Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2012

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΕΧΟΥΝ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ

του Νικου Σαραντακου
Το σημερινό σημείωμα είναι το πρώτο μετά τη θερινή ανάπαυλα. Πριν από δυο μήνες, όταν δημοσιεύτηκε το προηγούμενο, είχε μόλις σχηματιστεί η ημιτρικομματική κυβέρνηση συνεργασίας, και καθώς τα κόμματα που τη σχημάτισαν είχαν υιοθετήσει, και τα τρία, για προεκλογική τους παντιέρα την «επαναδιαπραγμάτευση» των όρων του Μνημονίου με τους δανειστές μας, θα περίμενε κανείς να έχει ξεκινήσει ήδη αυτή η διαδικασία, περιέργως όμως το μόνο που ακούμε πια είναι τα περίφημα επιπρόσθετα 11,5 δισεκατομμύρια που πρέπει να εξοικονομηθούν από το πετσί μας, που τον τελευταίο καιρό έχουν κι αυτά αρχίσει νʼ αβγατίζουν και να γίνονται 13, 15, 18 ή και 22. Μια λοιπόν που κανείς δεν προφέρει πια τη λέξη που είχε γίνει καραμέλα τους προηγούμενους μήνες, σκέφτομαι νʼ αφιερώσω το σημερινό σημείωμα στη… συντομότερη εννεασύλλαβη λέξη της ελληνικής γλώσσας, την «επαναδιαπραγμάτευση». Εντάξει, παραδέχομαι ότι η «επαναδιαπραγμάτευση» μπορεί να θεωρηθεί και οχτασύλλαβη, αν το «διά» το προφέρουμε μονοσύλλαβο· όμως δεν τη λέω γιʼ αυτό συντομότερη, αλλά επειδή ούτε καν ακούστηκε κατά την πρόσφατη περιοδεία του πρωθυπουργού στην Ευρώπη, οπότε πρέπει να σκεφτούμε ότι θα την πρόφερε τόσο γρήγορα ο πρωθυπουργός που δεν θα προλάβαμε να την ακούσουμε -- ή ότι την κατάπιε ώσπου νʼ ανοιγοκλείσουμε τα μάτια μας.

Η επαναδιαπραγμάτευση είναι από τις σχετικά λιγοστές ελληνικές σύνθετες λέξεις με τρεις προθέσεις, επί, ανά και διά. Πίσω της βρίσκουμε τη διαπραγμάτευση, από το «διαπραγματεύομαι», που είναι ήδη αρχαίο και σήμαινε στα ελληνιστικά χρόνια «βγάζω κέρδος από εμπορικές υποθέσεις», και βέβαια στο βάθος έχουμε το πράγμα, από την πολυμελέστατη οικογένεια λέξεων που έχουν γενάρχη τους το ρήμα «πράττω». Το πράγμα (και πρήγμα το έλεγαν οι Ίωνες) σήμαινε στα αρχαία όχι μόνο το κάθε αντικείμενο, υλικό ή νοητό, αλλά, ιδίως στον πληθυντικό, τις δημόσιες και ιδιωτικές υποθέσεις, τα σοβαρά ζητήματα, καμιά φορά και τις σκοτούρες (ένας ενοχλητικός «παρείχε πράγματα»), καθώς και τα κοινά, την πολιτική κατάσταση, σημασία που επιβιώνει και σήμερα, όταν λέμε ότι το τάδε κόμμα «ήρθε στα πράγματα».
Στη νεότερη γλώσσα το πράγμα εξελίχθηκε και σε πράμα, κυρίως σε λαϊκές χρήσεις, κι έτσι τα πράματα είναι τα ζώα που έβοσκε κάποιος, το πράμα είναι τα γεννητικά όργανα, ανεξαρτήτως φύλου, ενώ στα κρητικά χρησιμοποιείται σε αρνητικές προτάσεις, π.χ. δεν κατέχω πράμα = δεν ξέρω τίποτε. Υπάρχουν επίσης πάμπολλες εκφράσεις με το πράμα ή το πράγμα, από το «άλλο πράμα» που λέμε για να παινέψουμε την εξαιρετική ποιότητα («κάτι σταφύλια, άλλο πράμα») ή το «πράματα και θάματα» για γεγονότα που προκαλούν μεγάλη εντύπωση, έως το σχετικά πρόσφατο «ένα πράμα» που χρησιμοποιείται επιρρηματικά σε φράσεις σύγκρισης, ή το επίσης πρόσφατο και μάλλον αγγλοφερμένο «να κάνουμε πράγματα», που το βρίσκω αντιπαθέστατο.
Το «διαπραγματεύομαι» είναι ρήμα άβολο, γιατί είναι αποθετικό, δηλαδή ενώ έχει ενεργητική διάθεση στερείται ενεργητικό τύπο (δεν υπάρχει διαπραγματεύω, εργάζω, εκμεταλλεύω), που σημαίνει πως δεν μπορούμε να λέμε, σαν μια αφίσα της ΠΑΣΠ τον παλιό καλό καιρό, «η ανεξαρτησία δεν διαπραγματεύεται» με παθητική σημασία: ή θα πεις «δεν παζαρεύεται» αν το αντέχει το ύφος του κειμένου σου ή θα το πας με περίφραση, που πολλές φορές είναι άγαρμπη (δεν επιδέχεται διαπραγμάτευση;)· βέβαια, η λαθεμένη σύνταξη είναι πολύ συνηθισμένη, με ευθύνη και του χρηματιστηριακού πυρετού που μας είχε πιάσει πριν από καμιά δεκαπενταριά χρόνια (που φαίνονται τώρα σαν πενήντα), όταν έλεγαν τα δελτία πως από τις 123 μετοχές που «διαπραγματεύτηκαν» τόσες σημείωσαν άνοδο και τόσες πτώση. Κι επειδή το «υπέστησαν διαπραγμάτευση» είναι άβολο, μάλλον θα πούμε «κινήθηκαν» ή «ακούστηκαν» που έλεγαν οι παλιοί· αν και τώρα έτσι κι αλλιώς όλες οι μετοχές πέφτουν καθημερινώς εδώ και πέντε χρόνια, οπότε η φράση δεν έχει νόημα.
Μπορεί το ρήμα «διαπραγματεύομαι» να είναι αρχαίο, αλλά το ουσιαστικό «διαπραγμάτευση» είναι της λόγιας παραγωγής του 19ου αιώνα, απόδοση του γαλλικού négotiation, που ανάγεται στο λατινικό negotiatio, και αυτό από το negotium, που σήμαινε «επιχείρηση, ασχολία, δουλειά, υπόθεση», αλλά και «δυσκολία, έγνοια» και παράγεται από το στερητικό πρόθεμα neg- και το otium (σχόλη), σχηματισμός δηλαδή όμοιος με τη δική μας α-σχολία. Η λατινική λέξη έχει περάσει στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, όχι όπως και στα σημερινά ελληνικά· παλιότερα βέβαια οι εμπορευόμενοι ήξεραν το «νεγότσιο» (σήμερα θα λέγαμε επιχειρήσεις, μπίζνες) και ο Σταμάτης Πέτρου, άνθρωπος της πιάτσας, σωστά είχε αποφανθεί για τον νεαρό Κοραή στο Άμστερνταμ πως «η αυθεντία του για νεγότσιο δεν είναι», αλλά σήμερα το νεγότσιο μόνο στα Επτάνησα σώζεται, και αν.
Για να γυρίσουμε στην επαναδιαπραγμάτευση, ίσως επειδή είναι λέξη τόσο πολυσύλλαβη που ακόμα κι ο κ. Κουβέλης κουράστηκε να τη λέει, τώρα τελευταία έχει αντικατασταθεί ως επωδός των κυβερνώντων από μιαν άλλη, συντομότερη κατά τέσσερις συλλαβές, την επιμήκυνση, που έχει αναχθεί σε νέο εθνικό στόχο. Βέβαια, όταν έχεις τη θηλιά στο λαιμό είναι αμφίβολο αν θα ωφελήσει το περισσότερο σκοινί – και, για τους προληπτικούς, το κακό είναι πως η χρεοκοπία έχει τον ίδιο αριθμό συλλαβών με την επιμήκυνση.

Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κατοικοεδρεύει στα sarantakos.wordpress.com και www.sarantakos.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου