Ανοικτή επιστολή της Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη* προς την κυρία Christine Lagarde, επικεφαλής του ΔΝΤ ( σχετικά με τη δήλωσή της ότι «οι Έλληνες δεν πληρώνουν φόρους»)
"Αγαπητή Κυρία Christine Lagarde,
Σε πείσμα του άκρως προσβλητικού ύφους σας, για την Ελλάδα και τους Έλληνες, όπως αυτό εμπεριέχεται στη δήλωσή σας, με βάση την οποία ο οικτρά δοκιμαζόμενος ελληνικός λαός «δεν πληρώνει φόρους» και γι αυτό εσείς « δεν έχετε συμπάθεια γι αυτόν, αλλά για τα παιδιά του Νίγηρα», θέλω να πιστεύω ότι είστε θύμα κακής πληροφόρησης.
Και τούτο, γιατί οι μακρόχρονες και στενές σχέσεις μου με τη Γαλλία, τα Πανεπιστήμιά της και τους οικονομολόγους συναδέλφους μου, καθώς και η βαθιά μου εκτίμηση, ο θαυμασμός και η αγάπη που τρέφω για το γαλλικό λαό, την ιστορία του και τον πολιτισμό του, αναζητούν εναγωνίως κάποιες δικαιολογίες για το πώς και για το γιατί, εσείς, παρά την επίσημη θέση που κατέχετε, επιτρέψατε ωστόσο στον εαυτό σας να λησμονήσει ότι απευθύνεται σε ισότιμο μέλος της ΕΕ-ευρωζώνης.
Να προσθέσω, ακόμη, ότι η ηθική συμπαράσταση που δέχεται η Ελλάδα, σε καθημερινή βάση, από πολυάριθμους Γάλλους διανοούμενους, σπουδαστές, αναλυτές, συγγραφείς και ΜΜΕ, αλλά και η δυσμενής κριτική, που έτυχαν οι δηλώσεις σας, από τη γαλλική κυβέρνηση, αποτελούν για μας ελπίδα φωτός και πολύτιμη βοήθεια για την αντιμετώπιση της οικονομικής και κοινωνικής γενοκτονίας, που τόσο οδυνηρά βιώνουμε τα δυόμισι τελευταία χρόνια.
Θα επιχειρήσω, λοιπόν, ως οικονομολόγος προς οικονομολόγο, να σας προσκομίσω ορισμένα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι σχετικές δηλώσεις σας δεν έχουν βάση, και ότι οι Έλληνες πληρώνουν φόρους, και μάλιστα βαρύτατους, αν και πολύ άδικα κατανεμημένους.
1. Περί φοροδιαφυγής
Παρότι, η φοροδιαφυγή αποτελεί παγκόσμιο και όχι, βέβαια, αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο είναι, όμως, αναμφισβήτητο ότι αυτή –όπως, άλλωστε, και η παραοικονομία- εμφανίζεται πιο ενισχυμένη, στην Ελλάδα, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Ωστόσο, αν δεν «αντιπαθούσατε» τους Έλληνες- όπως η ίδια το ομολογείτε- θα διαπιστώνατε με μεγάλη ευκολία ότι η υψηλή ελληνική φοροδιαφυγή δεν οφείλεται στους «διεφθαρμένους Έλληνες», και επιπλέον ότι αυτή δεν είναι δυνατόν να εξαλειφθεί με τις απάνθρωπες, αλλά παντελώς αναποτελεσματικές μεθόδους, που η Τρόικα εφαρμόζει στην Ελλάδα.
Εφόσον απευθύνομαι σε οικονομολόγο περιωπής, φρονώ ότι είναι αρκετό να σας επισημάνω την, πρωταρχικής σπουδαιότητας, για το πρόβλημα της φοροδιαφυγής, διαρθρωτική ελληνική ιδιαιτερότητα.
Σας παραπέμπω, λοιπόν σε επίσημα στατιστικά στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι η Ελλάδα διαθέτει ποσοστό αυτοαπασχολουμένων, στη συνολική της απασχόληση, που είναι δυόμισι φορές ανώτερο, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ.27 (συγκεκριμένα, 40,7% έναντι 16,6%).
Έτσι, και μόνο έτσι μπορεί να ερμηνευτεί το χαμηλό ποσοστό των φορολογικών εσόδων στο ελληνικό ΑΕΠ (π.χ. το 2000: 34.6% έναντι 40.4% στην ΕΕ 27).
Ωστόσο, παρά το χαμηλότερο ποσοστό φορολογικών εσόδων, στην Ελλάδα, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η συμβολή μισθωτών και συνταξιούχων στα συνολικά φορολογικά βάρη είναι υπέρογκη. Πράγματι, η συμβολή αυτή είναι σχεδόν διπλάσια της αντίστοιχης συμμετοχής των μισθών και συντάξεων στο ΑΕΠ.
Αντιθέτως, η συμμετοχή των μη μισθωτών στο συνολικό φορολογικό βάρος υπολείπεται σημαντικά της συμμετοχής των εισοδημάτων τους στο ΑΕΠ. Και, ακριβώς, επειδή η υψηλή ελληνική φοροδιαφυγή οφείλεται, κατά πρώτο και κύριο λόγο, στην ιδιόρρυθμη διάρθρωση της απασχόλησης, εδώ και χρόνια είχα υποστηρίξει ότι, σε πείσμα των μειονεκτημάτων της, θα ήταν ίσως ενδεδειγμένη για την Ελλάδα, η υιοθέτηση της φορολογίας επί της κατανάλωσης, όπως την ανέπτυξε ο N.Kaldor, με παράλληλη φυσικά προσπάθεια ενσωμάτωσης, σ’ αυτήν, στοιχείων προοδευτικότητας.
Η υψηλή φοροδιαφυγή αποτελεί μεγάλο πρόβλημα, για την Ελλάδα. Οπωσδήποτε, όμως, δεν είναι δυνατή η αντιμετώπισή του, με μέτρα τόσο πρόχειρα, τόσο σπασμωδικά, αλλά και τόσο άδικα, όπως αυτά που συστηματικά επιλέγει η Τρόικα. Το αποτέλεσμα αυτών των μέτρων, σε πείσμα της εξαθλίωσης των μισθωτών και συνταξιούχων ήταν –όπως θα το γνωρίζετε- η κατακόρυφη πτώση-και όχι όπως αφελώς αναμενόταν η αύξηση-των φορολογικών εσόδων, για το 2011 και 2012.
Εξυπακούεται, Κυρία Lagarde, ότι η αντιπάθειά σας για τους Έλληνες θα χρειαστεί άλλη εξήγηση, εκτός αυτής ότι «δεν πληρώνουν φόρους».
Συμμερίζομαι, απολύτως, τη συμπάθειά σας για τα παιδιά του Νίγηρα. Γι’ αυτό, και θα ήλπιζα, από τη θέση ισχύος σας, να είχατε φροντίσει να πείσετε τις πλούσιες οικονομίες της υφηλίου να αναθεωρήσουν προς τα πάνω το απαράδεκτα χαμηλό ποσοστό της βοήθειάς τους, προς τον Τρίτο Κόσμο. Ωστόσο, ειλικρινά, δεν κατανοώ πώς η υπαγωγή μιας μικρής ευρωπαϊκής χώρας-της Ελλάδας- σε όρους διαβίωσης τριτοκοσμικών οικονομιών, θα μπορούσε να βοηθήσει τα παιδιά του Νίγηρα. Γιατί, δεν μπορεί να σας διαφεύγει ότι, δυστυχώς, εκεί έχει οδηγηθεί η Ελλάδα, με τα Μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις της Τρόικας.
Πράγματι, για 5η συνεχή χρονιά η Ελλάδα βιώνει μια άγρια ύφεση, η οποία έχει μειώσει, κατά 24% το ΑΕΠ της, η ανεργία της έφθασε στο 22% και μεταξύ των νέων στο 52%, 7 στους 10 νέους επιθυμούν να εγκαταλείψουν τη χώρα, οι μισθοί και οι συντάξεις έχουν μειωθεί κατά 30%, η φτώχεια αγκάλιασε το 40% του πληθυσμού, μία στις τρεις επιχειρήσεις βάζει λουκέτο, οι ένοικοι καταστημάτων και διαμερισμάτων αδυνατούν να καταβάλουν τα συμφωνηθέντα ενοίκια, το κράτος Πρόνοιας κατεδαφίστηκε και οι σοβαρά ασθενείς δεν εξασφαλίζουν πια τα απαραίτητα, για την επιβίωσή τους, φάρμακα, η εγκληματικότητα έχει κορυφωθεί, οι αυτοκτονίες για καθαρά οικονομικούς λόγους έφθασαν σε απαγορευτικό αριθμό, οι άστεγοι καταλαμβάνουν τα βράδια ολοένα και περισσότερα πεζοδρόμια στις μεγάλες ελληνικές πόλεις, οι «σκουπιδοφάγοι» έχουν επικίνδυνα πολλαπλασιαστεί και σε πολλά σχολεία οι μαθητές λιποθυμούν από πείνα.
Διερωτώμαι, λοιπόν, συχνά αν για μια τέτοια Ευρώπη, αγωνίστηκα από τα φοιτητικά μου χρόνια.
2. Συνέχεια ελληνικών μύθων
Η δήλωσή σας, για τα παιδιά του Νίγηρα και τους Έλληνες, Κυρία Lagarde, δεν είναι, απλώς, αυθόρμητη, αλλά δημιουργεί επιπλέον και σωρεία δικαιολογημένων αμφιβολιών για τις προθέσεις του ΔΝΤ, του οποίου προΐστασθε, καθώς και των λοιπών παραγόντων της Τρόικας.
Αν, δηλαδή, παράλληλα με την εμφανή επιθυμία παραδειγματικής τιμωρίας της Ελλάδας, υπάρχει περιθώριο και για τη διάσωσή της και για την έξοδό της από την κρίση. Παρότι, μια τέτοια αμφιβολία θα όφειλε –καλώς εχόντων των πραγμάτων- να απορριφθεί ως απλοϊκή ή και κακόβουλη, δυστυχώς στην ελληνική περίπτωσή διεκδικεί σοβαρότατη βάση. Και τούτο, γιατί- εκτός από το γνωστό ιστορικό των καταστρεπτικών αποτελεσμάτων στα οποία κατέληξε το ΔΝΤ, από όπου πέρασε- επιπλέον στην ελληνική περίπτωση, τα εφαρμοζόμενα Τροικανά προγράμματα, εκκινούν από πλήρως εσφαλμένη διάγνωση των πραγματικών προβλημάτων της οικονομίας, και συνεπώς είναι εκ προοιμίου δεδομένο ότι θα καταλήξουν σε τραγικά αποτελέσματα.
Εκτός από το μύθο ότι «οι Έλληνες δεν πληρώνουν φόρους» επειδή προφανώς είναι πιο διεφθαρμένοι από άλλους λαούς, τα τροικανά προγράμματα βασίζονται και στην παντελώς εσφαλμένη υπόθεση περί ενός δήθεν υπερμεγέθους δημόσιου τομέα. Η εντελώς αστήρικτη αυτή υπόθεση αποτελεί τη βάση των αποφάσεων για τα επιβαλλόμενα μέτρα.
Εξαρχής, φυσικά, θα έπρεπε να αποκλειστεί αυτή η εκδοχή της ύπαρξης υπερμεγέθους δημόσιου τομέα, σε οικονομία όπως η ελληνική, που εμφανίζει τόσο υψηλότερο ποσοστό αυτοαπασχολουμένων στη συνολική της απασχόληση, και τόσο χαμηλότερο ποσοστό φορολογικών εσόδων, σε σύγκριση με τους αντίστοιχους μέσους ευρωπαϊκούς όρους.
Πέρα όμως από αυτή τη γενικότερη διαπίστωση υπάρχουν αδιάσειστα στατιστικά δεδομένα –του ΟΟΣΑ-, που αποδεικνύουν ότι ο αριθμός των Ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων, ως ποσοστό στη συνολική απασχόληση είναι, απολύτως εντός των ορίων του μέσου ευρωπαϊκού όρου, και μάλιστα μεταξύ των χαμηλότερων.
Θα συμφωνούσα, μαζί σας, αν υποστηρίζατε ότι ο ελληνικός δημόσιος τομέας δεν είναι αρκετά αποτελεσματικός, και θα πρέπει να βελτιωθεί, παρότι με βάση σχετικές μελέτες, το μέσο μορφωτικό επίπεδο των δημοσίων υπαλλήλων κρίνεται, απολύτως, ικανοποιητικό.
Ωστόσο, δεν είμαι σε θέση να κατανοήσω το πώς η εκατόμβη των απολύσεων 150.000-200.000 δημοσίων υπαλλήλων, που αποφάσισε και απαιτεί η Τρόικα, θα καταστήσει τον ελληνικό δημόσιο τομέα αποτελεσματικότερο. Και όσο για το βαθμό διαφθοράς του ελληνικού δημόσιου τομέα οι, σε καθημερινή βάση, ανακοινώσεις για τεράστιας εμβέλειας φαινόμενα διαφθοράς, σε ευρωπαϊκό, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, ουδόλως με πείθουν ότι η Ελλάδα κατέχει τα πρωτεία.
Αντιθέτως, τείνω να πιστέψω ότι η χώρα μου έχει γίνει βορά για κάθε είδους αστήρικτη, άδικη και προσβλητική κατηγορία, και καθώς δεν υπάρχει δυστυχώς αντίλογος-μέχρι σήμερα τουλάχιστον- δεν υπάρχει και όριο στα όποια σχετικά συμπεράσματα.
Ένας ακόμη μύθος, επί του οποίου στηρίζεται το πογκρόμ που εξαπέλυσε η Τρόικα εναντίον των Ελλήνων εργαζομένων, είναι και οι «τεμπέληδες Έλληνες», σε πείσμα βέβαια των επίσημων σχετικών δεδομένων που αποδεικνύουν, το ακριβώς, αντίθετο: ότι δηλαδή ο μέσος Έλληνας εργάζεται περισσότερες ώρες εβδομαδιαίως, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό όρο (38,5 έναντι 35 ). Αλλά, και ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής της Τρόικας, δηλαδή το μέτρο της εσωτερικής υποτίμησης, που εφαρμόζεται με βαρβαρότητα στην Ελλάδα, τα τελευταία δυόμισι χρόνια, δεν είχε εξαρχής την ελάχιστη ελπίδα επιτυχίας.
Η αποτυχημένη, γενικώς, αυτή πολιτική βασίζεται στην υπόθεση ότι η πτώση του κόστους παραγωγής-δηλαδή των μισθών- θα ευνοήσει τις εξαγωγές, και χάρη στην αύξησή τους θα επιτευχθεί η έξοδος από την κρίση. Το ποσοστό εξαγωγών, όμως, στο ΑΕΠ της Ελλάδος δεν είναι παρά το 24%, και θα ήταν καθαρή ουτοπία η όποια υπόθεση περί της δυνατότητας αύξησής του, σε βαθμό που να δώσει λύση στα ελληνικά προβλήματα, ιδιαίτερα τώρα που έχει αχρηστευθεί σημαντικό τμήμα της παραγωγικής βάσης της χώρας. Και, ακόμη, το ήμισυ σχεδόν των ελληνικών εξαγωγών ανταγωνίζεται με προϊόντα που επίσης προσφέρονται από τις αναδυόμενες οικονομίες, οι χαμηλοί μισθοί των οποίων δεν νοείται να υιοθετηθούν από την Ευρώπη.
Είναι αλήθεια ότι παρατηρήθηκε μια ασήμαντη αύξηση των ελληνικών εξαγωγών, που προφανώς οφειλόταν στην πτώση της εσωτερικής κατανάλωσης, και υπήρξε αφορμή για θριαμβολογίες, σχετικά με την επιτυχία του τροικανού προγράμματος. Ήδη, ωστόσο, παρατηρείται μείωση των ελληνικών εξαγωγών.
Περιττό να παρατηρηθεί ότι πολιτική, που εκκινεί από εσφαλμένη διάγνωση των προβλημάτων, τα οποία προτίθεται να επιλύσει είναι, εκ προοιμίου καταδικασμένη σε αποτυχία. Ακριβώς, αυτό συμβαίνει: η ελληνική οικονομία, σε πείσμα των αιματηρών θυσιών του λαού της, οδεύει από το κακό στο χειρότερο. Το ποσοστό χρέους της στο ΑΕΠ ξεκίνησε το 2009 από 115%, και για το 2020, αν όλα εξελιχθούν ευνοϊκά, προβλέπεται να είναι 132%! Αλλά, ως τότε, αν παραμείνουμε στο «μνημονιακό καθεστώς» δεν θα υπάρχει Ελλάδα, αφού θα έχει ξεπουληθεί το σύνολο της δημόσιας περιουσίας της, σε εξευτελιστικό τίμημα, αλλά όμως κάτω από την αξιοπρεπή επιγραφή της δήθεν «αξιοποίησής της».
Η αδιέξοδη αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους, από την Τρόικα, αναγνωρίζεται πλέον, αδιαφιλονίκητα, από κάθε σοβαρό οικονομολόγο, καθώς και από κάθε οικονομικό έντυπο, σε παγκόσμια κλίμακα. Ωστόσο, η Τρόικα δεν βλέπει και δεν ακούει, ενόσω οι επικεφαλής της επαναλαμβάνουν στερεότυπα ότι «η Ελλάδα πρέπει να εφαρμόσει, κατά γράμμα, τα Μνημόνια». Και όχι μόνο, αλλά στις παραμονές εκλογών η Ελλάδα απειλείται ασφυκτικά και σε καθημερινή βάση με το δίλημμα «ή μνημόνιο, ή επιστροφή στη δραχμή». Έχω, ωστόσο, την αίσθηση ότι πρόκειται για ψευτοδίλημμα, επειδή όλα δείχνουν ότι δυνάμεις εκτός της Ελλάδας θα αποφασίσουν για μας.
Πράγματι, τώρα πια, Κυρία Lagarde, κλονίζονται συθέμελα οι βάσεις της ΕΕ-ευρωζώνης, με την Ισπανία να εισέρχεται σε κάποιο είδος επιτήρησης- φυσικά, πολύ ελαφρότερης της ελληνικής, παρά την πολύ βαρύτερη περίπτωσή της, επειδή προφανώς δεν συγκέντωνε την αντιπάθειά σας- με την Ιταλία να την ακολουθεί, αλλά και με τη Γαλλία να μην απέχει πολύ….
Γι’ αυτό, Κυρία Lagarde, θα συμφωνήσετε ελπίζω, ότι για την Ελλάδα είναι πια ζήτημα ζωής και θανάτου η ανάγκη άμεσης αποκρυπτογράφησης των παραμέτρων και των προεκτάσεων του διλήμματος, που μας θέτετε, καθώς και των πραγματικών σας προθέσεων.
Δηλαδή, αφού είμαστε οπωσδήποτε κατεστραμμένοι, και χωρίς ελπίδα, παραμένοντας στο θανατηφόρο μνημονιακό καθεστώς, γιατί μας υποχρεώνετε να το επιλέξουμε;.
Δηλαδή αν, όντως, προετοιμάζετε, με απόλυτη μυστικότητα, την έξοδό μας από την ΕΕ-ευρωζώνη, προφανώς με τους όρους που σας βολεύουν, αλλά όχι κι εμάς, γιατί εμείς να παραμείνουμε αδρανείς; Δηλαδή, αν η μελλοντική Ευρώπη θα απαρτίζεται από κυρίαρχους και δουλοπάροικους, δεν θα πρέπει να αποφασίσουμε αν, παρά ταύτα, εμμένουμε στο ευρώ; Ή, ακόμη, αν αυτή η Ευρώπη, που δεν τίμησε, δυστυχώς, καμία από τις αρχικές της υποσχέσεις, έχει εισέλθει σε τροχιά κατεδάφισης, με ποια λογική θα θέλατε εμείς να ασχολούμαστε με τις όποιες δικές σας συμπάθειες και αντιπάθειες, Κυρία Lagarde, αντί να αναζητήσουμε με νύχια και δόντια τη λιγότερο καταστρεπτική, για μας, λύση;
Τελειώνοντας, θεωρώ ότι σας οφείλονται ευχαριστίες από τον ελληνικό λαό, γιατί με την ειλικρινή δήλωσή σας, ως επικεφαλής του ΔΝΤ, τον βοηθάτε να αντιληφθεί το πού ακριβώς βρίσκεται, και να προσπαθήσει να πάρει τις ορθές αποφάσεις.
Μας είπατε την αλήθεια, Κυρία Lagarde: δε μας συμπαθείτε, και προφανώς, όχι μόνο εσείς….το μέλημά σας, συνεπώς, δεν μπορεί να είναι η σωτηρία μας. Αλλά τότε, εξηγείστε μας παρακαλώ, για ποιους ακριβώς λόγους μας εκβιάζετε να παραμείνουμε στο Μνημόνιο;
Παρακαλώ δεχθείτε, Κυρία Lagrade, την έκφραση των ξεχωριστών χαιρετισμάτων μου,
Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη
*Docteur ès Sciences Economiques de la Sorbonne
Πρ. Πρύτανης και Καθηγήτρια στο Παν/μιο Μακεδονίας
"Αγαπητή Κυρία Christine Lagarde,
Σε πείσμα του άκρως προσβλητικού ύφους σας, για την Ελλάδα και τους Έλληνες, όπως αυτό εμπεριέχεται στη δήλωσή σας, με βάση την οποία ο οικτρά δοκιμαζόμενος ελληνικός λαός «δεν πληρώνει φόρους» και γι αυτό εσείς « δεν έχετε συμπάθεια γι αυτόν, αλλά για τα παιδιά του Νίγηρα», θέλω να πιστεύω ότι είστε θύμα κακής πληροφόρησης.
Και τούτο, γιατί οι μακρόχρονες και στενές σχέσεις μου με τη Γαλλία, τα Πανεπιστήμιά της και τους οικονομολόγους συναδέλφους μου, καθώς και η βαθιά μου εκτίμηση, ο θαυμασμός και η αγάπη που τρέφω για το γαλλικό λαό, την ιστορία του και τον πολιτισμό του, αναζητούν εναγωνίως κάποιες δικαιολογίες για το πώς και για το γιατί, εσείς, παρά την επίσημη θέση που κατέχετε, επιτρέψατε ωστόσο στον εαυτό σας να λησμονήσει ότι απευθύνεται σε ισότιμο μέλος της ΕΕ-ευρωζώνης.
Να προσθέσω, ακόμη, ότι η ηθική συμπαράσταση που δέχεται η Ελλάδα, σε καθημερινή βάση, από πολυάριθμους Γάλλους διανοούμενους, σπουδαστές, αναλυτές, συγγραφείς και ΜΜΕ, αλλά και η δυσμενής κριτική, που έτυχαν οι δηλώσεις σας, από τη γαλλική κυβέρνηση, αποτελούν για μας ελπίδα φωτός και πολύτιμη βοήθεια για την αντιμετώπιση της οικονομικής και κοινωνικής γενοκτονίας, που τόσο οδυνηρά βιώνουμε τα δυόμισι τελευταία χρόνια.
Θα επιχειρήσω, λοιπόν, ως οικονομολόγος προς οικονομολόγο, να σας προσκομίσω ορισμένα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι σχετικές δηλώσεις σας δεν έχουν βάση, και ότι οι Έλληνες πληρώνουν φόρους, και μάλιστα βαρύτατους, αν και πολύ άδικα κατανεμημένους.
1. Περί φοροδιαφυγής
Παρότι, η φοροδιαφυγή αποτελεί παγκόσμιο και όχι, βέβαια, αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο είναι, όμως, αναμφισβήτητο ότι αυτή –όπως, άλλωστε, και η παραοικονομία- εμφανίζεται πιο ενισχυμένη, στην Ελλάδα, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Ωστόσο, αν δεν «αντιπαθούσατε» τους Έλληνες- όπως η ίδια το ομολογείτε- θα διαπιστώνατε με μεγάλη ευκολία ότι η υψηλή ελληνική φοροδιαφυγή δεν οφείλεται στους «διεφθαρμένους Έλληνες», και επιπλέον ότι αυτή δεν είναι δυνατόν να εξαλειφθεί με τις απάνθρωπες, αλλά παντελώς αναποτελεσματικές μεθόδους, που η Τρόικα εφαρμόζει στην Ελλάδα.
Εφόσον απευθύνομαι σε οικονομολόγο περιωπής, φρονώ ότι είναι αρκετό να σας επισημάνω την, πρωταρχικής σπουδαιότητας, για το πρόβλημα της φοροδιαφυγής, διαρθρωτική ελληνική ιδιαιτερότητα.
Σας παραπέμπω, λοιπόν σε επίσημα στατιστικά στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι η Ελλάδα διαθέτει ποσοστό αυτοαπασχολουμένων, στη συνολική της απασχόληση, που είναι δυόμισι φορές ανώτερο, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ.27 (συγκεκριμένα, 40,7% έναντι 16,6%).
Έτσι, και μόνο έτσι μπορεί να ερμηνευτεί το χαμηλό ποσοστό των φορολογικών εσόδων στο ελληνικό ΑΕΠ (π.χ. το 2000: 34.6% έναντι 40.4% στην ΕΕ 27).
Ωστόσο, παρά το χαμηλότερο ποσοστό φορολογικών εσόδων, στην Ελλάδα, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η συμβολή μισθωτών και συνταξιούχων στα συνολικά φορολογικά βάρη είναι υπέρογκη. Πράγματι, η συμβολή αυτή είναι σχεδόν διπλάσια της αντίστοιχης συμμετοχής των μισθών και συντάξεων στο ΑΕΠ.
Αντιθέτως, η συμμετοχή των μη μισθωτών στο συνολικό φορολογικό βάρος υπολείπεται σημαντικά της συμμετοχής των εισοδημάτων τους στο ΑΕΠ. Και, ακριβώς, επειδή η υψηλή ελληνική φοροδιαφυγή οφείλεται, κατά πρώτο και κύριο λόγο, στην ιδιόρρυθμη διάρθρωση της απασχόλησης, εδώ και χρόνια είχα υποστηρίξει ότι, σε πείσμα των μειονεκτημάτων της, θα ήταν ίσως ενδεδειγμένη για την Ελλάδα, η υιοθέτηση της φορολογίας επί της κατανάλωσης, όπως την ανέπτυξε ο N.Kaldor, με παράλληλη φυσικά προσπάθεια ενσωμάτωσης, σ’ αυτήν, στοιχείων προοδευτικότητας.
Η υψηλή φοροδιαφυγή αποτελεί μεγάλο πρόβλημα, για την Ελλάδα. Οπωσδήποτε, όμως, δεν είναι δυνατή η αντιμετώπισή του, με μέτρα τόσο πρόχειρα, τόσο σπασμωδικά, αλλά και τόσο άδικα, όπως αυτά που συστηματικά επιλέγει η Τρόικα. Το αποτέλεσμα αυτών των μέτρων, σε πείσμα της εξαθλίωσης των μισθωτών και συνταξιούχων ήταν –όπως θα το γνωρίζετε- η κατακόρυφη πτώση-και όχι όπως αφελώς αναμενόταν η αύξηση-των φορολογικών εσόδων, για το 2011 και 2012.
Εξυπακούεται, Κυρία Lagarde, ότι η αντιπάθειά σας για τους Έλληνες θα χρειαστεί άλλη εξήγηση, εκτός αυτής ότι «δεν πληρώνουν φόρους».
Συμμερίζομαι, απολύτως, τη συμπάθειά σας για τα παιδιά του Νίγηρα. Γι’ αυτό, και θα ήλπιζα, από τη θέση ισχύος σας, να είχατε φροντίσει να πείσετε τις πλούσιες οικονομίες της υφηλίου να αναθεωρήσουν προς τα πάνω το απαράδεκτα χαμηλό ποσοστό της βοήθειάς τους, προς τον Τρίτο Κόσμο. Ωστόσο, ειλικρινά, δεν κατανοώ πώς η υπαγωγή μιας μικρής ευρωπαϊκής χώρας-της Ελλάδας- σε όρους διαβίωσης τριτοκοσμικών οικονομιών, θα μπορούσε να βοηθήσει τα παιδιά του Νίγηρα. Γιατί, δεν μπορεί να σας διαφεύγει ότι, δυστυχώς, εκεί έχει οδηγηθεί η Ελλάδα, με τα Μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις της Τρόικας.
Πράγματι, για 5η συνεχή χρονιά η Ελλάδα βιώνει μια άγρια ύφεση, η οποία έχει μειώσει, κατά 24% το ΑΕΠ της, η ανεργία της έφθασε στο 22% και μεταξύ των νέων στο 52%, 7 στους 10 νέους επιθυμούν να εγκαταλείψουν τη χώρα, οι μισθοί και οι συντάξεις έχουν μειωθεί κατά 30%, η φτώχεια αγκάλιασε το 40% του πληθυσμού, μία στις τρεις επιχειρήσεις βάζει λουκέτο, οι ένοικοι καταστημάτων και διαμερισμάτων αδυνατούν να καταβάλουν τα συμφωνηθέντα ενοίκια, το κράτος Πρόνοιας κατεδαφίστηκε και οι σοβαρά ασθενείς δεν εξασφαλίζουν πια τα απαραίτητα, για την επιβίωσή τους, φάρμακα, η εγκληματικότητα έχει κορυφωθεί, οι αυτοκτονίες για καθαρά οικονομικούς λόγους έφθασαν σε απαγορευτικό αριθμό, οι άστεγοι καταλαμβάνουν τα βράδια ολοένα και περισσότερα πεζοδρόμια στις μεγάλες ελληνικές πόλεις, οι «σκουπιδοφάγοι» έχουν επικίνδυνα πολλαπλασιαστεί και σε πολλά σχολεία οι μαθητές λιποθυμούν από πείνα.
Διερωτώμαι, λοιπόν, συχνά αν για μια τέτοια Ευρώπη, αγωνίστηκα από τα φοιτητικά μου χρόνια.
2. Συνέχεια ελληνικών μύθων
Η δήλωσή σας, για τα παιδιά του Νίγηρα και τους Έλληνες, Κυρία Lagarde, δεν είναι, απλώς, αυθόρμητη, αλλά δημιουργεί επιπλέον και σωρεία δικαιολογημένων αμφιβολιών για τις προθέσεις του ΔΝΤ, του οποίου προΐστασθε, καθώς και των λοιπών παραγόντων της Τρόικας.
Αν, δηλαδή, παράλληλα με την εμφανή επιθυμία παραδειγματικής τιμωρίας της Ελλάδας, υπάρχει περιθώριο και για τη διάσωσή της και για την έξοδό της από την κρίση. Παρότι, μια τέτοια αμφιβολία θα όφειλε –καλώς εχόντων των πραγμάτων- να απορριφθεί ως απλοϊκή ή και κακόβουλη, δυστυχώς στην ελληνική περίπτωσή διεκδικεί σοβαρότατη βάση. Και τούτο, γιατί- εκτός από το γνωστό ιστορικό των καταστρεπτικών αποτελεσμάτων στα οποία κατέληξε το ΔΝΤ, από όπου πέρασε- επιπλέον στην ελληνική περίπτωση, τα εφαρμοζόμενα Τροικανά προγράμματα, εκκινούν από πλήρως εσφαλμένη διάγνωση των πραγματικών προβλημάτων της οικονομίας, και συνεπώς είναι εκ προοιμίου δεδομένο ότι θα καταλήξουν σε τραγικά αποτελέσματα.
Εκτός από το μύθο ότι «οι Έλληνες δεν πληρώνουν φόρους» επειδή προφανώς είναι πιο διεφθαρμένοι από άλλους λαούς, τα τροικανά προγράμματα βασίζονται και στην παντελώς εσφαλμένη υπόθεση περί ενός δήθεν υπερμεγέθους δημόσιου τομέα. Η εντελώς αστήρικτη αυτή υπόθεση αποτελεί τη βάση των αποφάσεων για τα επιβαλλόμενα μέτρα.
Εξαρχής, φυσικά, θα έπρεπε να αποκλειστεί αυτή η εκδοχή της ύπαρξης υπερμεγέθους δημόσιου τομέα, σε οικονομία όπως η ελληνική, που εμφανίζει τόσο υψηλότερο ποσοστό αυτοαπασχολουμένων στη συνολική της απασχόληση, και τόσο χαμηλότερο ποσοστό φορολογικών εσόδων, σε σύγκριση με τους αντίστοιχους μέσους ευρωπαϊκούς όρους.
Πέρα όμως από αυτή τη γενικότερη διαπίστωση υπάρχουν αδιάσειστα στατιστικά δεδομένα –του ΟΟΣΑ-, που αποδεικνύουν ότι ο αριθμός των Ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων, ως ποσοστό στη συνολική απασχόληση είναι, απολύτως εντός των ορίων του μέσου ευρωπαϊκού όρου, και μάλιστα μεταξύ των χαμηλότερων.
Θα συμφωνούσα, μαζί σας, αν υποστηρίζατε ότι ο ελληνικός δημόσιος τομέας δεν είναι αρκετά αποτελεσματικός, και θα πρέπει να βελτιωθεί, παρότι με βάση σχετικές μελέτες, το μέσο μορφωτικό επίπεδο των δημοσίων υπαλλήλων κρίνεται, απολύτως, ικανοποιητικό.
Ωστόσο, δεν είμαι σε θέση να κατανοήσω το πώς η εκατόμβη των απολύσεων 150.000-200.000 δημοσίων υπαλλήλων, που αποφάσισε και απαιτεί η Τρόικα, θα καταστήσει τον ελληνικό δημόσιο τομέα αποτελεσματικότερο. Και όσο για το βαθμό διαφθοράς του ελληνικού δημόσιου τομέα οι, σε καθημερινή βάση, ανακοινώσεις για τεράστιας εμβέλειας φαινόμενα διαφθοράς, σε ευρωπαϊκό, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, ουδόλως με πείθουν ότι η Ελλάδα κατέχει τα πρωτεία.
Αντιθέτως, τείνω να πιστέψω ότι η χώρα μου έχει γίνει βορά για κάθε είδους αστήρικτη, άδικη και προσβλητική κατηγορία, και καθώς δεν υπάρχει δυστυχώς αντίλογος-μέχρι σήμερα τουλάχιστον- δεν υπάρχει και όριο στα όποια σχετικά συμπεράσματα.
Ένας ακόμη μύθος, επί του οποίου στηρίζεται το πογκρόμ που εξαπέλυσε η Τρόικα εναντίον των Ελλήνων εργαζομένων, είναι και οι «τεμπέληδες Έλληνες», σε πείσμα βέβαια των επίσημων σχετικών δεδομένων που αποδεικνύουν, το ακριβώς, αντίθετο: ότι δηλαδή ο μέσος Έλληνας εργάζεται περισσότερες ώρες εβδομαδιαίως, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό όρο (38,5 έναντι 35 ). Αλλά, και ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής της Τρόικας, δηλαδή το μέτρο της εσωτερικής υποτίμησης, που εφαρμόζεται με βαρβαρότητα στην Ελλάδα, τα τελευταία δυόμισι χρόνια, δεν είχε εξαρχής την ελάχιστη ελπίδα επιτυχίας.
Η αποτυχημένη, γενικώς, αυτή πολιτική βασίζεται στην υπόθεση ότι η πτώση του κόστους παραγωγής-δηλαδή των μισθών- θα ευνοήσει τις εξαγωγές, και χάρη στην αύξησή τους θα επιτευχθεί η έξοδος από την κρίση. Το ποσοστό εξαγωγών, όμως, στο ΑΕΠ της Ελλάδος δεν είναι παρά το 24%, και θα ήταν καθαρή ουτοπία η όποια υπόθεση περί της δυνατότητας αύξησής του, σε βαθμό που να δώσει λύση στα ελληνικά προβλήματα, ιδιαίτερα τώρα που έχει αχρηστευθεί σημαντικό τμήμα της παραγωγικής βάσης της χώρας. Και, ακόμη, το ήμισυ σχεδόν των ελληνικών εξαγωγών ανταγωνίζεται με προϊόντα που επίσης προσφέρονται από τις αναδυόμενες οικονομίες, οι χαμηλοί μισθοί των οποίων δεν νοείται να υιοθετηθούν από την Ευρώπη.
Είναι αλήθεια ότι παρατηρήθηκε μια ασήμαντη αύξηση των ελληνικών εξαγωγών, που προφανώς οφειλόταν στην πτώση της εσωτερικής κατανάλωσης, και υπήρξε αφορμή για θριαμβολογίες, σχετικά με την επιτυχία του τροικανού προγράμματος. Ήδη, ωστόσο, παρατηρείται μείωση των ελληνικών εξαγωγών.
Περιττό να παρατηρηθεί ότι πολιτική, που εκκινεί από εσφαλμένη διάγνωση των προβλημάτων, τα οποία προτίθεται να επιλύσει είναι, εκ προοιμίου καταδικασμένη σε αποτυχία. Ακριβώς, αυτό συμβαίνει: η ελληνική οικονομία, σε πείσμα των αιματηρών θυσιών του λαού της, οδεύει από το κακό στο χειρότερο. Το ποσοστό χρέους της στο ΑΕΠ ξεκίνησε το 2009 από 115%, και για το 2020, αν όλα εξελιχθούν ευνοϊκά, προβλέπεται να είναι 132%! Αλλά, ως τότε, αν παραμείνουμε στο «μνημονιακό καθεστώς» δεν θα υπάρχει Ελλάδα, αφού θα έχει ξεπουληθεί το σύνολο της δημόσιας περιουσίας της, σε εξευτελιστικό τίμημα, αλλά όμως κάτω από την αξιοπρεπή επιγραφή της δήθεν «αξιοποίησής της».
Η αδιέξοδη αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους, από την Τρόικα, αναγνωρίζεται πλέον, αδιαφιλονίκητα, από κάθε σοβαρό οικονομολόγο, καθώς και από κάθε οικονομικό έντυπο, σε παγκόσμια κλίμακα. Ωστόσο, η Τρόικα δεν βλέπει και δεν ακούει, ενόσω οι επικεφαλής της επαναλαμβάνουν στερεότυπα ότι «η Ελλάδα πρέπει να εφαρμόσει, κατά γράμμα, τα Μνημόνια». Και όχι μόνο, αλλά στις παραμονές εκλογών η Ελλάδα απειλείται ασφυκτικά και σε καθημερινή βάση με το δίλημμα «ή μνημόνιο, ή επιστροφή στη δραχμή». Έχω, ωστόσο, την αίσθηση ότι πρόκειται για ψευτοδίλημμα, επειδή όλα δείχνουν ότι δυνάμεις εκτός της Ελλάδας θα αποφασίσουν για μας.
Πράγματι, τώρα πια, Κυρία Lagarde, κλονίζονται συθέμελα οι βάσεις της ΕΕ-ευρωζώνης, με την Ισπανία να εισέρχεται σε κάποιο είδος επιτήρησης- φυσικά, πολύ ελαφρότερης της ελληνικής, παρά την πολύ βαρύτερη περίπτωσή της, επειδή προφανώς δεν συγκέντωνε την αντιπάθειά σας- με την Ιταλία να την ακολουθεί, αλλά και με τη Γαλλία να μην απέχει πολύ….
Γι’ αυτό, Κυρία Lagarde, θα συμφωνήσετε ελπίζω, ότι για την Ελλάδα είναι πια ζήτημα ζωής και θανάτου η ανάγκη άμεσης αποκρυπτογράφησης των παραμέτρων και των προεκτάσεων του διλήμματος, που μας θέτετε, καθώς και των πραγματικών σας προθέσεων.
Δηλαδή, αφού είμαστε οπωσδήποτε κατεστραμμένοι, και χωρίς ελπίδα, παραμένοντας στο θανατηφόρο μνημονιακό καθεστώς, γιατί μας υποχρεώνετε να το επιλέξουμε;.
Δηλαδή αν, όντως, προετοιμάζετε, με απόλυτη μυστικότητα, την έξοδό μας από την ΕΕ-ευρωζώνη, προφανώς με τους όρους που σας βολεύουν, αλλά όχι κι εμάς, γιατί εμείς να παραμείνουμε αδρανείς; Δηλαδή, αν η μελλοντική Ευρώπη θα απαρτίζεται από κυρίαρχους και δουλοπάροικους, δεν θα πρέπει να αποφασίσουμε αν, παρά ταύτα, εμμένουμε στο ευρώ; Ή, ακόμη, αν αυτή η Ευρώπη, που δεν τίμησε, δυστυχώς, καμία από τις αρχικές της υποσχέσεις, έχει εισέλθει σε τροχιά κατεδάφισης, με ποια λογική θα θέλατε εμείς να ασχολούμαστε με τις όποιες δικές σας συμπάθειες και αντιπάθειες, Κυρία Lagarde, αντί να αναζητήσουμε με νύχια και δόντια τη λιγότερο καταστρεπτική, για μας, λύση;
Τελειώνοντας, θεωρώ ότι σας οφείλονται ευχαριστίες από τον ελληνικό λαό, γιατί με την ειλικρινή δήλωσή σας, ως επικεφαλής του ΔΝΤ, τον βοηθάτε να αντιληφθεί το πού ακριβώς βρίσκεται, και να προσπαθήσει να πάρει τις ορθές αποφάσεις.
Μας είπατε την αλήθεια, Κυρία Lagarde: δε μας συμπαθείτε, και προφανώς, όχι μόνο εσείς….το μέλημά σας, συνεπώς, δεν μπορεί να είναι η σωτηρία μας. Αλλά τότε, εξηγείστε μας παρακαλώ, για ποιους ακριβώς λόγους μας εκβιάζετε να παραμείνουμε στο Μνημόνιο;
Παρακαλώ δεχθείτε, Κυρία Lagrade, την έκφραση των ξεχωριστών χαιρετισμάτων μου,
Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη
*Docteur ès Sciences Economiques de la Sorbonne
Πρ. Πρύτανης και Καθηγήτρια στο Παν/μιο Μακεδονίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου