ΤΟΥ ΣΤΕΛΙΟΥ ΛΟΥΜΑΚΗ
Το ηλεκτρικό ρεύμα έχει μια ιδιομορφία σε σχέση με άλλα προϊόντα και αγαθά: δεν αποθηκεύεται. Αυτό σημαίνει ότι τη στιγμή που παράγεται τόσο ακριβώς καταναλώνεται.
Σε μια κανονική χονδρεμπορική αγορά, π.χ. λαχαναγορά, η διαδικασία με την οποία διαμορφώνεται η τιμή του προϊόντος είναι απλή: ο παραγωγός πουλάει και ο αγοραστής αγοράζει σε μια τιμή που συμφωνούν εκείνη την ώρα και η οποία βγαίνει κυρίως από τον κανόνα προσφοράς και ζήτησης.
Στη χονδρεμπορική αγορά ρεύματος τα πράγματα, δεδομένης της ιδιομορφίας που αναφέραμε, δεν είναι τόσο απλά και για τη διαμόρφωση της τιμής, εκτός από τον κανόνα προσφοράς και ζήτησης, μπαίνουν και άλλοι παράγοντες που συνδιαμορφώνουν την τελική τιμή του ρεύματος. Τέτοιοι παράγοντες είναι οι εφεδρικές μονάδες, οι επικουρικές, η διαθεσιμότητα ισχύος κ.λπ. που βοηθούν στην ασφάλεια, στην επάρκεια και στην ποιότητα του ρεύματος και του συστήματος μεταφοράς του.
Ενώ φαινομενικά οι παράγοντες αυτοί είναι λογικοί, εφαρμόζονται με στρεβλό τρόπο και αποφέρουν σε μια πολύ μικρή ομάδα μεγαλοεπιχειρηματιών τεράστια χρηματικά ποσά. Κάθε ώρα της ημέρας βγαίνει η λεγόμενη οριακή τιμή συστήματος (ΟΤΣ) βάσει της οποίας αμείβονται όλοι όσοι εγχέουν συμβατική ενέργεια στο σύστημα και πληρώνουν όλοι όσοι παίρνουν ενέργεια από αυτό.
Οι παραγωγοί φυσικού αερίου, όμως, έχουν κατακτήσει το εξής καταπληκτικό, προς όφελός τους:
Επικαλούμενοι τεχνικούς λόγους (δεν μπορούν να σταματούν τις μηχανές τελείως), παρ' ότι πληρώνονται χωριστή αμοιβή για να είναι σε αναμονή (αποδεικτικά διαθεσιμότητας ισχύος), τις βάζουν όλοι να δουλεύουν συνεχώς εντός του συστήματος και να παράγουν στο τεχνικό τους ελάχιστο, που το έχουν προσδιορίσει στο 60% της ισχύος τους (ρελαντί).
Στην περίπτωση αυτή το σύστημα παίρνει υποχρεωτικά την παραγόμενη ενέργεια, ανεξάρτητα από το αν την ίδια ώρα υπάρχει προσφορά φθηνότερη, χωρίς το ρίσκο να τους απορρίψει επειδή έχουν δώσει υψηλή προσφορά. Το σπουδαιότερο, όμως, είναι ότι δεν αμείβονται ανταγωνιστικά με την τιμή που έχει το ρεύμα τη στιγμή εκείνη, αλλά με έναν άλλο ρυθμιζόμενο ειδικό τρόπο.
Το αποτέλεσμα: Ενώ η μέση τιμή για το πρώτο εξάμηνο του 2012 ήταν 63,2 ευρώ/mwh και με αυτή την τιμή αμείφθηκαν όλοι οι άλλοι παραγωγοί (ΔΕΗ), οι παραγωγοί Φ.Α. αμείφθηκαν κατά 101,5 ευρώ/mwh. Δηλαδή, σε μια δήθεν απελευθερωμένη αγορά, χωρίς το ρίσκο τι προσφορά θα δώσεις και μήπως μείνεις απ' έξω, να παίρνουν κάποιοι καπέλο 40 ευρώ την mwh πάνω από την ελεύθερα διαμορφωμένη τιμή κατά μέσον όρο. Η στρέβλωση αυτή, προς όφελος των παραγωγών φυσικού αερίου, λέγεται Μηχανισμός Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους και κοστίζει στους καταναλωτές 270 εκατ. ευρώ τον χρόνο, όπως έχει υπολογίσει η ΔΕΗ.
Τα πέντε εργοστάσια, αντί να δουλεύουν ανά τρία στο μέγιστο της ισχύος τους και να αμείβονται με 63,2 ευρώ/mwh, όπως δηλώνει η μέση ΟΤΣ, δουλεύουν και τα πέντε στο ρελαντί και αμείβονται 101,5 ευρώ/mwh. Αυτό λέγεται ελεύθερη αγορά;
Επιπλέον, ενώ οι μονάδες Φ.Α. επρόκειτο (αυτός είναι και ο βασικός τεχνικά λόγος της ύπαρξής τους) να είναι ευέλικτες ώστε να καλύπτουν τις διακυμάνσεις της ζήτησης, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Παραμένουν, δηλαδή, τις περισσότερες ώρες του 24ώρου ανελαστικά "κλειδωμένες" στο 60%, ώστε να αμείβονται προνομιακά με ρυθμισμένη τιμή (με σημαντικό καπέλο) και όλη τη διακύμανση την απορροφά ο λιγνίτης εκτοπιζόμενος.
Ειδικά τις νυχτερινές ώρες, όταν η τιμή που προσφέρουν, π.χ. τα υδροηλεκτρικά και ο λιγνίτης, είναι 30-40 ευρώ, είναι τεράστιο σκάνδαλο να τα εκτοπίζεις και να παίρνεις αντί αυτών ρεύμα από Φ.Α. και να το πληρώνεις 110 ευρώ/MWh. Τα χρήματα δε αυτά να πηγαίνουν κατά μεγάλο μέρος στο εξωτερικό, αφού το Φ.Α. είναι εισαγόμενο, και να τροφοδοτούν φυσικά το έλλειμμα της χώρας μας.
Το ηλεκτρικό ρεύμα έχει μια ιδιομορφία σε σχέση με άλλα προϊόντα και αγαθά: δεν αποθηκεύεται. Αυτό σημαίνει ότι τη στιγμή που παράγεται τόσο ακριβώς καταναλώνεται.
Σε μια κανονική χονδρεμπορική αγορά, π.χ. λαχαναγορά, η διαδικασία με την οποία διαμορφώνεται η τιμή του προϊόντος είναι απλή: ο παραγωγός πουλάει και ο αγοραστής αγοράζει σε μια τιμή που συμφωνούν εκείνη την ώρα και η οποία βγαίνει κυρίως από τον κανόνα προσφοράς και ζήτησης.
Στη χονδρεμπορική αγορά ρεύματος τα πράγματα, δεδομένης της ιδιομορφίας που αναφέραμε, δεν είναι τόσο απλά και για τη διαμόρφωση της τιμής, εκτός από τον κανόνα προσφοράς και ζήτησης, μπαίνουν και άλλοι παράγοντες που συνδιαμορφώνουν την τελική τιμή του ρεύματος. Τέτοιοι παράγοντες είναι οι εφεδρικές μονάδες, οι επικουρικές, η διαθεσιμότητα ισχύος κ.λπ. που βοηθούν στην ασφάλεια, στην επάρκεια και στην ποιότητα του ρεύματος και του συστήματος μεταφοράς του.
Ενώ φαινομενικά οι παράγοντες αυτοί είναι λογικοί, εφαρμόζονται με στρεβλό τρόπο και αποφέρουν σε μια πολύ μικρή ομάδα μεγαλοεπιχειρηματιών τεράστια χρηματικά ποσά. Κάθε ώρα της ημέρας βγαίνει η λεγόμενη οριακή τιμή συστήματος (ΟΤΣ) βάσει της οποίας αμείβονται όλοι όσοι εγχέουν συμβατική ενέργεια στο σύστημα και πληρώνουν όλοι όσοι παίρνουν ενέργεια από αυτό.
Οι παραγωγοί φυσικού αερίου, όμως, έχουν κατακτήσει το εξής καταπληκτικό, προς όφελός τους:
Επικαλούμενοι τεχνικούς λόγους (δεν μπορούν να σταματούν τις μηχανές τελείως), παρ' ότι πληρώνονται χωριστή αμοιβή για να είναι σε αναμονή (αποδεικτικά διαθεσιμότητας ισχύος), τις βάζουν όλοι να δουλεύουν συνεχώς εντός του συστήματος και να παράγουν στο τεχνικό τους ελάχιστο, που το έχουν προσδιορίσει στο 60% της ισχύος τους (ρελαντί).
Στην περίπτωση αυτή το σύστημα παίρνει υποχρεωτικά την παραγόμενη ενέργεια, ανεξάρτητα από το αν την ίδια ώρα υπάρχει προσφορά φθηνότερη, χωρίς το ρίσκο να τους απορρίψει επειδή έχουν δώσει υψηλή προσφορά. Το σπουδαιότερο, όμως, είναι ότι δεν αμείβονται ανταγωνιστικά με την τιμή που έχει το ρεύμα τη στιγμή εκείνη, αλλά με έναν άλλο ρυθμιζόμενο ειδικό τρόπο.
Το αποτέλεσμα: Ενώ η μέση τιμή για το πρώτο εξάμηνο του 2012 ήταν 63,2 ευρώ/mwh και με αυτή την τιμή αμείφθηκαν όλοι οι άλλοι παραγωγοί (ΔΕΗ), οι παραγωγοί Φ.Α. αμείφθηκαν κατά 101,5 ευρώ/mwh. Δηλαδή, σε μια δήθεν απελευθερωμένη αγορά, χωρίς το ρίσκο τι προσφορά θα δώσεις και μήπως μείνεις απ' έξω, να παίρνουν κάποιοι καπέλο 40 ευρώ την mwh πάνω από την ελεύθερα διαμορφωμένη τιμή κατά μέσον όρο. Η στρέβλωση αυτή, προς όφελος των παραγωγών φυσικού αερίου, λέγεται Μηχανισμός Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους και κοστίζει στους καταναλωτές 270 εκατ. ευρώ τον χρόνο, όπως έχει υπολογίσει η ΔΕΗ.
Τα πέντε εργοστάσια, αντί να δουλεύουν ανά τρία στο μέγιστο της ισχύος τους και να αμείβονται με 63,2 ευρώ/mwh, όπως δηλώνει η μέση ΟΤΣ, δουλεύουν και τα πέντε στο ρελαντί και αμείβονται 101,5 ευρώ/mwh. Αυτό λέγεται ελεύθερη αγορά;
Επιπλέον, ενώ οι μονάδες Φ.Α. επρόκειτο (αυτός είναι και ο βασικός τεχνικά λόγος της ύπαρξής τους) να είναι ευέλικτες ώστε να καλύπτουν τις διακυμάνσεις της ζήτησης, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Παραμένουν, δηλαδή, τις περισσότερες ώρες του 24ώρου ανελαστικά "κλειδωμένες" στο 60%, ώστε να αμείβονται προνομιακά με ρυθμισμένη τιμή (με σημαντικό καπέλο) και όλη τη διακύμανση την απορροφά ο λιγνίτης εκτοπιζόμενος.
Ειδικά τις νυχτερινές ώρες, όταν η τιμή που προσφέρουν, π.χ. τα υδροηλεκτρικά και ο λιγνίτης, είναι 30-40 ευρώ, είναι τεράστιο σκάνδαλο να τα εκτοπίζεις και να παίρνεις αντί αυτών ρεύμα από Φ.Α. και να το πληρώνεις 110 ευρώ/MWh. Τα χρήματα δε αυτά να πηγαίνουν κατά μεγάλο μέρος στο εξωτερικό, αφού το Φ.Α. είναι εισαγόμενο, και να τροφοδοτούν φυσικά το έλλειμμα της χώρας μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου