O Ευτύχης Μπιτσάκης συζητά με τον Σπύρο Μανουσέλη
Ολοι πιστεύουμε ότι οι σύγχρονες φυσικές επιστήμες γεννήθηκαν και εξελίχθηκαν σε πλήρη αντίθεση ή και ρήξη με τις προγενέστερες οντολογικές, μεταφυσικές ή θεολογικές προσεγγίσεις του παρελθόντος. Πόσοι όμως από εμάς υποψιάζονται ότι αυτή η μεγάλη τομή που, από τον 17ο αιώνα και μετά, διαφοροποιεί την αρχαία και μεσαιωνική σκέψη από τη νεότερη επιστημονική σκέψη βασίστηκε όχι μόνο σε νέα παρατηρησιακά ή θεωρητικά δεδομένα αλλά και σε υπόρρητες μεταφυσικές παραδοχές;
Παραδόξως, η «Μεγάλη Επιστημονική Επανάσταση», και η πρωτοφανής γνωστική-τεχνολογική ιδιοποίηση της Φύσης που προέκυψε από αυτήν, προϋπέθετε εξ αρχής (και εξακολουθεί να προϋποθέτει) τη σιωπηρή αποδοχή κάποιων αναπόδεικτων μεταφυσικών παραδοχών. Υπόρρητες ή και άρρητες μεταφυσικές παραδοχές, από τις οποίες δεν είναι καθόλου εύκολο -και ενδεχομένως ούτε επιθυμητό- να απαλλαγεί
η επιστημονική σκέψη. Με αφορμή την έκδοση του τελευταίου βιβλίου του Ευτύχη Μπιτσάκη «Η εξέλιξη των θεωριών της φυσικής» από τις εκδόσεις Δαίδαλος, ζητήσαμε από τον συγγραφέα του να μας εξηγήσει γιατί θεωρεί ιστορικά αναγκαία αλλά και εξαιρετικά γόνιμη επιστημολογικά αυτή την «άνομη» συμβίωση της επιστήμης με τη φιλοσοφία
Ολοι πιστεύουμε ότι οι σύγχρονες φυσικές επιστήμες γεννήθηκαν και εξελίχθηκαν σε πλήρη αντίθεση ή και ρήξη με τις προγενέστερες οντολογικές, μεταφυσικές ή θεολογικές προσεγγίσεις του παρελθόντος. Πόσοι όμως από εμάς υποψιάζονται ότι αυτή η μεγάλη τομή που, από τον 17ο αιώνα και μετά, διαφοροποιεί την αρχαία και μεσαιωνική σκέψη από τη νεότερη επιστημονική σκέψη βασίστηκε όχι μόνο σε νέα παρατηρησιακά ή θεωρητικά δεδομένα αλλά και σε υπόρρητες μεταφυσικές παραδοχές;
Παραδόξως, η «Μεγάλη Επιστημονική Επανάσταση», και η πρωτοφανής γνωστική-τεχνολογική ιδιοποίηση της Φύσης που προέκυψε από αυτήν, προϋπέθετε εξ αρχής (και εξακολουθεί να προϋποθέτει) τη σιωπηρή αποδοχή κάποιων αναπόδεικτων μεταφυσικών παραδοχών. Υπόρρητες ή και άρρητες μεταφυσικές παραδοχές, από τις οποίες δεν είναι καθόλου εύκολο -και ενδεχομένως ούτε επιθυμητό- να απαλλαγεί
η επιστημονική σκέψη. Με αφορμή την έκδοση του τελευταίου βιβλίου του Ευτύχη Μπιτσάκη «Η εξέλιξη των θεωριών της φυσικής» από τις εκδόσεις Δαίδαλος, ζητήσαμε από τον συγγραφέα του να μας εξηγήσει γιατί θεωρεί ιστορικά αναγκαία αλλά και εξαιρετικά γόνιμη επιστημολογικά αυτή την «άνομη» συμβίωση της επιστήμης με τη φιλοσοφία
Στα δύο τελευταία βιβλία σας ασχολείστε συστηματικά με το ζήτημα της επιστημολογίας. Στο πρώτο, «Το αειθαλές δέντρο της γνώσεως», βιβλίο ουσιαστικά γνωσιοθεωρητικό, προτάσσετε μια εισαγωγή 55 σελίδων προκειμένου να αποκαλύψετε τη στενή διαπλοκή των επιστημών με τη φιλοσοφία. Ενώ στο πιο πρόσφατο, «Η εξέλιξη των θεωριών της φυσικής», σε μια εισαγωγή 25 σελίδων διερευνάτε τον καταστατικό ορισμό, τα ρεύματα και τη λειτουργία της επιστημολογίας. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με ένα προκλητικό ερώτημα: τι νόημα έχει σήμερα η ενασχόληση με την επιστημολογία, δεδομένου ότι η πλειονότητα των ειδικών επιστημόνων θεωρεί ότι είναι άχρηστη και ότι με αυτήν ασχολούνται μόνο κάποιοι αποτυχημένοι επιστήμονες;
«Η λέξη "επιστημολογία" είναι σχετικά πρόσφατη. Ομως επιστημολογία έκαναν, πολύ πριν επινοηθεί η λέξη, ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Δημόκριτος και οι Στωικοί. Το πρόβλημα της επιστημονικής αλήθειας και γενικότερα του γίγνεσθαι των επιστημών απασχόλησε και τους μεσαιωνικούς και τους νεότερους φιλοσόφους (ας θυμηθούμε τον Καντ, τον Χέγκελ και τον Μαρξ). Αλλά με τη θεμελίωση της νεωτερικής επιστήμης και ειδικά της φυσικής ασχολήθηκαν όλοι οι δημιουργοί της, από τον Γαλιλαίο και τον Νεύτωνα έως τον Αϊνστάιν, τον Ντε Μπρέιγ, τον Χάιζενμπεργκ, τον Σρέντινγκερ, τον Λανζεβέν κ.ά. Γιατί; Επειδή κάθε επιστήμη, και ειδικά οι θεωρητικές, θεμελιώνεται σε φιλοσοφικές και επιστημολογικές προκείμενες: υλιστικές, ιδεαλιστικές ή εμπειριστικές.
Ο Νεύτων π.χ. θεμελίωσε τη φυσική του σε έναν μεταφυσικό ρεαλισμό (άτομα, κενό, δημιουργία). Ο Αϊνστάιν σε έναν κριτικό ρεαλισμό. Η κυματομηχανική του Ντε Μπρέιγ είναι "υλιστική", ενώ ο Χάιζενμπεργκ διατύπωσε την κβαντομηχανική με βάση το θετικιστικό αξίωμα ότι υπάρχει μόνο αυτό που παρατηρείται. Ο ρόλος της φιλοσοφίας και της επιστημολογίας στη θεμελίωση της φυσικής, όπως και των άλλων επιστημών, είναι δεδομένος. Ομως, θεμελίωση δεν σημαίνει και κατανόηση των θεμελίων και των δυνατοτήτων της νέας επιστήμης!
Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο ότι η διαμάχη για την κατανόηση του φυσικού περιεχομένου της σχετικότητας συνεχίζεται επί έναν αιώνα και της κβαντομηχανικής -γενικότερα της μικροφυσικής- επί ογδόντα χρόνια, ενώ η υπόθεση της Μεγάλης Εκρηξης (Big Bang) τροφοδότησε ατελείωτες διαμάχες καθώς και έναν σύγχρονο επιστημονικοφανή μυστικισμό.
Φιλοσοφία και επιστημολογία έδρασαν είτε ως καταλύτες είτε ως εμπόδια στη θεμελίωση και την ερμηνεία της φυσικής και γενικότερα των φυσικών επιστημών. Αναδραστικά, οι μεγάλες επιστημονικές επαναστάσεις του εικοστού αιώνα επέδρασαν καταλυτικά στην ανανέωση της φιλοσοφίας. Η επίδραση αυτή δεν ήταν, βέβαια, πάντοτε προς την κατεύθυνση ενός σύγχρονου ορθολογισμού. Οι θεωρίες του Αϊνστάιν τροφοδότησαν έναν γνωσιολογικό σχετικισμό και τον σύγχρονο αντι-υλισμό, αντίθετα με τις πεποιθήσεις του δημιουργού τους και με το φυσικό τους περιεχόμενο. Η μικροφυσική τροφοδότησε τις δοξασίες για την ελεύθερη βούληση, έναν σύγχρονο πλατωνισμό, την παραψυχολογία, την πίστη στα θαύματα κ.λπ.
Ως προς τους επιστημολόγους: η ενασχόληση με την επιστημολογία απαιτεί διπλή και τριπλή παιδεία, επιστημονική και φιλοσοφική. Σήμερα όλο και περισσότεροι μαθηματικοί, φυσικοί, αστροφυσικοί, βιολόγοι, ψυχολόγοι, κ.ά. ασχολούνται επαγγελματικά με την επιστημολογία. Το περί "αποτυχημένων" εξηγείται από τη στενή ειδίκευση και τη μονομέρεια της πλειοψηφίας των ειδικών. Από τον σημερινό κατακερματισμό της γνώσης».
Σε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κεφάλαιο του τελευταίου βιβλίου σας για την εξέλιξη των θεωριών της φυσικής ασκείτε καταλυτική κριτική στο καθιερωμένο σήμερα κοσμολογικό μοντέλο του Big Bang. Θα θέλατε να μας εξηγήσετε το γιατί;
«Το πρόβλημα της ύπαρξης και της φύσης του "Σύμπαντος" απασχόλησε τους ανθρώπους από τότε που ήταν σε θέση να το διατυπώσουν. Αρχικά με τις μυθικές κοσμογονίες, κατόπιν με τις φιλοσοφικές κοσμολογίες, κυρίως των Προσωκρατικών. Πρώτο επιστημονικό πρότυπο εξήγησης ήταν το μηχανιστικό σύμπαν του Νεύτωνα (άτομα, κενό, στιγμιαίες αλληλεπιδράσεις). Η γενική θεωρία της σχετικότητας, που είναι μια χρονο-γεωμετρική θεωρία της βαρύτητας, αποτέλεσε το μαθηματικό πλαίσιο των σύγχρονων κοσμολογικών προτύπων και, φυσικά, του κυρίαρχου σήμερα μοντέλου της Μεγάλης Εκρηξης (Big Bang, ειρωνική ονομασία που δόθηκε από τον μεγάλο αστροφυσικό Fred Hoyle). Η σύνδεση του γεωμετρικού προτύπου με τις κατακτήσεις της μικροφυσικής έδωσε φυσικό περιεχόμενο σε αυτό το πρότυπο. Στο πλαίσιό του εξηγήθηκαν παρατηρησιακά δεδομένα και διατυπώθηκαν θεωρίες επαναστατικού χαρακτήρα: το "Σύμπαν" βρίσκεται σε αέναη εξέλιξη και αλλαγή και, το κυριότερο, η ύλη του "Σύμπαντος" δεν είχε πάντα την ίδια μορφή. Η ιστορικότητα των μορφών της ύλης ήταν το πιο επαναστατικό "προϊόν" του προτύπου του Big Bang, που κλόνισε τα θεμέλια τόσο του μηχανιστικού υλισμού όσο και του δόγματος της δημιουργίας.
Μπορούμε όμως να αποφανθούμε για το Σύμπαν (για παν ό,τι υπάρχει); Οι αρχαίοι διέκριναν τις έννοιες Σύμπαν και Κόσμος. Η γενική θεωρία της σχετικότητας είναι μια "τοπική θεωρία". Ομως οι οπαδοί του Big Bang πιστεύουν ότι το πρότυπό τους είναι το πραγματικό πρότυπο του Σύμπαντος. Οτι το Σύμπαν "γεννήθηκε" πριν από 15 δισεκατομμύρια χρόνια!
Ποιες είναι όμως οι βασικές παραδοχές του Big Bang; Πριν από την έκρηξη δεν υπήρχε ούτε ο χώρος ούτε ο χρόνος. Η ύλη του Σύμπαντος περιοριζόταν σε μια σημειακή ιδιομορφία, δηλαδή μια κατάσταση μηδενικού όγκου και άπειρης θερμοκρασίας. Αν πάρουμε στα σοβαρά αυτά τα αξιώματα, τότε το Σύμπαν γεννήθηκε στο ποτέ και στο πουθενά και έκτοτε διαστέλλεται. Σας θυμίζω ότι και κατά τον Ιερό Αυγουστίνο, ο Θεός δημιούργησε το Σύμπαν "ουχί εν χώρω και χρόνω, αλλά μετά του χώρου και του χρόνου". Τα δύο πρώτα αξιώματα στερούνται νοήματος.
Και οι απειρότητες; Κατά τον Αριστοτέλη, το άπειρο είναι "αεί γε έτερον και έτερον". Σε σύγχρονη γλώσσα, θα λέγαμε ότι δεν υπάρχει «μέτρον» του απείρου: ο ορισμός μέτρου θα συνιστούσε και την άρνησή του. Τι μπορεί να σημαίνουν, λοιπόν, άπειρη πυκνότητα και άπειρη θερμοκρασία; Συνεπώς, τα βασικά αξιώματα του μοντέλου στερούνται νοήματος. Δεν θα μάθουμε ποτέ τι υπήρχε πριν από το Big Bang ή τι ακριβώς έγινε τη στιγμή της Μεγάλης Εκρηξης. Το μοντέλο αυτό ούτε επαληθεύεται ούτε διαψεύδεται. Είναι λοιπόν φανερό ότι δεν πρόκειται για επιστημονική υπόθεση, αλλά για οιονεί μεταφυσικό πρότυπο.
Επιπλέον, οι εξισώσεις του Αϊνστάιν δεν λύνονται στο σημείο μηδέν. Μετατοπίζοντας τη φιλοδοξία τους στο 10-43 δευτερόλεπτα, οι κοσμολόγοι ξεπερνούν τυπικά το μαθηματικό εμπόδιο, όμως το πρότυπο μένει υποχείριο των μεταφυσικών παραδοχών του. Το ίδιο ισχύει και για τα πληθωριστικά σενάρια που δέχονται μία, πολλές ή άπειρες εκρήξεις. Η κοσμολογία είναι τοπική επιστήμη και θα καταφέρει να "αποτοξινωθεί" από τη μεταφυσική μόνο αν αναγνωρίσει ότι είναι η επιστήμη του προσιτού σήμερα μέρους του Σύμπαντος.
Υπάρχουν ωστόσο και άλλες δυσκολίες: η "ηλικία" του Σύμπαντος υπολογίζεται με βάση την τιμή της σταθεράς του Hubble. Ποια είναι όμως η τιμή αυτής της σταθεράς; Αγνωστο! Με τιμή 45 (Sandage), το Σύμπαν έχει ηλικία 18 δισεκατομμύρια έτη. Με τιμή 85 (de Vaucouleurs), έχει ηλικία μόλις 8 δισεκατομμύρια έτη.
Αλλη θεμελιώδης παραδοχή είναι η ομοιογένεια και η ισοτροπία της κατανομής της ύλης στον χωρο-χρόνο. Οπως όμως εξηγώ αναλυτικά στο τελευταίο μου βιβλίο, σήμερα έχει πλέον αποδειχθεί ότι το "Σύμπαν" είναι ανομοιογενές, ανισότροπο και ιεραρχημένο. Εμείς π.χ. "βρισκόμαστε" κάπου σε μια "πίτα" μήκους δισεκατομμυρίων ετών φωτός, η οποία περιβάλλεται από αχανείς εκτάσεις κενού. Η μετατόπιση προς το ερυθρό του φάσματος των γαλαξιών θεωρήθηκε απόδειξη της διαστολής. Αλλά το φαινόμενο αυτό είχε ήδη προβλεφθεί από τους Findlay-Freundlich και Born στο πλαίσιο ενός στάσιμου Σύμπαντος και από τον Eddington χωρίς Big Bang. Επιπλέον, υπάρχουν θεωρίες που εξηγούν τη μετατόπιση ως τοπικό και όχι ως κοσμολογικό φαινόμενο (Hoyle, Narlikar, Arp, Pecker, Vigier).
Μια άλλη "απόδειξη": η δημιουργία των χημικών στοιχείων κατά την πρώτη στιγμή. Αλλά σύμφωνα με άλλες θεωρίες (Hoyle, Pecker κ.ά.), τα χημικά στοιχεία δημιουργήθηκαν στους γαλαξίες και όχι την πρώτη στιγμή. Και τα κβάζαρς, αυτά τα λαμπρά αντικείμενα με τη μεγάλη μετατόπιση εξαιτίας της οποίας θεωρήθηκε ότι βρίσκονται στις εσχατιές του Σύμπαντος; Και αυτό το θεμέλιο κλονίζεται. Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του Halton Arp (του επονομαζόμενου "Γαλιλαίου της κοσμολογίας"), τα κβάζαρς είναι θραύσματα που εξακοντίζονται από τις καρδιές γαλαξιών και που συχνά συνδέονται μ' αυτούς με υλικές γέφυρες.
Συμπέρασμα: η μάχη για την κοσμολογία συνεχίζεται. Και είναι αντίθετο με την επιστημονική δεοντολογία να μην αναφέρεται από τους οπαδούς του Big Bang η ύπαρξη και άλλων μοντέλων, θεωριών και παρατηρησιακών δεδομένων που αντιφάσκουν με το κυρίαρχο πρότυπο».
Δημιουργεί κάποια αμηχανία στον αναγνώστη του τελευταίου σας βιβλίου ότι ενώ αφιερώνετε τρία ολόκληρα κεφάλαια στην κβαντική μηχανική, το κάνετε για να καταλήξετε σε μια μάλλον αιρετική και αναμφίβολα μειοψηφική ερμηνεία των κβαντικών φαινομένων. Αν, όπως υποστηρίζετε, πρόκειται για μια «προβληματική» θεωρία, πώς εξηγείται ότι εξακολουθεί να πείθει την πλειονότητα των ερευνητών;
«Τα επιστημονικά προβλήματα δεν λύνονται με το πλειοψηφικό σύστημα. Και αυτό που σήμερα θεωρείται αιρετικό μπορεί κάποτε να αποδειχθεί ότι αντιπροσώπευε κάποια αλήθεια. Λοιπόν: το Σύμπαν του Νεύτωνα ήταν ρεαλιστικό, αιτιοκρατημένο και μηχανιστικό. Οι θεωρίες του Αϊνστάιν είναι ρεαλιστικές, αιτιοκρατικές και τοπικές (δέχονται την πεπερασμένη ταχύτητα των φυσικών αλληλεπιδράσεων). Οι θεωρίες του Αϊνστάιν ενίσχυσαν τη γνωσιολογική αισιοδοξία, την πεποίθηση δηλαδή ότι η ανθρώπινη νόηση μπορεί να κατακτήσει αντικειμενικές αλήθειες. Η κβαντομηχανική φάνηκε ότι κλονίζει αυτή την αισιοδοξία.
Τα μικροσωμάτια θεωρήθηκαν από πολλούς (Χάιζενμπεργκ κ.ά.) μαθηματικά ιδεατά και όχι υλικές οντότητες. Ενα είδος πλατωνισμού θεμελιώθηκε λοιπόν στη φιλοσοφική παρανόηση της έννοιας "ύλη". Επίσης, η κβαντομηχανική είναι μια πιθανοκρατική θεωρία. Αντίθετα δηλαδή με το αξίωμα του Νεύτωνα, από μια αρχική κατάσταση μπορεί να προκύψουν περισσότερες από μία τελικές καταστάσεις. Συμπέρασμα της λεγόμενης "ορθόδοξης σχολής": η φύση δεν σέβεται την αρχή της αιτιότητας. Ακόμη χειρότερα: τα μικροσωμάτια διαθέτουν ελεύθερη βούληση! Και η επωδός: η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου εδράζεται στην ελεύθερη βούληση των μικροσωματίων. Επιπλέον, κατά την ερμηνεία της Κοπεγχάγης (ορθόδοξη σχολή), οι ανισότητες του Χάιζενμπεργκ απαγορεύουν την ταυτόχρονη γνώση της θέσης και της ορμής ενός σωματίου. Αυθαίρετο συμπέρασμα: η αρχή της αιτιότητας δεν ισχύει στον μικρόκοσμο.
Αλλο σημείο ιδεολογικής χρήσης της μικροφυσικής: στην περιοχή της υποτίθεται ότι δεν ισχύει η αρχή της τοπικότητας. Αυτό οδηγεί σε ακόμη πιο εξωφρενικά συμπεράσματα: μπορούμε να τηλεγραφήσουμε στο παρελθόν, η παραψυχολογία και τα θαύματα είναι υπαρκτά, εκτός από το τοπικό έχουμε και ένα αστρικό σώμα, μπορούμε να προβλέψουμε το μέλλον, κ.λπ. Και από τη σύζευξη της ειδικής σχετικότητας με τη μικροφυσική συνάγεται ότι το Σύμπαν αποτελείται από άυλη ενέργεια, καταρρίπτεται ο υλισμός κ.λπ.
Η επιστήμη δεν "φωτίζει μόνο τα σκοτάδια", είναι ταυτόχρονα παραγωγός ιδεολογίας. Στα τρία τελευταία κεφάλαια του βιβλίου μου προτείνω μια εναλλακτική προσέγγιση στην ερμηνεία της Κοπεγχάγης: μια ρεαλιστική, αιτιοκρατική και τοπική ερμηνεία της κβαντομηχανικής. Ιδωμεν!».
Ο Ευτύχης Μπιτσάκης, Ενας ασυμβίβαστος μαχητής της ελεύθερης ορθολογικής σκέψης, γεννήθηκε το 1927 στο χωριό Κάδρος της Κρήτης.
Σπούδασε χημεία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, θεωρητική φυσική και φιλοσοφία στο Παρίσι. Είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Paris VIII και διδάκτωρ Επικρατείας της Γαλλίας στη φιλοσοφία των επιστημών. Εργάστηκε ερευνητικά στο Πυρηνικό Κέντρο Saclay και στο εργαστήριο πυρηνικής φυσικής του College de France. Δίδαξε μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Paris ΧΙ και φιλοσοφία των επιστημών στο Πανεπιστήμιο Paris VIII. Οταν το 1976 επέστρεψε στην Ελλάδα, εργάστηκε ως κύριος ερευνητής στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών. Μετά από πολλές δυσκολίες, λόγω του «βεβαρημένου» πολιτικού του μητρώου, εκλέχθηκε το 1981 τακτικός καθηγητής στην έδρα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Επίσης, έχει διδάξει στο Φυσικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών το μάθημα «Εισαγωγή στις Φυσικές Θεωρίες». Από τα μαθητικά του χρόνια εντάχθηκε στο αριστερό κίνημα και στη διάρκεια του Εμφυλίου καταδικάστηκε σε πολυετή φυλάκιση. Είναι συγγραφέας πολλών αξιόλογων επιστημονικών και φιλοσοφικών βιβλίων, τα περισσότερα από τα οποία έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες. Τα πιο πρόσφατα βιβλία του είναι: «Το αειθαλές δέντρο της γνώσεως» (εκδ. Αγρα), ένα εκτενές δοκίμιο πάνω στις πιο πρόσφατες γνωσιοθεωρητικές του αναζητήσεις, και «Η εξέλιξη των θεωριών της φυσικής» (εκδ. Δαίδαλος), ένα εντυπωσιακό διδακτικό βιβλίο ιστορικής και επιστημολογικής διερεύνησης των θεμελίων της σύγχρονης φυσικής. Επίσης συνέβαλε αποφασιστικά στη δημιουργία των περιοδικών «Σύγχρονα Θέματα» και «Διαλεκτική», ενώ από το 1992 μέχρι σήμερα είναι εκδότης του περιοδικού «Ουτοπία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου