Του Άγγελου Μανταδάκη
Υπερψήφισαν το Μνημόνιο 2 από κοινού. Τον περασμένο Φεβρουάριο το θωρούσαν αναγκαίο και μονόδρομο.
Κατήγγειλαν ως «ανεύθυνους λαϊκιστές» όσους είχαν αντίθετη γνώμη. Έβαλαν τις υπογραφές τους κάτω από εγγυητικές επιστολές προς την τρόικα, ότι θα εφαρμόσουν τα μέτρα μετεκλογικά από οποιαδήποτε θέση κι αν βρεθούν...
Διέγραψαν με συνοπτικές διαδικασίες όσους βουλευτές τους το καταψήφισαν.
Πρόκειται για τους τότε αρχηγούς της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ.
Τα κόμματά τους υπέστησαν στις εκλογές της 6ης Μαΐου συντριπτική ήττα. Έπιασαν το χαμηλότερο δυνατό που είχαν ιστορικά.
Ηττήθηκαν με τη σαφή αποδοκιμασία του εκλογικού σώματος. Που ζήτησε με τον πιο επίσημο θεσμικό τρόπο την κατάργηση του Μνημονίου.
Τώρα έκαναν σημαία τους την επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου. Τώρα θυμήθηκαν ότι το Μνημόνιο είναι λάθος συνταγή με καταστροφικά αποτελέσματα και γι' αυτό πρέπει να αναθεωρηθεί.
Ζητούν λοιπόν ψήφο από τον ελληνικό λαό για να κάνουν αυτοί την επαναδιαπραγμάτευση, την αναθεώρηση του κακού Μνημονίου. Και επετίθεντο σε μια πρωτοφανή για την έκταση και την ένταση εκστρατεία κατά του ΣΥΡΙΖΑ - ΕΚΜ. Γιατί όμως αυτή η πανστρατιά; Γιατί τόση κινδυνολογία, τόση τρομοϋστερία, τόση σπέκουλα;
Ο ΣΥΡΙΖΑ πιστός στο λαϊκό αίτημα έθεσε από την αρχή το ζήτημα της ακύρωσης (κατάργησης) του μνημονίου.
Ανακύπτουν επομένως τρία κρίσιμα ερωτήματα που χρήζουν απαντήσεων από τους πρώην μνημονιακούς και νυν αναθεωρητικούς:
1) Αν το αίτημά τους για επαναδιαπραγμάτευση ή σταδιακή απαγκίστρωση από το Μνημόνιο δεν γίνει αποδεκτό από τους εταίρους - δανειστές. Αν οι τελευταίοι -όπως το δηλώνουν κάποιοι- αρνηθούν οποιαδήποτε αλλαγή στους όρους του Μνημονίου, πώς θα απαντήσει η ελληνική πλευρά; Όσοι υπερασπίζονται την επιλογή της επαναδιαπραγμάτευσης, απέναντι στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για ακύρωση των μέτρων, οφείλουν να αποσαφηνίσουν τη στάση τους. Δεν μπορεί να το ζητούν μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ.
2) Γιατί η γραμμή της ακύρωσης του Μνημονίου οδηγεί σε σύγκρουση με τους εταίρους και έξοδο από το ευρώ, ενώ εκείνη της απαγκίστρωσης με ορίζοντα το 2017 ή της σταδιακής αποδέσμευσης δεν θα προκαλέσει ανάλογες αντιδράσεις; Όταν και στην μια περίπτωση και στην άλλη -όπως τουλάχιστον μας βεβαιώνουν- το ζητούμενο ως αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η κατάργηση των καταστροφικών όρων του Μνημονίου και η απαλλαγή μας από αυτό. Γιατί οι εταίροι μας και δανειστές μας τη μια περίπτωση μπορούν να τη θεωρήσουν πρόκληση κατά της Ευρώπης και βήμα εξόδου, ενώ την άλλη να την αποδεχτούν;
3) Η επαναδιαπραγμάτευση: εφεύρημα ή όχι, εισήχθη πρόσφατα στον καθημερινό λόγο. Αλλά ποιο είναι το περιεχόμενό της; Τι συγκεκριμένα θα επιχειρήσει να αναθεωρήσει ή να καταργήσει; Δεν πρέπει να τα πουν εξ αρχής; Π.χ. θα ακυρωθούν τα μέτρα που οδηγούν στη νέα μείωση των κατώτατων μισθών; Ή των συντάξεων; Στις χιλιάδες απολύσεις εργαζομένων του Δημοσίου; Στο πάγωμα των μισθών; Στην ιδιωτικοποίηση των πακέτων της ΔΕΠΑ, ΕΛΠΕ, ΕΔΑΠ κ.λπ.; Στη μείωση της μετενέργειας για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας; Και ακόμα θα εξακολουθήσουν να χαρατσώνουν τον ελληνικό λαό;
Όσον αφορά στο πολιτικό κλίμα που αλλάζει στην Ευρώπη ευνοϊκά για τη χώρα μας, αυτό είναι σωστό. Μόνο που δεν έχει η αλλαγή αυτή την παραμικρή σχέση με τις μνημονιακές δυνάμεις στη χώρα μας.
Ο κ. Σαμαράς και ο κ. Βενιζέλος μέχρι πρόσφατα υπεραμύνονταν των Μνημονίων και των επιλογών των Βρυξελλών. Δεν διαπραγματεύτηκαν τίποτα απολύτως. Μόνο ψήφιζαν. Και κάτι παραπάνω απ' ό,τι τους έλεγαν. Είναι επομένως -ακόμα κι αν θεωρήσουμε ως την καλύτερη επιλογή την επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου- οι πλέον ακατάλληλοι για να επενδύσουμε σ' αυτούς. Μάλλον θα έλεγα «μοιραίοι» για τον τόπο.
Ακριβώς επειδή αλλάζει το κλίμα, χρειάζεται κυβέρνηση Αριστεράς. Όλα δείχνουν ότι είναι εφικτή. Το ρεύμα της αλλαγής που γεννήθηκε μέσα στις πλατείες είναι ένα γνήσιο λαϊκό ρεύμα που αντέχει και επιμένει, δεν χειραγωγείται, δεν περιθωριοποιείται. Αυτό στηρίζει την πρόταση της αριστερής κυβέρνησης. Το στοίχημα είναι μια ισχυρή πλειοψηφία, όσο γίνεται πιο ισχυρή για να διευκολύνει τις εξελίξεις ώστε στις 18 Ιουνίου να έχουμε κυβέρνηση που θα αναλάβει άμεσα, χωρίς χρονοτριβή, την ανακοπή της καταστροφικής καθόδου που μας επιβάλλουν οι αποτυχημένες πολιτικές.
Ο κ. Σαμαράς και ο κ. Βενιζέλος μέχρι πρόσφατα υπεραμύνονταν των Μνημονίων και των επιλογών των Βρυξελλών. Δεν διαπραγματεύτηκαν τίποτα απολύτως. Μόνο ψήφιζαν. Και κάτι παραπάνω απ' ό,τι τους έλεγαν
Κατήγγειλαν ως «ανεύθυνους λαϊκιστές» όσους είχαν αντίθετη γνώμη. Έβαλαν τις υπογραφές τους κάτω από εγγυητικές επιστολές προς την τρόικα, ότι θα εφαρμόσουν τα μέτρα μετεκλογικά από οποιαδήποτε θέση κι αν βρεθούν...
Διέγραψαν με συνοπτικές διαδικασίες όσους βουλευτές τους το καταψήφισαν.
Πρόκειται για τους τότε αρχηγούς της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ.
Τα κόμματά τους υπέστησαν στις εκλογές της 6ης Μαΐου συντριπτική ήττα. Έπιασαν το χαμηλότερο δυνατό που είχαν ιστορικά.
Ηττήθηκαν με τη σαφή αποδοκιμασία του εκλογικού σώματος. Που ζήτησε με τον πιο επίσημο θεσμικό τρόπο την κατάργηση του Μνημονίου.
Τώρα έκαναν σημαία τους την επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου. Τώρα θυμήθηκαν ότι το Μνημόνιο είναι λάθος συνταγή με καταστροφικά αποτελέσματα και γι' αυτό πρέπει να αναθεωρηθεί.
Ζητούν λοιπόν ψήφο από τον ελληνικό λαό για να κάνουν αυτοί την επαναδιαπραγμάτευση, την αναθεώρηση του κακού Μνημονίου. Και επετίθεντο σε μια πρωτοφανή για την έκταση και την ένταση εκστρατεία κατά του ΣΥΡΙΖΑ - ΕΚΜ. Γιατί όμως αυτή η πανστρατιά; Γιατί τόση κινδυνολογία, τόση τρομοϋστερία, τόση σπέκουλα;
Ο ΣΥΡΙΖΑ πιστός στο λαϊκό αίτημα έθεσε από την αρχή το ζήτημα της ακύρωσης (κατάργησης) του μνημονίου.
Ανακύπτουν επομένως τρία κρίσιμα ερωτήματα που χρήζουν απαντήσεων από τους πρώην μνημονιακούς και νυν αναθεωρητικούς:
1) Αν το αίτημά τους για επαναδιαπραγμάτευση ή σταδιακή απαγκίστρωση από το Μνημόνιο δεν γίνει αποδεκτό από τους εταίρους - δανειστές. Αν οι τελευταίοι -όπως το δηλώνουν κάποιοι- αρνηθούν οποιαδήποτε αλλαγή στους όρους του Μνημονίου, πώς θα απαντήσει η ελληνική πλευρά; Όσοι υπερασπίζονται την επιλογή της επαναδιαπραγμάτευσης, απέναντι στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για ακύρωση των μέτρων, οφείλουν να αποσαφηνίσουν τη στάση τους. Δεν μπορεί να το ζητούν μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ.
2) Γιατί η γραμμή της ακύρωσης του Μνημονίου οδηγεί σε σύγκρουση με τους εταίρους και έξοδο από το ευρώ, ενώ εκείνη της απαγκίστρωσης με ορίζοντα το 2017 ή της σταδιακής αποδέσμευσης δεν θα προκαλέσει ανάλογες αντιδράσεις; Όταν και στην μια περίπτωση και στην άλλη -όπως τουλάχιστον μας βεβαιώνουν- το ζητούμενο ως αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η κατάργηση των καταστροφικών όρων του Μνημονίου και η απαλλαγή μας από αυτό. Γιατί οι εταίροι μας και δανειστές μας τη μια περίπτωση μπορούν να τη θεωρήσουν πρόκληση κατά της Ευρώπης και βήμα εξόδου, ενώ την άλλη να την αποδεχτούν;
3) Η επαναδιαπραγμάτευση: εφεύρημα ή όχι, εισήχθη πρόσφατα στον καθημερινό λόγο. Αλλά ποιο είναι το περιεχόμενό της; Τι συγκεκριμένα θα επιχειρήσει να αναθεωρήσει ή να καταργήσει; Δεν πρέπει να τα πουν εξ αρχής; Π.χ. θα ακυρωθούν τα μέτρα που οδηγούν στη νέα μείωση των κατώτατων μισθών; Ή των συντάξεων; Στις χιλιάδες απολύσεις εργαζομένων του Δημοσίου; Στο πάγωμα των μισθών; Στην ιδιωτικοποίηση των πακέτων της ΔΕΠΑ, ΕΛΠΕ, ΕΔΑΠ κ.λπ.; Στη μείωση της μετενέργειας για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας; Και ακόμα θα εξακολουθήσουν να χαρατσώνουν τον ελληνικό λαό;
Όσον αφορά στο πολιτικό κλίμα που αλλάζει στην Ευρώπη ευνοϊκά για τη χώρα μας, αυτό είναι σωστό. Μόνο που δεν έχει η αλλαγή αυτή την παραμικρή σχέση με τις μνημονιακές δυνάμεις στη χώρα μας.
Ο κ. Σαμαράς και ο κ. Βενιζέλος μέχρι πρόσφατα υπεραμύνονταν των Μνημονίων και των επιλογών των Βρυξελλών. Δεν διαπραγματεύτηκαν τίποτα απολύτως. Μόνο ψήφιζαν. Και κάτι παραπάνω απ' ό,τι τους έλεγαν. Είναι επομένως -ακόμα κι αν θεωρήσουμε ως την καλύτερη επιλογή την επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου- οι πλέον ακατάλληλοι για να επενδύσουμε σ' αυτούς. Μάλλον θα έλεγα «μοιραίοι» για τον τόπο.
Ακριβώς επειδή αλλάζει το κλίμα, χρειάζεται κυβέρνηση Αριστεράς. Όλα δείχνουν ότι είναι εφικτή. Το ρεύμα της αλλαγής που γεννήθηκε μέσα στις πλατείες είναι ένα γνήσιο λαϊκό ρεύμα που αντέχει και επιμένει, δεν χειραγωγείται, δεν περιθωριοποιείται. Αυτό στηρίζει την πρόταση της αριστερής κυβέρνησης. Το στοίχημα είναι μια ισχυρή πλειοψηφία, όσο γίνεται πιο ισχυρή για να διευκολύνει τις εξελίξεις ώστε στις 18 Ιουνίου να έχουμε κυβέρνηση που θα αναλάβει άμεσα, χωρίς χρονοτριβή, την ανακοπή της καταστροφικής καθόδου που μας επιβάλλουν οι αποτυχημένες πολιτικές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου