ἑνὸς μεγαλύτερου κομματιοῦ τῆς κοινωνίας στὰ κοινὰ μὲ ἰσότιμο τρόπο (ἀσχέτως ἂν αὐτὸ ἔγινε μὲ τὴν ἐγκαθίδρυση ἀκραῖα φαυλοκρατικοῦ ὑποστρώματος ἀπὸ τὸν Ἀνδρέα Παπανδρέου) καὶ τὴν λήξη μιᾶς ἐποχῆς ἀπόλυτης πολιτικῆς καὶ ἰδεολογικῆς ἡγεμονίας ἑνὸς σκέλους τοῦ πολιτικοῦ φάσματος, τῆς Δεξιᾶς (ἀσχέτως ἂν αὐτὸ ἔγινε μὲ τὴν ἐγκαθίδρυση ἀκραίας καὶ καταπνικτικῆς ἰδεολογικῆς ἡγεμονίας τῆς Ἀριστερᾶς, κάτι ποὺ καλούμαστε νὰ γκρεμίσουμε σήμερα- ὄχι βέβαια γιὰ νὰ «γυρίσουμε τὸ ρολόϊ πίσω» στὴν προχουντικὴ Δεξιὰ ἢ σὲ ὁποιαδήποτε ἀμιγῆ Δεξιά, ἀλλὰ γιὰ νὰ προχωρήσουμε μπροστά). Ἀπὸ κάποιο σημεῖο κι ἔπειτα ἡ Μεταπολίτευση
ἄρχισε νὰ λειτουργεῖ ὡς βαμπὶρ ποὺ ρουφᾶ τὴν ζωτικότητα καὶ τὴν μελλοντικὴ προοπτικὴ ὅλων τῶν στρωμάτων τῆς κοινωνίας πλὴν τῶν –φεουδαρχικῶν χαρακτηριστικῶν- ὀλίγων προυχόντων τῆς νέας κατάστασης (πολιτικῶν, οἰκονομικῶν, μηντιακῶν) καὶ τοῦ «στρατοῦ» τους, μὲ μόνο σκοπὸ τὴν διαιώνιση τοῦ πλέγματος ἐξουσίας.
Πολὺ ἀργότερα ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς «φάσης βαμπίρ», γύρω στὰ τέλη τῆς πρώτης δεκαετίας τοῦ 2000, ἄρχισε νὰ γίνεται ἀπόλυτα πασιφανὴς -ἀκόμα καὶ γιὰ τοὺς πολιτικὰ τυφλοὺς- ἡ σήψη καὶ ἡ σταδιακὴ διάλυση τοῦ πλέγματος ἐξουσίας, καθ’ ὅτι ὅλοι οἱ πυλῶνες του βρίσκονταν πλέον σὲ κατάρρευση, ὅπως ἔχει ξαναγραφτεῖ καὶ ξαναναλυθεῖ στὸ διαδίκτυο.
Γιὰ τοὺς παραπάνω λόγους, ἡ ἀνάλυση ποὺ ἀκολουθεῖ θὰ εἶναι ἐπίτηδες ριζικὰ ἄσχετη μὲ τὴν κρίση, τὸ μνημόνιο, τὸ PSI, τὸν Γιωργάκη, τὸν Παπαδῆμο κλπ. Προφανῶς καὶ αὐτὰ εἶναι τὰ ἐπείγοντά μας προβλήματα σήμερα, καὶ ὄχι ἄλλα. Ὅμως, δόξα τῷ Θεῷ, γι’ αὐτὰ ἔχουμε ἐπαρκῆ ἐνημέρωση, μὲ ρυθμὸ πολυβόλου. Δὲν ὑπάρχει ὅμως μόνο τὸ Μνημόνιο στὸ πολιτικὸ τοπίο τῆς Ἑλλάδας, κι ἂς ἐπισκιάζει δικαίως τὰ ὑπόλοιπα: ὧρες ὧρες μοιάζει νὰ ξεχνᾶμε ὅτι εἴχαμε καὶ ὀξύτατα πολιτικὰ ζητήματα/προβλήματα καὶ πρὶν τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 2010! Πᾶμε λοιπόν, σὲ ἕνα ἐγχείρημα νύξης μιᾶς ἐνδεχόμενης μετα-μεταπολιτευτικῆς πολιτικῆς (παρεμπιπτόντως, τονίζω ὅτι τὰ παρακάτω δὲν ἀποτελοῦν γεννήματα τῆς έμῆς κούτρας, ἀλλὰ μωσαϊκὸ προτάσεων, ἀντιλήψεων καὶ ἀναγνώσεων πολλῶν προσώπων καὶ ἀπὸ διάφορες πολιτικὲς κατευθύνσεις ἢ τοποθετήσεις -κυρίως ἀπὸ κείμενα τοῦ Νίκου Ράπτη τὸ 2008-, μὲ κοινὴ συνισταμένη ὅμως τὸν «μετα-μεταπολιτευτικό» τους χαρακτήρα):
- Ἡ ἱεράρχηση τῶν προβλημάτων τῆς χώρας καὶ τῆς πολιτικῆς εἶναι καθ’ ἑαυτὴν μιὰ πολιτικὴ θέση, καὶ γιὰ τὴν ἀκρίβεια ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ προϋπόθεση κάθε μετέπειτα πολιτικῆς θέσης. Στὴν μεταπολίτευση τὰ προβλήματα ἐτέθησαν κυρίως μὲ ὅρους ἰδεολογικοῦ ἀεροκοπανήματος ἢ ἀρένας γιὰ πολέμους ἀξιῶν (άριστεροὶ ἐναντίον δεξιῶν, εὐρωλιγούρηδες ἐκσυγχρονιστὲς ἐναντίων λαϊκιστῶν ἐθνικιστῶν, ἀντικληρικαλιστὲς ἐναντίον θεούσων κλπ κλπ, ἀντιμαχίες κατ’οὐσίαν παρα-πολιτικὲς περισσότερο παρὰ πολιτικές). Βέβαια, ἡ πρώτη ὕλη τῆς πολιτικῆς εἶναι οἱ ἰδέες- οἱ ἰδέες ὅμως οἱ σχετικὲς μὲ τὰ πραγματικὰ δεδομένα, καὶ ὄχι ἡ θέαση τῆς χώρας ὡς πολιτικου ἐργαστηρίου γιὰ ἐφαρμογὴ ποικίλων θεωρητικολογιῶν ἢ τῆς ἐμμονῆς τοῦ καθενὸς στοῦ κασίδη τὸ κεφάλι. Τὸ πολιτικὸ σύστημα δὲν ἐνδιαφέρθηκε νὰ ἀπαντήσει στὸ ἐρώτημα ἂν ὑπάρχουν ζητήματα (πέρα ἀπὸ τὸ ἄμεσα ἐδαφικό, ἐννοεῖται) τὰ ὁποῖα ὑπονομεύουν/ἀπειλοῦν τὴ δυνατότητα ἐπιβίωσης τοῦ ἔθνους-κράτους μας, τὸ ἐνδεχόμενο νὰ ὑπάρχει ἑλληνικὸ ἔθνος-κράτος μὲ παρόμοια σύνορα καὶ στὸν εἰκοστὸ δεύτερο αἰῶνα καὶ πῶς μποροῦν νὰ ἀντιστραφοῦν/ἐκμηδενιστοῦν αὐτά. Ὡς ἐκ τούτου, τρεῖς σκοτεινὲς τάσεις (σὲ ἀναλύσεις τοῦ Νίκου Ράπτη ἀλλὰ μὲ ἄλλη ἱεράρχηση, δυὸ σκοτεινὲς τάσεις) ἀφέθηκαν νὰ γιγαντωθοῦν, χωρὶς νὰ ἐνδιαφέρεται κανένας νὰ τὶς ἀντιστρέψει πολιτικά- ἢ μᾶλλον, μὲ μέριμνα τοῦ πολιτικοῦ συστήματος ὥστε νὰ γιγαντώνονται ἀκόμα περισσότερο: (α) ἡ ὑπογεννητικότητα/δημογραφικὸ πρόβλημα, (β) τὸ ζήτημα τῆς συλλογικῆς ταυτότητας (γ) τὸ περιβάλλον.
Ὅποιος θελήσει νὰ βάλει ἰδεολογικὰ πρόσημα στὰ ἄμεσα προβλήματα ἐπιβίωσης τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους-κράτους μας γιὰ νὰ τὰ ἀπορρίψει (τὸ δημογραφικὸ εἶναι «συντηρητικό», τὸ περιβαλλοντικὸ εἶναι «προοδευτικὸ») τὸ κάνει μὲ δική του εὐθύνη. Ἐμεῖς οἱ ὑπόλοιποι ἂς ἀσχοληθοῦμε μὲ τὴν πολιτικὴ ἀντιστροφὴ αὐτῶν τῶν σκοτεινῶν τάσεων.
(α) Η ΥΠΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ Ἠ ΤΟ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Ὅσο κι ἂν κάποιοι τὸ θεωροῦν «πασσέ», τὸ πρόβλημα τῆς ὑπογεννητικότητας εἶναι τὸ μεγαλύτερο ἐθνικό μας πρόβλημα. Σύμφωνα μὲ τὶς σχετικὲς μετρήσεις, τὸ 2100 οἱ ἀπόγονοι τῶν σημερινῶν Ἑλλήνων θὰ εἶναι γύρω στὰ 2,34 ἐκατομμύρια. (Νὰ σημειωθεῖ ὅτι ἐδῶ δὲν μπορεῖ νὰ «κάνει πάλι ὁ Ἕλληνας τὸ θαῦμα του»: τὰ παιδιὰ εἶναι μιὰ... χρονοβόρος διαδικασία, καὶ σὲ κάθε δεδομένη στιγμὴ εἴτε ὑπάρχουν εἴτε δὲν ὐπάρχουν- τὸ δημογραφικὸ πρόβλημα ἀνατρέπεται μὲ φοβερὴ δυσκολία καὶ προσπάθεια καὶ μόνον σὲ βάθος χρόνου). Ἕνας τέτοιος πληθυσμὸς (i) προσεγγίζει τὴν ἱστορικὴ ἐξαφάνιση (ii) εἶναι ἀδύνατον νὰ συντηρήσει κράτος μὲ τὴν ἔκταση τῆς Ἑλλάδας, προφανῶς αὐτὸ θὰ μειωθεῖ ἀναλόγως εἴτε μὲ ἀποσχιστικὲς τάσεις εἴτε μὲ παραχώρηση ἐδαφῶν (iii) εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀφομοιώσει ἐκατομμύρια μετανάστες- γίνεται νὰ ἀφομοιώσουν οἱ (πολὺ) λίγοι τοὺς (πάρα) πολλούς;
Τὸ δημογραφικὸ πρόβλημα εἶναι ἕνα πολιτικὸ πρόβλημα.
Καὶ ἄλλες χῶρες ἔχουν μεγάλο πρόβλημα ὑπογεννητικότητας (Γερμανία, Γαλλία) ἀλλὰ ἀφ’ ἑνὸς αὐτὸ δὲν μειώνει τὸ δικό μας πρόβλημα, ἀφ’ ἑτέρου αὐτὲς οἱ χῶρες ἔχουν πάρει ἐγκαίρως μέτρα τὰ ὁποῖα ἔχουν ἤδη ἀρχίσει νὰ ἀποδίδουν (εἰδικὰ ἡ Γαλλία), κάτι ποὺ ἀποδεικνύει ὅτι πρόκειται γιὰ πρόβλημα ποὺ ἐμπίπτει (φυσικὰ) στὴν ἁρμοδιότητα τῆς πολιτικῆς. Πρὶν κάποιος ἀναφωνήσει «κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἀναγκάσει τὶς γυναῖκες νὰ κάνουν παιδιά», ἂς σημειωθεῖ ὅτι σύμφωνα μὲ τὶς ἔρευνες (Greek Fertility Surveys, National Centre for Social Research) οἱ Ἑλληνίδες θέλουν νὰ κάνουν παιδιὰ ἀλλὰ δὲν μποροῦν λόγῳ τῶν συνθηκῶν καὶ τοῦ κόστους γέννησης καὶ ἀνατροφῆς παιδιῶν στὴν Ἑλλάδα! Ἡ συντριπτικὴ πλειονότητα τῶν Ἑλληνίδων θέλει νὰ γεννήσει δύο, τρία καὶ τέσσερα παιδιά, ἀλλὰ γεννᾶ ἐν τέλει μόνον ἕνα, ὑποδιπλασιάζοντας σχεδὸν τὸν πληθυσμὸ κάθε γενιᾶς. Κάθε γενιὰ γιὰ νὰ ἀναπαραχθεῖ χρειάζεται κατ’ ἐλάχιστον 2.1 («δείκτης γεννητικότητας») παιδιὰ κατὰ μέσο ὅρο ἀνὰ οἰκογένεια: ἡ ἑλληνικὴ οἰκογένεια κάνει 1-1.3, ἀριθμὸς ἐφιαλτικὰ χαμηλός. Τὰ κουκιὰ εἶναι μετρημένα: τὸ δημογραφικὸ εἶναι μία ὡρολογιακὴ βόμβα γιὰ τὴν ἱστορικὴ ἐπιβίωση τῶν Ἑλλήνων καὶ τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους-κράτους. Ἡ κατάσταση εἶναι ἀναστρέψιμη μόνον ἂν ξεκινήσουμε τώρα: εἰδάλλως τὰ στοιχεῖα τοῦ δημογραφικοῦ γραφήματος εἶναι ζοφερά. Μετὰ τὸ 2040 ἐπέρχεται «δημογραφικὴ κατάρρευση», ἀπολύτως μὴ ἀναστρέψιμη: κάθε δέκα χρόνια ὁ πληθυσμὸς θὰ μειώνεται περισσότερο ἀπὸ ἕνα ἐκατομμύριο, γιὰ νὰ φθάσουμε τὸ 2100 στὸ ἐξευτελιστικὸ 2,34 ἐκ... Ἡ λέξη «ἐπεῖγον» δὲν ἐπαρκεῖ γιὰ νὰ περιγράψει τὸ πρόβλημα. Κι ὅμως, αὐτὸ ἀπουσιάζει σχεδὸν ὁλοσχερῶς ἀπὸ τὴν πολιτικὴ ἀτζέντα σήμερα!
(β) Η ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
Ἐδῶ ἔχουμε σοβαρὸ πρόβλημα, διότι ἀφήσαμε χομπίστες τῆς πολιτικῆς νὰ «παίζουν μὲ τὰ κουμπιὰ» στὰ ἄδυτα τῶν ἀδύτων, πρὸς τέρψη τῶν πατρόνων τους, χαντακώνοντάς μας συλλογικῶς.
Δὲν ἀναφερόμαστε στὸ ζήτημα, ποιά ἀκριβῶς συλλογικὴ ταυτότητα (γραικική, ἀρχαιοελληνική, ρωμέηκη, ἰλιαδορωμέηκη, «μετακενωμένη»-δυτικοεὐρωπαϊκὴ κλπ.) – κάτι τέτοιο θὰ ἦταν «πόλεμος ἀξιῶν», φυσικὰ μᾶς ἐνδιαφέρει καὶ ἔχουμε θέση, ἀλλὰ δὲν ἀνήκει ἐδῶ. Ἀναφερόμαστε στὸ ὀξὺ πρόβλημα τῆς ἀντικατάστασης μιᾶς προβληματικῆς συλλογικῆς ταυτότητας (τὸν «ἑλληνοχριστιανισμὸ» τοῦ Παττακοῦ, ποὺ οὔτε τόσο ἑλληνικὸς ἤτανε οὔτε καὶ πολὺ ὀρθόδοξος) μὲ τὴν ἀπολύτως-καμμία, μὲ τὴν δεδηλωμένη ἢ ὑπόρρητη βεβαιότητα ὅτι οἱ συλλογικὲς ταυτότητες εἶναι «φαντασιακὲς κοινότητες» (imagined communities - Ἄντερσον, Χόμπσμπάουμ καὶ τὸ κακὸ συναπάντημα).
Γιατί αὐτὸ εἶναι πρόβλημα ἐπιβίωσης τοῦ ἔθνους-κράτους; Μά, ἕνα σύνολο χωρὶς νοηματοδότηση συλλογικῆς ταυτότητας δὲν ἔχει κίνητρο νὰ διατηρήσει τὴν ἑτερότητά του ἔναντι τῶν ἄλλων- κατ’ οὐσίαν, δὲν ἔχει κίνητρο νὰ μὴν αὐτοδιαλυθεῖ παραχρῆμα, ἁπλῶς αὐτὲς οἱ διαδικασίες διαρκοῦν στὴν πράξη (καὶ δεδομένης τῆς ἀντίστασης) περισσότερο. Ἡ μετατροπὴ τῆς χώρας σὲ γεωγραφικὸ χώρο καὶ τοῦ λαοῦ σὲ πληθυσμὸ καθιστᾶ τὸ κράτος -ἢ τὴν ἀνάγκη κράτους- ἀνυπόστατο, τοὐλάχιστον γιὰ τοὺς ὑπηκόους του (διότι ἄλλοι μπορεῖ νὰ ἔχουν συμφέροντα ἀπὸ τὴν διατήρησή του). Προφανῶς, γιὰ ἔθνος δὲν μιλᾶμε κἂν σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση, τῆς μὴ-συλλογικῆς ταυτότητας: μὰ ἀκόμα καὶ τὸ «σκέτο» κράτος χάνει τὸν λόγο ὕπαρξής του.
Ἐδῶ ἐλλοχεύει καὶ μιὰ δεύτερη τάση, ἕνας δεύτερος κίνδυνος: ὅταν τὸ ἔθνος-κράτος παραιτεῖται τῆς δυνατότητάς του νὰ ἀποδέχεται μιὰ «ἐπίσημη» ἐκδοχὴ τῆς συλλογικῆς ταυτότητας, ἢ ὅταν στὴν πράξη προτιμᾶ τὴν μὴ-ταυτότητα τῶν «φαντασιακῶν κοινοτήτων», τότε αὐτὸ τὸ κενὸ καλεῖται νὰ τὸ καλύψει ὅποιος τὸ ἐπιθυμεῖ, ἐντὸς ἢ ἐκτὸς τῆς χώρας. Καὶ σὲ ἕνα τέτοιο γεωγραφικὸ «φιλέτο», οὐκ ὀλίγοι δηλώνουν παραπάνω ἀπὸ πρόθυμοι νὰ συνδιαμορφώσουν ἐν ἀγαστῇ συνεργασίᾳ τὴν ταυτότητα τοῦ Ἕλληνα. Κραυγαλέο τὸ παράδειγμα τῆς Κύπρου, ὅπου τώρα βρίσκεται σὲ πλήρη ἀνάπτυξη ἠ «κυπριακὴ ἰδεολογία» ἀπὸ τοὺς ἔξωθεν καὶ τὸ κυβερνῶν κόμμα, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἑλληνοκύπριοι καὶ τουρκοκύπριοι συγκροτοῦν ἕνα ξεχωριστὸ ἔθνος, τοὺς Κυπρίους (σὰν νὰ λέμε ἔθνος Κρητικῶν ἢ ἔθνος Πελοποννησίων), ἐνῷ οἱ ἑλληνοκύπριοι δὲν εἶναι ὁμοεθνεῖς τῶν Ἑλλήνων. (Εἶναι πολλὰ τὰ λεφτὰ Ἄρη γιὰ τὸ «πλωτὸ ἀεροπλανοφόρο» τῶν Βρεττανῶν καὶ τοῦ Νταβούτογλου).
Γιὰ ὅσους νομίζουν πὼς σκιαμαχοῦμε μὲ ἕναν «ἐθνομηδενισμὸ» ποὺ ὑπάρχει μόνο στὸ μυαλό μας, ἂς βάλουμε κάτω τὸ πόσα κρατικὰ κονδύλια (τοῦ ἕλληνα φορολογουμένου καὶ τῶν εὐρωπαϊκῶν προγραμμάτων γιὰ τὴν «σύγκλιση» τῆς Ἑλλάδας) ἔχουν πέσει στὴν μεταπολίτευση σὲ προγράμματα ἢ ἀνθρώπους ποὺ ἐμφοροῦνται ἀπὸ τὸν «ἀντιεθνικισμὸ τῶν φαντασιακῶν κοινοτήτων», ἢ τὸ ποιές θέσεις κατέχονται ἀπὸ ποιούς στὸ πλέγμα πολυποίκιλης ἐξουσίας τῆς Ἑλλάδας τῆς μεταπολίτευσης. Καὶ ἐπειδὴ «ἀπὸ τοὺς καρπούς των τοὺς γνωρίζετε», ἂς ἀναλογιστεῖ ὁ καθένας ξεχωριστὰ τὰ ἀποτελέσματα αὐτῶν τῶν δράσεων.
(Νὰ θυμόμαστε καὶ τὶς δόξες τοῦ Θάνου Βερέμη ἐπὶ κυβερνήσεως ΝΔ: τί πρόεδρος στὸ Ἐθνικὸ Συμβούλιο Παιδείας, τί τό’να, τί τ’ ἄλλο- τὰ πῆρε ὅλα κι ἔφυγε.) Εἶναι ἢ δὲν εἶναι ἠ ἐκδοχὴ ἐπιστήμης ποὺ καταγράφει καὶ προωθεῖ τὸ ΕΛΙΑΜΕΠ ἡ ἑξῆς, ὅτι ὑφίσταται ἡ σωστὴ/ἐπιστημονικὴ/προοδευτικὴ ἀντίληψη περὶ «φαντασιακῶν κοινοτήτων» τῶν Ἄντερσον καὶ βεβαίως Χόμπσμπάουμ ἀπὸ τὴ μία, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη βρίσκονται ὅσοι δὲν δέχονται αὐτὸν τὸν ὁρισμό, οἱ ὁποῖοι εἶναι ὅλοι συλλήβδην «ἐθνικιστές»; Βρίσκονται ἢ δὲν βρίσκονται σὲ αὐτὸ τὸ πνευματικὸ κλίμα ὁ ἄρχων τοῦ τμήματος Ἱστορίας τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Λιάκος, ἡ Ρεπούση τοῦ βιβλίου τῆς ΣΤ΄ δημοτικοῦ καὶ τοῦ «τομέα παιδείας» τοῦ Κουβέλη, ἡ Κουλούρη τοῦ πανεπιστημίου Πελοποννήσου καὶ τοῦ Joint History Project γιὰ τὰ Βαλκάνια (ἐπίσημοι χορηγοί: USAID, Coca Cola κλπ κλπ), ἡ περίφημη καθηγήτρια Δραγώνα καὶ ἡ διαβόητη καθηγήτρια Φραγκουδάκη τοῦ «ἰδεολογικοῦ πειθαναγκασμοῦ» καὶ τῆς «παιδαγωγικῆς βίας» τῶν πάλαι ποτὲ ἀναγνωστικῶν τοῦ δημοτικοῦ σχολείου; (Ἡ μαζικὴ παραγωγὴ «εὐπειθῶν» διδακτόρων πολὺ πέρα ἀπὸ τὰ ὄρια τῶν κανονισμῶν στὰ χρόνια τῆς μεταπολίτευσης, μέχρι καὶ σήμερα, θὰ ἦταν κωμικὴ ἂν δὲν ἦταν τραγική. Ἕνας ὁλόκληρος στρατός). Μιὰ σοβαρὴ μελέτη τῆς στελέχωσης τοῦ Παιδαγωγικοῦ Ἰνστιτούτου καθὼς καὶ τοῦ διαμοιρασμοῦ τῶν κονδυλίων στὸν «χῶρο τοῦ πολιτισμοῦ» στὴν Μεταπολίτευση θὰ φανέρωνε πολλά, τὰ ὁποῖα ὅμως λίγο πολὺ τὰ ξέρουμε ἢ τὰ φανταζόμαστε, χωρὶς βέβαια νὰ τολμήσουμε νὰ διανοηθοῦμε τὴν ἔκτασή τους..
Φυσικά, τὸ κράτος δὲν βγάζει ἕνα φιρμάνι συλλογικῆς ταυτότητας ἐρήμην ἢ καὶ σὲ βάρος τῆς κοινωνίας καὶ πάει ἔληξε. Παράλληλα ὅμως ἔχει μεγάλη σημασία τὸ ποιά συλλογικὴ ταυτότητα «ἀποδέχεται», ὁσοδήποτε παθητικὰ ἢ λιγώτερο παθητικά, τὸ κράτος- δὲν ὐπάρχει παιδεία (καὶ ὄχι μόνο) σὲ «ἰδεολογικὸ κενό».
Τώρα, γιὰ τὰ ἐπιμέρους ζητήματα τῆς συλλογικῆς ταυτότητας, γιὰ τὸ ποιά εἶναι ἠ «ἀληθινή» μας συλλογικὴ ταυτότητα (π.χ., τὰ Σκόπια ἐπιχειροῦν νὰ ἀποκτήσουν συλλογικὴ ταυτότητα, μὰ αὐτὴ δὲν εἶναι μὲ κανέναν τρόπο ἀληθινὴ) συνεκτιμῶνται ποικίλοι παράγοντες. Τὸ νὰ μαζευτοῦμε καὶ νὰ προσπαθεῖ νὰ πουλήσει ὁ καθένας μας τὴν ἰδεολογική του πραμάτεια δὲν εἶναι πολιτική, ἀλλὰ χόμπι καὶ μάλιστα τοῦ ἐπιβλαβοῦς εἴδους. (Ἂς σημειωθεῖ βέβαια μιὰ προσωπική μου ἄποψη, ὅτι δὲν κάνουμε χαΐρι οὔτε μὲ τὸν μεταπρατισμὸ καὶ τὴν μετακένωση, ὅπου ὕψιστος ἐθνικὸς στόχος εἶναι νὰ ἐρχόμαστε... δεύτεροι, οὔτε μὲ μιὰ ἀποκλειστικὴ ἀρχαιολαγνεία διακτινισμοῦ 2.500 χρόνια πρίν, ἡ ὁποία συναγωνίζεται σὲ κιβδηλία τὴν σκοπιανὴ παραχάραξη, καίτοι μὲ ἄλλους ὅρους). Μὴν ξεχνᾶμε βέβαια πὼς ὅταν ὀξύνονται οἱ ὑλικὲς ἀνάγκες τοῦ λαοῦ, συμπαρασέρνουν σὲ ὄξυνση καὶ τὰ ζητήματα ἀξιῶν ἢ ταυτὀτητας.
Ὅμως ὑπάρχει ἕνα δεύτερο ζήτημα, τὸ ὁποῖο ἂν καὶ μοιάζει μὲ ζήτημα ἀξιῶν ἢ προτιμήσεων, λόγῳ τῆς ἔκτασής του καθίσταται ζήτημα ἐπιβίωσης. Τὸ πρόβλημα ξεκινᾶ μὲ τὴν φαντασίωση τῶν ξένων στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰῶνα, κυρίως τῶν κυβερνησάντων Βαυαρῶν, μιᾶς Ἑλλάδας ἀπ’ εὐθείας συνεχίζουσας τὴν κλασσικὴ Ἀθήνα, (ἡ ἐνοχλητικὴ παρεμβολὴ 2.500 χρόνων μὲ ὅλες τὶς μετεξελίξεις ποὺ περιεῖχαν μπορεῖ νὰ περιθωριοποιηθεῖ) μὲ πρωτεύουσα τὴν Ἀθήνα (ἕνα προβατοχωριὸ τότε), κίονες, μόνο χλαμύδες δὲ μᾶς ἔβαλαν. Πρόθυμοι συνεργάτες, ἕνα κομμάτι τῆς τότε ἑλληνικῆς διανόησης ἐμπνεόμενο ἀπὸ τὸν Κοραῆ κυρίως, τὸ ὁποῖο μετὰ τὴν δολοφονία τοῦ Καποδίστρια κατ’ οὐσίαν στελέχωσε τὶς κρίσιμες δημόσιες θέσεις τοῦ νέου κράτους ὑπὸ τὴν πεφωτισμένη ἡγεσία τῶν Βαυαρῶν. Σὲ κάθε περίπτωση, αὐτὴ ἠ τάση προχώρησε σὲ δύο κατευθύνσεις: μία ἀπόληξή της, ἠ πιὸ μετριοπαθής, κατέληξε κρατικὴ ἰδεολογία, μία ἄλλη ὅμως αὐτονομήθηκε, συνάντησε κάπου τὸν νεοπαγανισμὸ καὶ τὴν ἀρχαιολατρεία, μετεξελίχθηκε καὶ ριζοσπαστικοποιούμενη πέρασε στὴν ὑπο-κουλτούρα. Ποιό εἶναι τὸ πρόβλημα σὲ ὅλο αὐτό; Πὼς σὲ συνάρτηση μὲ (i) τὸν μηδενισμό, (ii) τὴν ἐξατομίκευση (ἄρα, καὶ τὴν ἐξατομίξευση τῆς αὐτονοηματοδότησης), (iii) στὴν ἀνόσια συμμαχία τῆς τάσης μὲ κομμάτι τῆς ἀθεϊστικῆς-διαφωτιστικῆς τάσης (ἀφοῦ συντάσσονται στὴν ἀποστροφὴ γιὰ τοὺς χριστιανοὺς καὶ τὸ «βυζάντιο» καὶ στὴν ἀναγωγὴ στὸ «καθαρὸ» ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πνεῦμα) καὶ (iv) τὴν κρίση τοῦ χριστιανισμοῦ στὴν Ἑλλάδα, αὐτὴ ἡ τάση γιγαντώνεται συνεχῶς καὶ γίνεται πιὸ ἐπιθετικὴ (μόττο: οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες εἶχαν τὸ φῶς, μετὰ ἦρθαν οἱ Ἑβραιοχριστιανοὶ καὶ τό’σβησαν μὲ τὴ βία, νὰ διώξουμε τοὺς Ἑβραιοχριστιανοὺς καὶ νὰ ἀναχθοῦμε στὸ ἀρχαῖο ἀθάνατο φῶς), κάτι ποὺ διαπιστώνουμε διαρκῶς στὸ διαδίκτυο, ὑφίσταται ρεαλιστικὸς κίνδυνος αὐριανοῦ-μεθαυριανοῦ ἐθνικοῦ διχασμοῦ ἀνάμεσα σὲ «χριστιανοέλληνες» καὶ «ἀρχαιοέλληνες», σὲ «μεταβυζαντινοὺς» καὶ «νεοπαγανοκλασσικούς». Μπορεῖ νὰ βρίσκετε τὸν φόβο μου ὑπερβολικό, μὰ δηλώνω πεπεισμένος: τὰ γεγονότα δείχνουν πὼς ὁ σπόρος γιὰ ἕνα τέτοιο ἐνδεχόμενο (δηλαδὴ μελλοντικοῦ γενικευμένου διχασμοῦ τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, ὄχι γιὰ ἰδεολογικὲς ἢ ἄλλες διαμάχες μεμονωμένων ὁμάδων) εἶναι καλὰ φυτεμένος καὶ χρειάζεται ἁπλῶς τὸν χρόνο του γιὰ νὰ ἀνθίσει τὰ «ἄνθη τοῦ κακοῦ». Ἂν κάτι τέτοιο συμβεῖ, θὰ εἶναι διχασμὸς πολὺ πιὸ βαθὺς καὶ δυνατὸς ἀπὸ τὸν «ἐθνικὸ διχασμὸ» τοῦ 20οῦ αἰῶνα, καὶ ἴσως ἀποδειχθεῖ ἐθνοκτόνος ὅσο τίποτε ἄλλο- δὲν νομίζω ὅτι ὁ ἑλληνισμὸς θὰ ἀντέξει ἕναν τέτοιο γενικευμένο διχασμό. Κάτι τέτοιο προλαμβάνεται μὲ μακρόπνοη πολιτική: εἶναι δουλειὰ καὶ εὐθύνη τῆς σοβαρῆς πολιτικῆς μὲ ὅραμα (καὶ ὄχι τῆς διαχειριστικῆς ἐκδοχῆς της) νὰ προβλέπει τέτοιες ἐξελίξεις καὶ δέκα καὶ εἴκοσι καὶ πενῆντα χρόνια πρὶν συμβοῦν, καὶ νὰ δρᾶ προληπτικὰ κατὰ ἀνάλογο τρόπο. Ὅταν δὲν τὸ κάνει, εἶναι ὑπόλογη.
(γ) ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Ὅσο κι ἂν αὐτὸ δὲν ταιριάζει μὲ τὶς ἰδεολογικὲς ἀποσκευὲς ἢ τὶς πολιτικὲς συνήθειες πολλῶν, τὸ περιβάλλον, ἡ καρατζαφέρεια «πρασινάδα», εἶναι ὁ τρίτος πυλώνας ἐπιβίωσης τῆς χώρας ποὺ ἀπειλεῖται. Αὐτὸ δὲν σχετίζεται μόνο μὲ τὴν ἀνεξάλειπτη εὐθύνη μας ἀπέναντι στὸν χιλιάδων ἐτῶν τρόπο τοῦ ἑλληνικοῦ τοπίου. Σχετίζεται καὶ μὲ πιὸ πρακτικὰ ζητήματα: τὸ ζήτημα τῶν πρώτων ὑλῶν, τὸ ζήτημα τῆς ἀγροτικῆς παραγωγῆς (ὡς γνωστόν, δὲν θὰ συνεχίσουμε νὰ εἰσάγουμε ὅλα τὰ βασικὰ ἀγροτικὰ προϊόντα ἀπὸ τὸ ἐξωτερικὸ ἐπ΄ ἄπειρον, ὁπότε ἂς ἑτοιμαζόμαστε), τῆς κτηνοτροφίας καὶ ἀλιείας, τὸ ζήτημα τοῦ πόσιμου νεροῦ (!),τῆς μόλυνσης-ρύπανσης, τῆς «ἐρημοποίησης», τῆς θερμοκρασίας (αὐτὴ δὲν ἐξαρτᾶται μόνο ἀπὸ γενικώτερους πλανητικοὺς παράγοντες, ἀλλὰ καὶ π.χ. ἀπὸ τὸ πόσα δέντρα ὑπάρχουν στὴν Πάρνηθα, σχετικὰ μὲ τὸ λεκανοπέδιο Ἀττικῆς κλπ.) - μὲ ἄλλα λόγια, στὴν μετατροπὴ τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου σὲ μὴ βιώσιμο τόπο.
Πατριωτισμὸς εἶναι νὰ φροντίσεις ὥστε νὰ παραδόσεις τὴν χώρα στὴν ἑπόμενη γενιὰ μὲ τὰ βασικὰ/δομικά της στοιχεῖα ἀναλλοίωτα. Τὸ περίφημο «τὴν πατρίδα οὐκ ἐλάττω παραδώσω» δὲν ἀναφέρεται μόνο στὰ ἐδαφικὰ σύνορα: τὸ φυσικὸ περιβάλλον, τὸ ἑλλαδικὸ τοπίο, οἰ φυσικοὶ πόροι, οἱ θάλασσες καὶ τὰ δάση ἐμπίπτουν ἐπίσης στὸν Ὅρκο. Στὴν σημερινὴ «ἐμπόλεμη κατάσταση» δὲν ἀπειλεῖται τὸ περίγραμμα τῆς χώρας, τὰ σύνορά της, ἀλλὰ τὸ σῶμα της- τὸ περιβάλλον, δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ μᾶς περιβάλλει. Τί πατριωτισμὸς εἶναι αὐτός, ὁ ὁποῖος δὲν μεριμνᾶ γιὰ τὸ σῶμα τῆς χώρας ;
Πέραν τούτου, τὰ προβλήματα ἱεραρχοῦνται καὶ μὲ βάση τὴν ἀναστρεψιμότητα τῶν καταστροφῶν. Ἡ σημερινὴ Ἑλλάδα ἔχει αὐτοχειριακὴ συμπεριφορά: μοιάζει νὰ προσπαθεῖ νὰ αὐτοκαταστραφεῖ σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα- στὸ οἰκονομικό/δημοσιονομικό, ἐκπαιδευτικό, ἀμυντικό, περιβαλλοντικό, πολιτιστικὸ ἐπίπεδο, στὸ ἐπίπεδο τῆς κοινωνικῆς συνοχῆς, στὸ ἐπίπεδο τῆς ταυτότητας καὶ πάει λέγοντας. Δὲν ἔχουμε ἐνδείξεις ὅτι αὐτὴ ἡ πορεία θὰ ἀναχαιτιστεῖ σύντομα, ὑπάρχουν ὅμως δύο ἐνδεχόμενα: ἢ ἡ πορεία θὰ συνεχισθεῖ ὡς ἔχει, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἱστορικὴ ἐξαφάνιση τοῦ ἑλληνισμοῦ (δημογραφικά, διὰ τῆς σταδιακῆς ἐξαφανίσεως/ ἀπισχνάνσεως ἢ διὰ πολέμου) ἀλλὰ καὶ τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου ὅπως τὸν γνωρίζουμε, ἢ ὅταν πιάσουμε –πραγματικὰ- πάτο θὰ ἀποφασίσουμε νὰ ἀνακάμψουμε μὲ ὅλες μας τὶς δυνάμεις, ὁσοδήποτε μόχθο κι ἂν αὐτὸ χρειαστεῖ. Ἂν ἀναλογισθοῦμε τὸ δεύτερο σενάριο, καταλαβαίνουμε γιατί τὸ περιβαλλοντικὸ πρόβλημα ἀποτελεῖ ζήτημα πατριωτισμοῦ καὶ ἐθνικὸ θέμα: στὴν περίπτωση ποὺ κληροδοτήσουμε στὶς ἑπόμενες γενεὲς ἕνα φρικαλέο σύστημα παιδείας (καλὴ ὥρα), αὐτὲς μποροῦν ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ νὰ τὸ ἀλλάξουν, ὄχι φυσικὰ χωρὶς κόπο, ἂν καὶ ὅταν ἀποφασίσουν οἱ Ἕλληνες νὰ σοβαρευτοῦν. Ἂν ὅμως κληροδοτήσουμε μιὰ Ἑλλάδα μὲ ἐλάχιστες βροχοπτώσεις ἀλλὰ πολλὲς πλημμῦρες, συχνώτερους καὶ ἐντονώτερους καύσωνες μὲ μεγαλύτερη διάρκεια, λειψυδρία, μηδενικὲς δασικὲς ἐκτάσεις καὶ κλῖμα Βορείου Ἀφρικῆς... Παραλάβαμε μιὰ χώρα τὴν ὁποία ὅλοι προσλαμβάνουμε, ἀπὸ ἄποψη φυσικῆς ὀμορφιᾶς, ὡς εὐλογία καὶ κάνουμε τὰ πάντα γιὰ νὰ τὴν μετατρέψουμε σὲ κόλαση. Ὅπως γράφει καὶ ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης στὰ Δημόσια καὶ τὰ Ἰδιωτικά: «ἕνα τοπίο δὲν εἶναι, ὅπως τὸ ἀντιλαμβάνονται μερικοί, κάποιο ἁπλῶς σύνολο γῆς, φυτῶν καὶ ὑδάτων. Εἶναι ἡ προβολὴ τῆς ψυχῆς ἑνὸς λαοῦ ἐπάνω στὴν ὕλη» (Τὰ δημόσια καὶ τὰ ἰδιωτικά, σ. 8.). Αὐτὸ τὸ τοπίο σήμερα κινδυνεύει νὰ χαθεῖ διὰ παντός. Ὡς ἐκ τούτων, τὸ περιβαλλοντικὸ ζήτημα εἶναι πραγματικὰ ἐθνικὸ θέμα.
Στὴν ἐπικεφαλίδα «περιβάλλον» θὰ προσθέσω καὶ τὴν ἀνάγκη ριζοσπαστικῆς ἀποκέντρωσης: ἕνα κράτος μὲ τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς Ἑλλάδας καὶ μὲ τὸν μισό του πληθυσμὸ συγκεντρωμένον στὴν πρωτεύουσα εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐπιβιώσει μακροπρόθεσμα- τόσο ἁπλᾶ.
ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΑΝΑΣΤΡΟΦΗ
Ἐπείγει ὅσο τίποτε ἄλλο ἡ ἀναστροφὴ αὐτῶν τῶν σκοτεινῶν τάσεων. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνει:
(α) Μὲ τὴν ἀναδιάταξη τῶν προτεραιοτήτων πρὸς τὴν κατεύθυνση τῆς γυναίκας, τῶν νέων, τῆς νέας ἑλληνικῆς οἰκογένειας. Μὲ κίνητρα γιὰ τὶς γεννήσεις καὶ κυρίως σὲ νεαρὴ ἡλικία, δραστικὴ μείωση τοῦ κόστους τῆς κύησης, πραγματικὴ ἰσότητα, σωστὴ ἐφαρμογὴ τῆς ἄδειας μητρότητας σὲ δημόσιο καὶ ἰδιωτικὸ τομέα, ἀποθάρρυνση τῶν ἀμβλώσεων, ἐνίσχυση τῆς ὑποβοηθοῦμενης ἀναπαραγωγῆς, ἔμπρακτη ὑποστήριξη τῶν πολυτέκνων, ἀνάπτυξη τῆς βρεφονηπιακῆς ἐκπαίδευσης. Ἐπανεφεύρεση τοῦ «δημοσίου χώρου», σωστὲς παιδικὲς χαρὲς καὶ πάρκα, πολεοδομία μὲ ἐπίκεντρο τὴν εὐημερία τοῦ παιδιοῦ, ἐπαναδιεκδίκηση τῆς πρότυπης ἐκπαίδευσης ἀπὸ τὸ δημόσιο σχολεῖο. Τακτικὴ πρωτοβάθμια ὑγιειονομικὴ περίθαλψη.(Μὴν ξεχνᾶτε, σύμφωνα μὲ τὶς ἔρευνες οἱ ἑλληνίδες ἤδη θέλουν ἀρκετὰ παιδιά, ἁπλῶς πιστεύουν ὅτι δὲν μποροῦν νὰ τὰ μεγαλώσουν!)
(β) Μὲ τὴν ἀκύρωση κάθε κρατικῆς στήριξης στὴν περαιτέρω ἐξάπλωση τοῦ ρητοῦ ἢ ὑπόρρητου ἰδεολογήματος τῶν «φαντασιακῶν κοινοτήτων» καὶ τῶν ἐφαρμογῶν του στὴν διαμόρφωση τῆς συλλογικῆς ταυτότητας, στὴν παιδεία, στὴν ἄμυνα, στὴν ψυχαγωγία. Συλλογικὴ πολιτικὴ προσπάθεια ἐθνικῆς αὐτογνωσίας, ὄχι ἐπιβολὴ «ἕτοιμης» ἰδεολογίας γιὰ τὸ ἔθνος.
(γ) Μὲ τὴν περιβαλλοντικὴ ἀναδιάταξη τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου, καὶ στὸ πλαίσιο τῆς πόλης (ἐξωραϊσμὸς τοῦ ἀστικοῦ χώρου, κάθετη δόμηση, κυψέλλες πρασίνου στὴν πόλη- ὄχι καχεκτικῶν δεντρυλλίων, «πράσινος» δημόσιος χῶρος, προώθηση τῶν μέσων μαζικῆς συγκοινωνίας καὶ τοῦ ποδηλάτου, μερικὴ ἢ ὁλικὴ ἀπαγόρευση τῶν αὐτοκινήτων στὸ κέντρο τῶν μεγάλων πόλεων, ἀποτελεσματικὴ προστασία τῆς ὑγιεινῆς τοῦ δημοσίου χώρου, εἰσαγωγὴ τῆς περιβαλλοντικῆς συνείδησης στὴν ἐκπαίδευση) καὶ στὸ εὐρύτερο πλαίσιο (χαλινὸς στὴν αὐθαιρεσία τῶν κατασκευαστικῶν ἑταιρειῶν, σακάτεμα τῆς «διαπλοκῆς τῶν πυρκαγιῶν», προστασία τῆς χλωρίδας καὶ πανίδας, κρατικὴ ἀντίσταση σὲ κάθε εἴδους μόλυνση –εἰδικὰ βέβαια τὴν μεγάλης κλίμακος-, ἠχορρύπανση, ὑπερβολικῆς ἠλεκτρομαγνητικῆ ἀκτινοβολία καὶ ἐπισφάλεια τοῦ πόσιμου νεροῦ). Νομίζω ὅτι δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι κανεὶς τέρας πολιτικῆς γιὰ νὰ καταλάβει πὼς αὐτὴ ἡ ἱστορία μὲ τὶς «ἀσύμμετρες» πυρκαγιὲς κάθε καλοκαίρι χρειάζεται μόνο πολιτικὴ βούληση καὶ πυγμὴ γιὰ νὰ σταματήσει, καὶ δὲν ἀναφέρομαι στὴν κατάσβεση τῶν πυρκαγιῶν ἀλλὰ στοὺς αὐτουργούς τους καὶ στὴν μετέπειτα ἐκμετάλλευση τοῦ τόπου τοῦ κάποτε δάσους. Ἐπείγει νὰ σταματήσει ΤΩΡΑ, εἶναι ζωτικῆς σημασίας.
(δ) Μὲ τὴν ριζοσπαστικὴ ἀποκέντρωση καί, μακροπρόθεσμα, μὲ ἕνα σύστημα τύπου ἑλβετικῶν καντονίων (τὰ ὁποῖα, παρεμπιπτόντως, ἐφηῦρε ὁ Καποδίστριας). Προσεγγίζουμε ἔτσι κάπως τὸν κοινοτισμό, ὁ ὁποῖος ὡς ἡ κατ’ ἐξοχὴν πολιτειακὴ ὀργάνωση τοῦ Ἕλληνα λόγῳ τῶν ἱστορικῶν ἐθισμῶν του ἴσως, παράλληλα μὲ τὴν ἐνίσχυση τῶν γεννήσεων, νὰ δώσει μιὰ νέα δημιουργικὴ ὤθηση στὸ ἔθνος.
Ξαναλέω: ὅσοι «ξινίζουν» μὲ τὸ ἕνα ἢ τὸ ἄλλο πρόταγμα λόγῳ τῶν ἰδεολογικῶν τους ἀποσκευῶν, τὸ κάνουν μὲ δική τους εὐθύνη- τὴν ὁποία καλὸ θὰ ἦταν νὰ κατανοήσουν.
ΡΙΖΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ: ΝΕΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ
Ἡ ἐπανίδρυση τοῦ ἐν Ἑλλάδι πολιτικοῦ συστήματος συνεπάγεται Νέο Σύνταγμα.
Ἕνα Σύνταγμα πού:
(α) θὰ ἐγκαθιδρύει τὴν πλήρη διάκριση τῶν ἐξουσιῶν. Ἐκλογὴ τῆς δικαστικῆς ἐξουσίας ἀπὸ τοὺς δικαστές.Ἡ ἐκτελεστικὴ ἐξουσία καὶ ἡ Βουλὴ θὰ προκύπτουν ἀπὸ ἀνεξάρτητες ἐκλογές. Ἀσυμβίβαστο βουλευτῆ καὶ ὑπουργοῦ, φυσικά.
(β) θὰ πραγματοποιεῖ στὴν οὐσία τους τὰ δικαιώματα τῆς ἱσονομίας, ἰσηγορίας, τοῦ ἐκλέγεσθαι. Πραγματικὴ ἰσότητα ἀπέναντι στὸν νόμο, χωρὶς ἀσυλία γιὰ στελέχη τοῦ πολιτικοῦ συστήματος. Συνταγματικὴ θεσμοθέτηση μικροῦ μεγέθους ἐκλογικῶν περιφερειῶν, ὥστε διὰ τῆς σμίκρυνσης τοῦ πεδίου δράσης τοῦ πολιτικοῦ χρήματος καὶ τῆς τηλεοπτικῆς «ἀναγνωρισιμότητας» (καὶ τῆς σχέσης τῶν δύο τελευταίων) νὰ λάβει χώρα ἡ ἀποκατάσταση τοῦ ἐκλέγεσθαι στὸ ἐπίπεδο τῶν πολιτῶν. Θεσμοθέτηση «ἀγρανάπαυσης» ἀνάμεσα σὲ πολλὲς βουλευτικὲς θητείες.
(γ) θὰ ἀποκλείει προγραμματικὰ τὸ ἐνδεχόμενο ἐκφυλισμοῦ τοῦ πολιτεύματος τῆς Κοινοβουλευτικῆς Δημοκρατίας σὲ κομματοκρατία, καὶ κομματοκρατικὴ ὀλιγαρχία, μὲ ἀντίστοιχες προβλέψεις.
(δ) θὰ φροντίζει γιὰ τὴν παλιννόστηση τῶν ραδιοτηλεοπτικῶν συχνοτήτων στὸ Δημόσιο, στὸ Κοινόν, καὶ ὄχι στὴν ἀνεξέλεγκτη αὐθαιρεσία τοῦ κάθε παρανόμου. Ἡ λειτουργία τῶν ΜΜΕ εἶναι κομμάτι τῆς εὐρύτερης παιδείας καὶ ὡς τέτοιας θὰ πρέπει νὰ τῆς τίθενται οἱ ἀνάλογοι σύννομοι περιορισμοί.
(ε) θὰ ἐγκαθιδρύει σχέσεις Ἐκκλησίας καὶ Κράτους στὸ μοντέλο τῆς Κύπρου (καὶ ὄχι βέβαια τῆς... Γαλλίας, ὅπως ὀνειρεύονται μερικοὶ στὸν ξύπνιο τους), ὅπου ὑφίσταται χωρισμὸς Ἐκκλησίας καὶ Κράτους, γιὰ νὰ λήξει ἐπιτέλους αὐτὴ ἡ γελοία συζήτηση.
Ἔχει νόημα νὰ τεθεῖ ὠς συμβολικὸς καὶ οὐσιαστικὸς ὁρίζοντας γιὰ αὐτὰ τὰ πολιτικὰ προτάγματα τὸ 2021, ἡ ἐπέτειος τῆς ἐθνικῆς μας παλιγγενεσίας. Καὶ νὰ κατοχυρώσουμε, στὸ βαθμὸ ποὺ περνάει ἀπ’ τὸ χέρι μας, τὴν συνέχεια τῆς πορείας τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους –κράτους, τοῦ τρέχοντος κελύφους τοῦ ἑλληνισμοῦ, καὶ στὸν 22ὸ αἰῶνα- ποὺ δὲν θὰ ζήσουμε νὰ τὸν δοῦμε ἐμεῖς, ἀλλὰ τὰ παιδιὰ ἢ τὰ ἐγγόνια μας. Γιὰ ἐκεῖνα νὰ παλέψουμε, ὄχι γιὰ τὰ τομάρια μας. Ἀλλὰ νὰ μὴν τὰ λέμε μόνο. Νὰ τὰ κάνουμε κιόλας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου