Το αποτέλεσμα των εκλογών της 6ης Μαΐου γέννησε ελπίδες και υψηλές προσδοκίες στη μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας. Στην ουσία ανοίγει μια νέα σελίδα στην πολιτική ιστορία της χώρας αλλά και της Ευρώπης.
Ήταν ένα αποτέλεσμα που εξέφραζε την οργή και την αγανάκτηση των πολιτών ύστερα από δύο χρόνια εφαρμογής της βάρβαρης πολιτικής του Μνημονίου. Ήρθε ως επιστέγασμα της δυναμικής ενός λαϊκού κινήματος, ενός λαϊκού ξεσηκωμού που ανέτρεπε τις παραδοσιακές δομές και συγκρούονταν με τον δικομματισμό και όλες τις δυνάμεις υποταγής. Που αναζητούσε τις νέες πολιτικές δυνάμεις που θα εξέφραζαν την απαίτηση για ανατροπή του μνημονιακού καθεστώτος. Που έβλεπε με αυξανόμενη εμπιστοσύνη και επιβράβευε τη συνεπή στάση του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς τα δύο δύσκολα χρόνια του Μνημονίου.
Και που για πρώτη φορά έθετε στο πολιτικό προσκήνιο το αίτημα για τον σχηματισμό μιας αριστερής κυβέρνησης ως βασικού μέσου για τη διέξοδο από την κρίση.
Η νέα εκλογική αναμέτρηση της 17ης Ιουνίου αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Δεν αποτελεί απλά το δεύτερο ημίχρονο των προηγούμενων εκλογών. Αλλά ένα γενναίο και αποφασιστικό βήμα για να ολοκληρωθεί η προοπτική που άρχισε στις 6 Μαΐου και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις μιας διαφορετικής πορείας της χώρας μας.
Το σύστημα εξουσίας που επέβαλε το Μνημόνιο και όλες τις αντιλαϊκές επιλογές έχει στοχοποιήσει στην πολεμική του τον ΣΥΡΙΖΑ. Από κοντά και όλες οι αντιδραστικές και νεοφιλελεύθερες δυνάμεις που κηδεμονεύουν την Ευρωπαϊκή Ένωση και την πορεία των διεθνών οικονομικών εξελίξεων. Επιστρατεύονται νέα σκληρά εκβιαστικά διλήμματα και ωμοί εκβιασμοί, καλλιεργούνται φόβοι και τυφλά αντανακλαστικά.
Ωστόσο, είναι καθαρό ότι στις ερχόμενες εκλογές η βασική αναμέτρηση, το βασικό δίλημμα εντοπίζεται στην επιλογή ανάμεσα στον κεντροδεξιό πόλο (με ενισχυμένα βεβαίως τα ακροδεξιά και νεοφιλελεύθερα χαρακτηριστικά) με κύριο εκφραστή τη Ν.Δ. που αποτελεί τον βασικό στυλοβάτη του μνημονιακού καθεστώτος.
Και σʼ εκείνον της ευρύτερης Αριστεράς, των δυνάμεων που με συνέπεια επιδιώκουν την ανατροπή του Μνημονίου, με άξονα και κορμό του ΣΥΡΙΖΑ Ενωτικό Κοινωνικό Μέτωπο. Που εκφράζει την απαίτηση για οικονομική και κοινωνική δικαιοσύνη, αναδεικνύεται δύναμη πατριωτική και ταυτόχρονα σε δύναμη που μπορεί να συμβάλλει σε μια άλλη προοπτική και αλλαγές στην ίδια την Ευρώπη.
Ένας νέος συνασπισμός εξουσίας δημιουργείται μέσα στη δυναμική των εξελίξεων. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να διευρύνει σοβαρά την επιρροή του και να διεκδικήσει τη λαϊκή πλειοψηφία αξιοποιώντας ορισμένες σημαντικές προϋποθέσεις.
Να αξιοποιήσει τα κέντρα «ισχύος» του που αναδείχτηκαν στις τελευταίες εκλογές- Αττική, Θεσσαλονίκη, Πάτρα έδωσαν στον ΣΥΡΙΖΑ 511.660 ψήφους (περίπου το 50% της πανελλαδικής του δύναμης και ένα μέσο ποσοστό 20%) και μπορούν να αποτελέσουν μαζί με ορισμένες ακόμη περιοχές με υψηλά ποσοστά -Λάρισα, Μαγνησία, Ξάνθη- τη δυναμική βάση εφόρμησης για ενίσχυση της εκλογικής του επιρροής.
Η πρώτη θέση στη νεολαία και στις ηλικίες μέχρι 55 ετών αποτελεί, επίσης, ελπιδοφόρα δυνατότητα όχι μόνο για τις προσεχείς εκλογές αλλά και «επένδυση» για το μέλλον.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να αξιοποιήσει σημαντικές «εφεδρείες» για τη διεκδίκηση της πρώτης θέσης. Θα λέγαμε ότι στρατηγικά μπορεί να απευθυνθεί σε πολλαπλάσιες πηγές σε σχέση με τον βασικό αντίπαλο - τη Ν.Δ. Στην ουσία ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να απευθυνθεί σε ψηφοφόρους ενός ευρύτατου φάσματος που βρίσκονται στη βάση των περισσότερων πολιτικών δυνάμεων και κοινωνικά έχουν πληγεί από τις πολιτικές των δύο τελευταίων ετών. Μπορεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη ισχυρού τμήματος των καλούμενων «αναποφάσιστων» και να επενδύσει στο αίσθημα «αηδίας» προς το πολιτικό κατεστημένο και την απαίτηση για αλλαγή.
Αναγκαία γιʼ αυτό είναι η αποσαφήνιση και επικαιροποίηση του κυβερνητικού προγράμματος, με τρόπο που από τη μια θα δίνει ρεαλιστικές απαντήσεις σε σημερινά αδιέξοδα, προσφέροντας τη δυνατότητα για προσέλκυση και εκείνων των δυνάμεων που ζητούν συγκεκριμένες λύσεις στα προβλήματά τους. Ταυτόχρονα δεν θα πρέπει να χάνει και την «ψυχή» της συγκρουσιακής και κοινωνικά ανατρεπτικής προοπτικής που δημιούργησε ο ΣΥΡΙΖΑ και πάνω στην οποία επένδυσαν εκατομμύρια πολίτες, ιδιαίτερα νέοι.
Στην πορεία αυτή ο ΣΥΡΙΖΑ και οι δυνάμεις της Αριστεράς οφείλουν να διατηρήσουν και να οικοδομήσουν νέα ποιοτικά στοιχεία με το λαϊκό και κοινωνικό κίνημα, που αποτέλεσε παράγοντα ανατροπής των πολιτικών συσχετισμών, διαμόρφωσης της νέας πολιτικής συνείδησης και νέων πολιτικών στάσεων. Και το οποίο και στις άμεσες εξελίξεις θα καλεστεί να αναλάβει ένα δυναμικό ρόλο υποστήριξης και εμβάθυνσης της πολιτικής ανατροπής του Μνημονίου.
Οι δυνάμεις της Αριστεράς με τον ΣΥΡΙΖΑ στην καίρια θέση που έχει αναδειχθεί αναλαμβάνουν μια ιστορική ευθύνη: να οδηγήσουν στη διαμόρφωση της νέας λαϊκής πλειοψηφίας και τον σχηματισμό μιας αριστερής διακυβέρνησης στον τόπο.
Ίσως, είναι μια έφοδος στην ελπίδα και το δικαίωμα στο όνειρο: μια πορεία στην οποία δεν μπορεί κανείς να λείψει και κανείς να τη διαψεύσει.
Ήταν ένα αποτέλεσμα που εξέφραζε την οργή και την αγανάκτηση των πολιτών ύστερα από δύο χρόνια εφαρμογής της βάρβαρης πολιτικής του Μνημονίου. Ήρθε ως επιστέγασμα της δυναμικής ενός λαϊκού κινήματος, ενός λαϊκού ξεσηκωμού που ανέτρεπε τις παραδοσιακές δομές και συγκρούονταν με τον δικομματισμό και όλες τις δυνάμεις υποταγής. Που αναζητούσε τις νέες πολιτικές δυνάμεις που θα εξέφραζαν την απαίτηση για ανατροπή του μνημονιακού καθεστώτος. Που έβλεπε με αυξανόμενη εμπιστοσύνη και επιβράβευε τη συνεπή στάση του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς τα δύο δύσκολα χρόνια του Μνημονίου.
Και που για πρώτη φορά έθετε στο πολιτικό προσκήνιο το αίτημα για τον σχηματισμό μιας αριστερής κυβέρνησης ως βασικού μέσου για τη διέξοδο από την κρίση.
Η νέα εκλογική αναμέτρηση της 17ης Ιουνίου αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Δεν αποτελεί απλά το δεύτερο ημίχρονο των προηγούμενων εκλογών. Αλλά ένα γενναίο και αποφασιστικό βήμα για να ολοκληρωθεί η προοπτική που άρχισε στις 6 Μαΐου και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις μιας διαφορετικής πορείας της χώρας μας.
Το σύστημα εξουσίας που επέβαλε το Μνημόνιο και όλες τις αντιλαϊκές επιλογές έχει στοχοποιήσει στην πολεμική του τον ΣΥΡΙΖΑ. Από κοντά και όλες οι αντιδραστικές και νεοφιλελεύθερες δυνάμεις που κηδεμονεύουν την Ευρωπαϊκή Ένωση και την πορεία των διεθνών οικονομικών εξελίξεων. Επιστρατεύονται νέα σκληρά εκβιαστικά διλήμματα και ωμοί εκβιασμοί, καλλιεργούνται φόβοι και τυφλά αντανακλαστικά.
Ωστόσο, είναι καθαρό ότι στις ερχόμενες εκλογές η βασική αναμέτρηση, το βασικό δίλημμα εντοπίζεται στην επιλογή ανάμεσα στον κεντροδεξιό πόλο (με ενισχυμένα βεβαίως τα ακροδεξιά και νεοφιλελεύθερα χαρακτηριστικά) με κύριο εκφραστή τη Ν.Δ. που αποτελεί τον βασικό στυλοβάτη του μνημονιακού καθεστώτος.
Και σʼ εκείνον της ευρύτερης Αριστεράς, των δυνάμεων που με συνέπεια επιδιώκουν την ανατροπή του Μνημονίου, με άξονα και κορμό του ΣΥΡΙΖΑ Ενωτικό Κοινωνικό Μέτωπο. Που εκφράζει την απαίτηση για οικονομική και κοινωνική δικαιοσύνη, αναδεικνύεται δύναμη πατριωτική και ταυτόχρονα σε δύναμη που μπορεί να συμβάλλει σε μια άλλη προοπτική και αλλαγές στην ίδια την Ευρώπη.
Ένας νέος συνασπισμός εξουσίας δημιουργείται μέσα στη δυναμική των εξελίξεων. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να διευρύνει σοβαρά την επιρροή του και να διεκδικήσει τη λαϊκή πλειοψηφία αξιοποιώντας ορισμένες σημαντικές προϋποθέσεις.
Να αξιοποιήσει τα κέντρα «ισχύος» του που αναδείχτηκαν στις τελευταίες εκλογές- Αττική, Θεσσαλονίκη, Πάτρα έδωσαν στον ΣΥΡΙΖΑ 511.660 ψήφους (περίπου το 50% της πανελλαδικής του δύναμης και ένα μέσο ποσοστό 20%) και μπορούν να αποτελέσουν μαζί με ορισμένες ακόμη περιοχές με υψηλά ποσοστά -Λάρισα, Μαγνησία, Ξάνθη- τη δυναμική βάση εφόρμησης για ενίσχυση της εκλογικής του επιρροής.
Η πρώτη θέση στη νεολαία και στις ηλικίες μέχρι 55 ετών αποτελεί, επίσης, ελπιδοφόρα δυνατότητα όχι μόνο για τις προσεχείς εκλογές αλλά και «επένδυση» για το μέλλον.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να αξιοποιήσει σημαντικές «εφεδρείες» για τη διεκδίκηση της πρώτης θέσης. Θα λέγαμε ότι στρατηγικά μπορεί να απευθυνθεί σε πολλαπλάσιες πηγές σε σχέση με τον βασικό αντίπαλο - τη Ν.Δ. Στην ουσία ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να απευθυνθεί σε ψηφοφόρους ενός ευρύτατου φάσματος που βρίσκονται στη βάση των περισσότερων πολιτικών δυνάμεων και κοινωνικά έχουν πληγεί από τις πολιτικές των δύο τελευταίων ετών. Μπορεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη ισχυρού τμήματος των καλούμενων «αναποφάσιστων» και να επενδύσει στο αίσθημα «αηδίας» προς το πολιτικό κατεστημένο και την απαίτηση για αλλαγή.
Αναγκαία γιʼ αυτό είναι η αποσαφήνιση και επικαιροποίηση του κυβερνητικού προγράμματος, με τρόπο που από τη μια θα δίνει ρεαλιστικές απαντήσεις σε σημερινά αδιέξοδα, προσφέροντας τη δυνατότητα για προσέλκυση και εκείνων των δυνάμεων που ζητούν συγκεκριμένες λύσεις στα προβλήματά τους. Ταυτόχρονα δεν θα πρέπει να χάνει και την «ψυχή» της συγκρουσιακής και κοινωνικά ανατρεπτικής προοπτικής που δημιούργησε ο ΣΥΡΙΖΑ και πάνω στην οποία επένδυσαν εκατομμύρια πολίτες, ιδιαίτερα νέοι.
Στην πορεία αυτή ο ΣΥΡΙΖΑ και οι δυνάμεις της Αριστεράς οφείλουν να διατηρήσουν και να οικοδομήσουν νέα ποιοτικά στοιχεία με το λαϊκό και κοινωνικό κίνημα, που αποτέλεσε παράγοντα ανατροπής των πολιτικών συσχετισμών, διαμόρφωσης της νέας πολιτικής συνείδησης και νέων πολιτικών στάσεων. Και το οποίο και στις άμεσες εξελίξεις θα καλεστεί να αναλάβει ένα δυναμικό ρόλο υποστήριξης και εμβάθυνσης της πολιτικής ανατροπής του Μνημονίου.
Οι δυνάμεις της Αριστεράς με τον ΣΥΡΙΖΑ στην καίρια θέση που έχει αναδειχθεί αναλαμβάνουν μια ιστορική ευθύνη: να οδηγήσουν στη διαμόρφωση της νέας λαϊκής πλειοψηφίας και τον σχηματισμό μιας αριστερής διακυβέρνησης στον τόπο.
Ίσως, είναι μια έφοδος στην ελπίδα και το δικαίωμα στο όνειρο: μια πορεία στην οποία δεν μπορεί κανείς να λείψει και κανείς να τη διαψεύσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου